Αν η οδός Καγιαμπή δεν υπήρχε θα έπρεπε να την είχαν εφεύρει! Διαφορετικά το Ηράκλειο θα είχε στερηθεί το πιο βασικό κύτταρο διασκέδασης και η νεολαία την πιο πολύβουη πιάτσα της πόλης.
Διότι, τα μεζεδοπωλεία και τα μουσικά καφενεία της Καγιαμπή, έμειναν για να συντηρούν το μύθο της πόλης που δεν κοιμάται ποτέ! Ο δρόμος με το ιστορικό όνομα έχει πάρει όλα τα λεφτά και τη λάμψη που κάποτε είχαν η πλατεία Ελευθερίας, τα Λιοντάρια, η Αγίου Τίτου, η Κοραή και η Μιλάτου.
Πλέον παίζει σχεδόν μόνη της στην νυχτερινή διασκέδαση, φιλοξενώντας τις περισσότερες φυλές της νύχτας, «γουαναμπήδες» και μη, μέχρι τα προχωρημένα ξημερώματα.
Μια ανάσα από το Μεϊντάνι, ο σχεδόν αθέατος στενός δρόμος με τα τουλάχιστον 25 μαγαζιά σε πολύ μικρή ακτίνα, έχει γίνει η απόλυτη πιάτσα, που τις νυχτερινές ώρες μετατρέπεται σε υπαίθρια πασαρέλα. Η αποθέωση του… «τραπεζάκια έξω», χειμώνα – καλοκαίρι.
Κάθε κορασίδα και νεαρός που θέλει να δώσει τα «διαπιστευτήριά» του στο αδηφάγο κοινό της νύκτας και να καταξιωθεί ως ύπαρξη στο status της πόλης, πρέπει να περπατήσει αργά και νωχελικά ανάμεσα στα πυκνοτοποθετημένα τραπεζοκαθίσματα, ακουμπώντας σχεδόν τους πολυάριθμους θαμώνες των καταστημάτων εστίασης, που τη βγάζουν μεζέ μεζέ.
Και αν μέχρι πρότινος το dress code ήταν χαλαρό, με τζινάκι και αθλητικά, εσχάτως έκανε την εμφάνισή της η γκαρνταρόμπα της νύκτας με όπλο τα δωδεκάποντα στιλέτο και το σκληρό μακιγιάζ στα αθώα κοριτσίστικα πρόσωπα, που μετατρέπονται σε τρεις μάγισσες. Είπαμε, πασαρέλα!
Τώρα πώς συνδυάζονται όλα αυτά, με τη ρακί, το ούζο και το κρασί, τις τυροκροκέτες, τα σαγανάκια και τα άλλα εδέσματα χαμηλού μπάτζετ και μέτριας ποιότητας, είναι μια άλλη ιστορία…
Εξάλλου το φαγητό και το ποτό είναι μόνο η αφορμή, για την πιτσιρικαρία των 20-30 ετών, που συνάμα είναι και το πιο δυναμικό target group της διασκέδασης. Το ζητούμενο είναι να πιάσεις στασίδι σε καλή θέση. Όλα τα άλλα έπονται…
Εξάλλου το πρωτεύον για μια μεγάλη μερίδα θαμώνων, δεν είναι να ρέει το ποτό άφθονο, αλλά το φλερτ! Ναι, στην Καγιαμπή τα μηνύματα στα social και τα κινητά, δεν είναι οι απόλυτοι πρωταγωνιστές, καθώς το φλερτ και τα «πεσίματα» γίνονται δια ζώσης.
Από το διπλανό τραπέζι, από την απέναντι παρέα ακόμα και από άλλο μαγαζί. Κεράσματα, κουβέντες, γνωριμίες, σκιρτήματα, δίνουν και παίρνουν και αυτό είναι ένα από τα πιο υγιή κομμάτια της Καγιαμπή, που φιρί φιρί θέλει να δημιουργεί ζευγάρια.
Φέρνει τον κόσμο πιο κοντά, κυριολεκτικά και μεταφορικά, αποτρέποντας τους θαμώνες από το cybersex και δίνοντάς τους μια ευκαιρία για το αναλογικό, το ορθόδοξο, σε ένα ανορθόδοξο κόσμο.
Ούτε η μουσική παίζει ιδιαίτερη σημασία, μιας και το ένα μαγαζί επικαλύπτει το άλλο. Εξάλλου ο κόσμος δεν βγαίνει εκεί για να ακούσει μουσικάρες. Εκτός και αν πάει στον νεοφερμένο ακροβάτη της γειτονιάς.
Το σκηνικό είναι φτιαγμένο για συζήτηση. Και αν η παρέα είναι μεγάλη, για δυο και τρεις παράλληλες συζητήσεις, χωρίς συμπέρασμα και απαύγασμα, απαραίτητα. Άλλα κι άλλα δηλαδή…
Είναι όμως αγχολυτικό, σαν τις δύο κοπελιές στο διπλανό τραπέζι που κάνουν ψυχανάλυση η μία στην άλλη, πριν εντρυφήσουν με κάθε λεπτομέρεια στο μέλλον που στρώνεται στα πόδια τους.
Στην αναφορά μας για την Καγιαμπή, θα ήταν άδικο να μην αναφέρουμε το «Παλιό Καφέ» που ήταν το πρώτο μαγαζί που άνθισε και συνεχίζει και στην ουσία ο «κράχτης» που έφερε τα υπόλοιπα. Μπορεί να έχει χάσει την εναλλακτικότητά που είχε ως στέκι και άθελα του να συνέβαλε στη μαζικοποίηση των καταστημάτων και της πελατείας, αλλά μέχρι και σήμερα εξακολουθεί να είναι κομβικό.
Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει και το Barάκι στο δρόμο που τέμνει την Καγιαμπή, καθώς πριν από μερικά χρόνια σερβίροντας απάκι με μέλι έδωσε το έναυσμα για την έκρηξη στη διασκέδαση και το επιχειρείν στο συγκεκριμένο σημείο της πόλης και από καλτ να το μετατρέψει σε αυτό που είναι σήμερα.
Πιστεύω ακράδαντα ότι ο γνωστός Κρητικός επαναστάτης -την περίοδο της τουρκοκρατίας- ο ευθυτενής και αρρενωπός Νικόλας Καγιαμπής από το Αβδού, θα αισθανόταν περίφημα για το δρόμο που φέρει το όνομά του, καθώς είναι τόσο πολύβουος και συνωστισμένος που γράφεται και… Καγιαbee!