Τα προβλήματα που ανακύπτουν καθημερινά επιβαρύνουν τις τουριστικές επιχειρήσεις και δημιουργούν συνθήκες δυσλειτουργίας, θέτοντας σε κίνδυνο την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και την ανταγωνιστικότητα της Κρήτης ως τουριστικού προορισμού.
Η νέα φορολογία στον ξενοδοχειακό κλάδο είναι το «αγκάθι» και υπήρξε το βασικό θέμα συζήτησης στην χθεσινή συνεδρίαση του Δ.Σ. του Συνδέσμου Ξενοδόχων Κρήτης, που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο.
«Είναι ένα μείζον ζήτημα που δυναμιτίζει την ανταγωνιστικότητά μας ως προορισμός», είπε στην «Π» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Νίκος Χαλκιαδάκης, τονίζοντας ότι σε μια εποχή που το οικονομικό κόστος ενός πακέτου διακοπών προβληματίζει πολύ τους ταξιδιώτες, η Κρήτη με τις αυξημένες τιμές μπαίνει στην μάχη με μικρότερο πλεονέκτημα.
Οι εκπρόσωποι του κλάδου έχουν ζητήσει να μην επιβληθεί η φορολογία, σημειώνοντας: «Ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα μέτρα που έχει επιβληθεί στον κλάδο της φιλοξενίας είναι η αύξηση του τέλους κλιματικής αλλαγής.
Οι τουριστικές επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα τα ξενοδοχεία, καλούνται να καταβάλουν υψηλά ποσά χωρίς καμία ανταποδοτικότητα στην τοπική κοινωνία ή στο περιβάλλον. Το τέλος αυτό επιβαρύνει άμεσα την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ξενοδοχείων, καθιστώντας τα ξενοδοχεία στην ουσία “εισπράκτορες” του κράτους, χωρίς να βλέπουν κάποιο όφελος από τα ποσά που συλλέγονται.
Η έλλειψη στρατηγικής για τη σωστή διάθεση αυτών των πόρων, η αδιαφάνεια και η απουσία συγκεκριμένων επενδύσεων στην προστασία του περιβάλλοντος εντείνουν την αίσθηση αδικίας στον κλάδο».
Επιπλέον τονίζουν ότι η αιφνίδια αύξηση του τέλους παρεπιδημούντων, το οποίο επιβαρύνει τα ξενοδοχεία, αποτελεί ακόμα έναν σημαντικό παράγοντα αύξησης των λειτουργικών εξόδων.
Το τέλος αυτό, το οποίο ενσωματώνεται από την ερχόμενη τουριστική περίοδο, προστίθεται στα ήδη υψηλά κόστη που καλούνται να διαχειριστούν οι τουριστικές επιχειρήσεις. Αυτή η αιφνίδια αύξηση επιβαρύνει σημαντικά τους προϋπολογισμούς των ξενοδοχείων, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου οι οικονομικές πιέσεις και οι αυξανόμενες ανάγκες των τουριστών καθιστούν τη διαχείριση των εξόδων πιο δύσκολη από ποτέ.
Η κατάσταση αυτή δημιουργεί επιπλέον ανησυχίες για το αν τα ξενοδοχεία θα μπορέσουν να διατηρήσουν το επίπεδο των υπηρεσιών τους, χωρίς να μετακυλήσουν τα κόστη αυτά στους επισκέπτες.
Aντιπρόεδρος ΠΟΞ: Σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας ο ξενοδοχειακός κλάδος
Σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας ο ξενοδοχειακός κλάδος δεν θα κατορθώσει να κάνει το ποιοτικό «άλμα προς τα μπρος» που επιτάσσει ο διεθνής ανταγωνισμός, σύμφωνα με τον δρ Κων/νο Μαρινάκο, αντιπρόεδρο της ΠΟΞ.
Ο καθηγητής κ. Μαρινάκος επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι από τις πληθωριστικές πιέσεις και τις προσαυξήσεις σε τέλη και φόρους, έως την εξελισσόμενη καταναλωτική ζήτηση, κάθε στοιχείο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού οικονομικού τοπίου των ξενοδοχείων και της ανταγωνιστικότητάς τους.
Την ίδια στιγμή τονίζει ότι ο κλάδος των ξενοδοχείων, πέραν του αυστηρού πλαισίου τεχνικών προδιαγραφών, υγιεινής και ασφάλειας, των ρυθμισμένων, εδώ και δεκαετίες, εργασιακών σχέσεων διασφαλίζοντας συνθήκες εργασιακής ειρήνης στην χώρα μας, καλείται επιπρόσθετα να αντιμετωπίσει και ένα πρωτοφανές, σύνθετο και διαρκώς αυξανόμενο μείγμα οικονομικών βαρών.
Τα βάρη μάλιστα αυτά είναι δυσανάλογα με αντίστοιχα βάρη παράλληλων δραστηριοτήτων στο χώρο της φιλοξενίας όπως αυτών της βραχυχρόνιας μίσθωσης, όπως αναφέρει.
Στο σημείο αυτό ζητά από την πολιτεία να θεσπίσει μέτρα ελέγχου της αγοράς απέναντι στην ανεξέλεγκτη και άνευ ρυθμιστικού πλαισίου επέκταση της βραχυχρόνιας μίσθωσης, ώστε να μετριαστεί ο κοινωνικός, οικονομικός και περιβαλλοντικός αντίκτυπος και να μην κινδυνεύσει από συρρίκνωση ένας κλάδος με υψηλό πολλαπλασιαστή και με τεράστια συμβολή στο ΑΕΠ, στο εισόδημα και την απασχόληση, όπως εξηγεί.
Σύμφωνα με τον κ. Μαρινάκο, η Πολιτεία οφείλει να θεσπίσει άμεσα λειτουργικές προδιαγραφές και προδιαγραφές ασφαλείας, αλλά και ένα εργαλείο ελέγχου τήρησης του πλαισίου αυτού, ώστε η εν λόγω δραστηριότητα να αναπτύσσεται προς όφελος του κλάδου συνολικά.