Κρήτη: Ο τουρισμός «τρέχει» ταχύτατα αλλά με λίγους και εξαντλημένους εργαζόμενους

Οι οιωνοί για την τουριστική σεζόν του 2025, όπως καταγράφονται από πλείστες όσες έρευνες είναι πολύ θετικοί και μιλούν για μια ακόμα καλύτερη σεζόν σε σχέση με την περσινή.

Τι γίνεται όμως με τους εργαζόμενους; Οι μεγάλες ελλείψεις και τα κενά προσωπικού που διαπιστώθηκαν (και) πέρυσι τόσο στον κλάδο του τουρισμού όσο και του επισιτισμού επιμένουν και με δεδομένη την ταχύτατη ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος τα κενά θα μεγαλώνουν. Αυτή είναι η εκτίμηση του Μιχάλη Ριζικιανάκη, προέδρου του Σωματείου Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού Ηρακλείου.

Ο κ. Ριζικιανάκης απάντησε τα εξής στην σχετική ερώτηση: «Δεν έχει αλλάξει κάτι, δεν έχει αυξηθεί δηλαδή ο πληθυσμός των εργαζομένων σε σχέση με πέρυσι. Οι ελλείψεις θα είναι ακριβώς στον ίδιο αριθμό, μπορεί να είναι και περισσότερες, διότι όπως φαίνεται θα πάμε σε μια καλύτερη σεζόν, άρα θα αυξηθεί ο αριθμός των επισκεπτών. Αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστούμε ακόμα περισσότερους εργαζόμενους, που αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι θα οδηγηθούμε στο φαινόμενο της υπερ-εντατικοποίησης της εργασίας με τους εργαζόμενους που είχαν παραμείνει από πέρυσι και θα εργαστούν και φέτος στον τουρισμό να καλούνται βγάλουν ακόμα περισσότερη δουλειά».

Ο κ. Ριζικιανάκης υπολογίζει ότι αυτή τη στιγμή πανελλαδικά για το χρονικό διάστημα Απριλίου – Μαΐου, οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό σε επίπεδο επισιτισμού και τουρισμού είναι πάνω από τις 80.000. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τα κενά που καταγράφονται από τον κλάδο των ξενοδοχείων και της εστίασης. Αυτός ο αριθμός, σύμφωνα με την εκτίμηση του προέδρου των Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού του Νομού Ηρακλείου, με την εντατικοποίηση της σεζόν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο θα αυξηθεί κατά πολύ. Τα μαθηματικά είναι απλά: Θα παραμείνουν σίγουρα τα υφιστάμενα κενά, θα αυξηθεί ο φόρτος εργασίας και θα χρειαστούν παραπάνω εργαζόμενοι για να καλύψουν τι θέσεις.

Πώς μεταφράζεται αυτός ο αριθμός αναλογικά στην Κρήτη;

«Τα κενά είναι περίπου 15.000 στον τουρισμό και στον επισιτισμό στην Κρήτη. Βλέπουμε ότι κάθε χρόνο και ειδικά στον κλάδο των ξενοδοχείων προστίθενται νέες κλίνες, νέα ξενοδοχεία, τα ήδη υπάρχοντα ξενοδοχεία ανακαινίζουν τα δωμάτιά τους. Η Κρήτη έχει φτάσει τις 520, 550 χιλιάδες κλίνες. Κάθε χρόνο υπάρχει αυξητική τάση, χωρίς όμως να έχει αυξητική τάση η εισροή εργαζομένων. Το κομμάτι των εργαζομένων δεν ξέρω από που θα ανθίσει» απαντάει ο κ. Ριζικιανάκης.

