«βάζουμε τους «μεν» να μαλώνουν
με τους «δε» για να αποφύγουμε χειραγωγικά όλη την ουσία
της συζήτησης»

Σ΄ αυτή την πόλη που δεν τολμάς να κοιτάξεις ουρανό από την ασχήμια του μπετό που σε βαραίνει, οι σκέψεις όλων μας διασταυρώνονται στο σημείο της ξηλωμένης πλακόστρωσης  της λεωφόρου Δημοκρατίας, εκεί που γράφτηκε ο δραματικός επίλογος της ζωής του Παναγιώτη Μητρέλου όταν καταπλακώθηκε από ένα πεύκο.

Είναι το λιγότερο τραγική ειρωνεία σε αυτή την πόλη, που το πράσινο είναι τουλάχιστον λιγοστό, να έρχεται στο προσκήνιο αυτή η συζήτηση με τόσο αφόρητα οδυνηρό τρόπο και το Δημοτικό Συμβούλιο εκ των υστέρων να αναζητά απαντήσεις στο αδιανόητο γεγονός της απώλειας μιας ανθρώπινης ζωής από την πτώση δέντρου. Και όλα αυτά πού; Στο Ηράκλειο. Στην πόλη που αγανακτείς να βρεις ίσκιο να σταθείς, αφού το μάρμαρο είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του κέντρου της πόλης στο όνομα της ανάπλασης όπως αυτή ορίζεται την τελευταία εικοσαετία.

Στην πόλη που έχασε τη μια μετά την άλλη τις ευκαιρίες να αποκτήσει νέους πνεύμονες πρασίνου, όπως το οικόπεδο Φακίδη και το οικόπεδο Λυδάκη. Κάπως έχει καταλήξει να θεωρείται «είδηση» η φύτευση των πρανών των κοινοχρήστων χώρων, για να αποκτήσει η πόλη έστω και ελάχιστους πόρους ανάσας. Η ανάγκη του Ηρακλείου για περισσότερο πράσινο είναι διαχρονική και επιτακτική. Όπως και η ανάγκη της σωστής συντήρησης και προστασίας όλων των αστικών φυτεύσεων. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Το ένα συμπληρώνει το άλλο.

Γι’ αυτό και είναι το λιγότερο ευτελή τα επιχειρήματα που επιστρατεύουν κάποιοι, οι οποίοι δείχνουν με το δάκτυλο όσους ξεσηκώνονται κάθε φορά που ένα δέντρο αφαιρείται αντιπαραβάλλοντάς τους με εκείνους που καταθέτουν αιτήματα κοπής δέντρων σημειώνοντας με στόμφο ότι θα πρέπει επιτέλους να εισακουστούν. Πρόκειται για τον απόλυτο ορισμό του κοινωνικού αυτοματισμού, όπου βάζουμε τους «μεν» να μαλώνουν με τους «δε» για να αποφύγουμε χειραγωγικά όλη την ουσία της συζήτησης.

Ότι δηλαδή το πράσινο σ’ αυτή την πόλη είναι ζητούμενο, αλλά οφείλουμε να διασφαλίσουμε ότι θα είναι σωστά διατηρημένο μέσα στο αστικό περιβάλλον που αναπτύσσεται, χωρίς να κινδυνεύουν ούτε οι άνθρωποι ούτε τα δέντρα. Το «γιατί» δε διασφαλίζεται αυτό είναι το κρίσιμο ζητούμενο που πρέπει να απαντηθεί και κυρίως να διαχειριστεί η Λότζια που δεν μπορεί να δείχνει πως δεν αντιλαμβάνεται ότι οι υπηρεσίες της αποδεκατίζονται η μια μετά την άλλη από προσωπικό και δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της.

Άλλοι  συνταξιοδοτούνται  και άλλοι εγκαταλείπουν αξιοποιώντας την κινητικότητα και το μόνο που έχουμε μέχρι σήμερα δει, είναι ανακοινώσεις διαπιστώσεων ότι ο Δήμος «αιμορραγεί» από την απώλεια του προσωπικού.

Διαπιστώσεις κάνουμε όλοι… Λύσεις δε βλέπουμε και όπως φαίνεται δεν πρόκειται και να δούμε όσο υπάρχει η βολική αγκίστρωση στην κάλυψη που παρέχουν οι προσλήψεις των συμβασιούχων, που ενώ θα έπρεπε να λειτουργούν επικουρικά, στην ουσία καλύπτουν για όσο μείνουν (6-8 μήνες) πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Οι άνθρωποι αυτοί πάνω που μαθαίνουν και εκπαιδεύονται στο αντικείμενό τους τελειώνει η σύμβασή τους και φεύγουν. Με τούτα και με κείνα βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος.