Η Τζίτζι με προέτρεψε
να αλλάξω ψυχοθεραπευτή

Η αλήθεια είναι ότι φέτος δεν άντεχα μία ακόμα αλλαγή χρόνου στην Penthouse σουίτα, στον 8ο όροφο του Four Season,  στη λεωφόρο Georges V, λίγα μόλις βήματα από τα Ηλύσια Πεδία. Πώς να το διατυπώσω κομψά για να μην παρεξηγηθώ; Για μένα πλέον το πρωινό στη βεράντα με θέα τον Πύργο του Άιφελ,  τη Βασιλική Sacré-Coeur και τις στέγες της Όπερας, της Madeleine και του Panthéon, δεν είχε γοητεία. Αλλά και οι απογευματινές στιγμές χαλάρωσης στο ανάκλιντρο του υπνοδωματίου με ένα ποτήρι σαμπάνια στο χέρι ήταν απλώς ρουτίνα.

Τα 160 τ.μ. της σουίτας με «έπνιγαν» και ας ήταν φωτεινή και ευάερη. Είχα χάσει το ενδιαφέρον μου ακόμα και για το συγκλονιστικό  spa του ξενοδοχείου όπου είχα περάσει ατελείωτες ώρες. Πλέον αδιαφορούσα για τα πεπτίδια αμινοξέων, τα βλαστοκύτταρα, το υαλουρονικό οξύ και το μασάζ σαμπάνιας, χρυσού και πράσινου χαβιαριού. Η δύναμη των εγγενών κυττάρων και του θαλάσσιου μάραθου με άφηνε παγερά αδιάφορη και ζαμάν φου.  Η Τζίτζι με προέτρεψε να αλλάξω ψυχοθεραπευτή.

Είχα χάσει το ενδιαφέρον μου και για το Le Meurice Alain Ducasse και δεν ήταν επειδή πρόσφατα απώλεσε το ένα από τα τρία αστέρια Michelin. Ζαμέ! Θυμάμαι σε αυτό το αριστοκρατικό εστιατόριο, με διάκοσμο εμπνευσμένο από το παλάτι των Βερσαλλιών, να απολαμβάνω με τον Τζίμι αστακό και λαχανικά μαγειρεμένα σε κρούστα αλατιού και ψητό κοτόπουλο με μανιτάρια Morel.

Πρωτοχρονιά του 2010  δειπνούσαμε στο L’ Arpege, απολαμβάνοντας τις δημιουργίες του προσωπικού μου φίλου,  σεφ Alain Passard. Είχα νιώσει τον ουρανίσκο μου να εκρήγνυται όταν δοκίμασα για πρώτη φορά το διάσημο πιάτο του εστιατορίου, το  Oeuf a la Coque…

Και τώρα ξαφνικά έμοιαζαν όλα βαρετά, ανούσια, μονότονα.

Θυμάμαι να βαδίζω με εφηβικό ενθουσιασμό την  Avenue Montaigne με τα μεγαλοπρεπή κτήρια και τους οίκους υψηλής ραπτικής. Φοράω το αγαπημένο μου μαύρο slim-fitting bustier jacket από την Balmain και τα μαλλιά μου ανεμίζουν σε νότες κορυφής  υλάνγκ υλάνγκ, νερόλι, περγαμόντο και ροδάκινο από το Chanel no 5.

Dior, Channel, Fendi, Valentino, Ralph Lauren: με υποδέχονταν πάντα με μακαρόν και σαμπάνια.

«Ξύπνα, ξύπνα, σε λίγο αλλάζει ο χρόνος…» με σκούντησε η αδερφή μου. Είχα αποκοιμηθεί στον καναπέ. Στον κάτω όροφο ήταν όλοι μαζεμένοι γύρω από το τραπέζι, πιτσιρίκια, παππούδες, θείοι, θείες, ξαδέρφια, γονείς, συμπέθεροι. Του Κουτρούλη ο γάμος.

Το Μαρινιώ μας πάλι είχε μεγαλουργήσει. Με τα δύο του τα χεράκια είχε κάνει πράματα και θάματα. Όλα μοσχοβολούσαν και οι φάτσες όλων χύμα και χαρούμενες. Το μάτι μου έπεσε πάνω στα πιάτα με την παραδοσιακή τσιλαδιά ή πηχτή. Σκέφτηκα ότι το πιάτο αυτό θα τα «έσπαγε» στο  Le Meurice Alain Ducasse με τα Michelin. Έβαλα μία γενναία πηρουνιά στο στόμα μου… Καλή χρονιά!