Η εξήγηση του φαινομένου, του να εξελίσσεται δηλαδή ραγδαία το τουριστικό προϊόν, χωρίς να συνοδεύεται από αντίστοιχη εισροή εργαζομένων στους κλάδους είναι -μάλλον- απλή. Ο κ. Ριζικιανάκης εξηγεί: «Τα κενά θα είναι τα ίδια, διότι η εισροή των εργαζομένων στον τουρισμό δεν έχει τη δυναμική που θα θέλαμε ώστε να καλύψει και να κλείσει τα κενά. Τα κενά έχουν φτάσει σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό και δεν μπορούν να καλυφθούν με την μικρή εισροή εργαζομένων κάθε χρόνο. Οι εργαζόμενοι δεν δουλεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στον τουρισμό και έπειτα η εντατικοποίηση της εργασίας τους οδηγεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να εγκαταλείψουν τον κλάδο ή να πάνε στο εξωτερικό».

Επίσης όπως προσθέτει ο πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού Ηρακλείου «δεν μπορούμε να ζητάμε καλυφθούν τα κενά όταν η εκπαίδευση και η κατάρτιση και το προϊόν δεν έχει τις αντίστοιχες δομές και υποδομές από το κράτος, ώστε να έρθει κόσμος και να σπουδάσει και να μπει μέσα και να το κάνει κύριο επάγγελμα. Οπότε αναγκαζόμαστε να έρχεται κόσμος που δεν έχει σπουδάσει, να τον εκπαιδεύουμε και μετά βλέποντας τις συνθήκες εντατικοποίησης να φεύγει και να μετακινείται σε έναν άλλο κλάδο. Γιατί πολύ απλά ήρθε ως περαστικός. Πρέπει να το δούμε από την αρχή αυτό το ζήτημα».

Έχουμε λοιπόν μια ξεκάθαρα διαμορφωμένη κατάσταση: Από την μία ανοίγουν όλο και περισσότερα ξενοδοχεία και όλο και περισσότερα καταστήματα εστίασης με διαφορετικού είδους παρεχόμενες υπηρεσίες. Οι επισκέπτες θα πρέπει να πάρουν πάρα πολλές υπηρεσίες, διαφορετική είδη κουζίνας. Παράδειγμα: εκεί που είχαμε στο παρελθόν ένα δύο εστιατόρια a la carte μέσα στα ξενοδοχεία, τώρα έχουμε έξι-εφτά. Τα ξενοδοχεία είναι υποχρεωμένα βάσει του πελατολογίου τους και με βάση τους tour operators με τους οποίους συνεργάζονται να παρέχουν αυτή τη γκάμα. Επίσης και τα καταστήματα που είναι έξω από τα ξενοδοχεία, πρέπει να δώσουν όλες τις δυνατότητες γεύσης και διασκέδασης που υπάρχουν γιατί υποδεχόμαστε τουρίστες από όλο τον κόσμο.

«Όσο ανοίγεις τις υπηρεσίες που προσφέρεις τόσο περισσότερο προσωπικό χρειάζεσαι για να τις καλύψεις» λέει ο κ. Ριζικιάνακης και προσθέτει: «Πέρα από την ποσότητα των εργαζομένων, όσο ανοίγουν παραπάνω υπηρεσίες, ειδικά στο κομμάτι της μαγειρικής χρειάζεται και παραπάνω εξειδίκευση. Ένας μάγειρας είναι υποχρεωμένος να ξέρει ψήσει ψάρι, κρέας, να μπορεί να μαγειρέψει ιταλικό φαγητό, μεξικάνικο, ιαπωνικό ινδικό κ.ο.κ».

Το πρόβλημα με την εξειδίκευση και την εκπαίδευση

«Η κύρια εισροή εργαζομένων στο κομμάτι του επισιτισμού και του τουρισμού προς όλες τις ειδικότητες και Back Office και Front Office προέρχεται κυρίως από τις ιδιωτικές σχολές. Oι δημόσιες σχολές δεν έχουν την ίδια δυναμική όπως στο παρελθόν. Ακόμα και οι σχολές μετεκπαίδευσης υπολειτουργούν, η δε σχολή στου Κοκκίνη που από αυτή έχουν βγει στελέχη του τουρισμού που τώρα κατέχουν διευθυντικές θέσεις, είναι κλειστή» αναφέρει ο κ. Ριζικιανάκης.

Η νέα Τοπική Συλλογική Σύμβαση μεταξύ ξενοδόχων και ξενοδοχοϋπαλλήλων

«Αυτό που έχω να πω προς την μεριά των ξενοδόχων είναι ότι πρέπει να πρυτανεύσει η λογική, καθώς η Κρήτη αποτελεί από μόνη της ένα μικροκλίμα του τουρισμού, το οποίο θα πρέπει να το προστατεύσουμε» απαντάει ο κ. Ριζικιανάκης στην σχετική ερώτηση.

«Η Εθνική Συλλογική Σύμβαση είναι υποχρεωτική, αλλά δεν παύει κάθε περιοχή να έχεις τις ξεχωριστές ιδιαιτερότητες και ανάγκες της. Θα πρέπει να υπάρχει και ξεχωριστός σεβασμός στους ανθρώπους της τοπικής κοινωνίας οι οποίοι στηρίζουν αυτό το προϊόν ώστε να είμαστε κερδισμένοι όλοι» προσθέτει.

«Οπότε πρέπει να πρυτανεύσει η λογική και να υπογραφεί η Τοπική Συλλογική Σύμβαση και όπως αναπτύσσεται ο τουρισμός να αναπτυχθεί προς όλες τις πλευρές και όχι μονομερώς και κάποιοι να είναι δυσαρεστημένοι. Καταλαβαίνουμε ότι οι επιχειρηματίες κερδίζουν περισσότερα αλλά και ο εργαζόμενος με τις συνθήκες που επικρατούν αυτή τη στιγμή, με την ακρίβεια κτλ. καταλήγει να δουλεύει 6 μήνες και τους υπόλοιπους 6 να είναι φτωχός. Και το κράτος δεν έχει κάνει από την μεριά του αυτά που πρέπει».

«Οπότε πρέπει να υπογραφεί η Τοπική Συλλογική Σύμβαση γιατί πρέπει να στηρίξουμε την τοπική μας οικονομία, που βασικός μοχλός ανάπτυξης της κάθε τοπικής κοινωνίας σίγουρα είναι το επιχειρείν, αλλά επιχειρείν δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν υπάρχουν οι άνθρωποι να το αναπτύξουν» καταλήγει ο πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων Επισιτισμού – Τουρισμού Ηρακλείου.

Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας

Η υποχρεωτική εφαρμογή της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας στον τουρισμό και τον επισιτισμό απασχόλησε και την τοπική επικαιρότητα το αμέσως προηγούμενο διάστημα.

«Είναι ο δεύτερος μήνας εφαρμογής της Ψηφιακής Κάρτας Εργασίας στον επισιτισμό και τον τουρισμό, αλλά δεν έχουμε ακόμα δεδομένα. Σίγουρα είναι πάρα πολύ αρχή, είναι θετικό μέτρο, εμείς την θέλαμε. Οι επιχειρηματίες νόμιζαν ότι θα υπάρξει παράταση και χρειάζονται χρόνο προσαρμογής» απαντάει στο σχετικό ερώτημα ο κ. Ριζικιανάκης.

Για να προσθέσει: «Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας έρχονται, οι επιχειρήσεις προσπαθούν να βάλουν την κάρτα και την βάζουν. Προβλήματα θα υπάρξουν όσον αφορά τα διαδικαστικά, αλλά θεωρώ ότι είναι ένα μέτρο το οποίο ωφελεί τους εργαζόμενους και τους υγιείς επιχειρηματίες απέναντι στον αθέμιτο ανταγωνισμό. Ο κλάδος θα τακτοποιηθεί, άλλωστε για τις επιχειρήσεις που έχουν ορθούς κανόνες εργασίας δεν αλλάζει κάτι, σε αυτούς η κάρτα έρχεται να το επικυρώσει».

«Αλλά για να είναι το επάγγελμα ελκυστικό και να τακτοποιηθεί εργασιακά και να μην κάνει ο καθένας ότι θέλει, η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας είναι απαραίτητη και συμβάλλει στην ανάπτυξη του κλάδου» αναφέρει καταληκτικά ο κ. Ριζικιανάκης.