Ήταν σχεδόν σκοτεινά στον προθάλαμο και σπαρακτικά ήσυχα.
Και τότε πέρασε από μπροστά μου εκείνη.
Ένας ξανθός άγγελος. Κοιμόταν γαλήνια. Αδιατάρακτη από τους ήχους των μηχανημάτων…

Την τελευταία δεκαετία η ζωή τα έφερε έτσι ώστε ο δρόμος μου να καταλήγει τακτικά στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο. Κάποιες ώρες, κάποιες μέρες, κάποιες εβδομάδες. Ξενύχτια, κούραση,  αγωνία, κλάμα, αλλά και χαμόγελα σε κάθε εξιτήριο. Μικρές ανάσες, μικρή παράταση, επιστροφή στην κανονικότητα και βλέπουμε πώς θα πάμε παρακάτω. Έτσι είναι η ζωή.

Για μένα το Βενιζέλειο είναι εξομολογήσεις σε μικρές ώρες και αδύναμες στιγμές. Είναι να στέκεσαι παραδομένος  στο μπαλκόνι μέσα στην παγωνιά της νύχτας και απλά να προσπαθείς να μην σκέφτεσαι τίποτα. Να έχεις συντροφιά τα σκυλιά που αλυχτούν λες και σε συμπονούν. Είναι κάθε κερδισμένη μάχη στο πρώτο φως της ημέρας.

Πρώτη φορά εκεί μέσα, στο Βενιζέλειο, είδα θεριό να δακρύζει από απόγνωση. Έστρεψε το κεφάλι να μην το δούμε να λυγίζει και ας ήταν τσακισμένο. Ήταν νύχτα Νοέμβρη. Τα μάτια μου ήταν κόκκινα σαν αίμα. Χτυπούσα νευρικά τα πόδια μου στο πάτωμα. Ήταν σχεδόν σκοτεινά στον προθάλαμο και σπαρακτικά ήσυχα. Και τότε πέρασε από μπροστά μου εκείνη. Ένας ξανθός άγγελος. Κοιμόταν γαλήνια. Αδιατάρακτη από τους ήχους των μηχανημάτων. Την ήξερα φυσιογνωμικά. Την αναγνώρισα. Μου ήταν πάντα τόσο συμπαθής. Είχα ακούσει για τη δωρεά οργάνων. Σκεφτόμουν πόσο πολύ θα πονούσαν τα παιδιά της…

Έγνεψα δειλά με το χέρι. «Καλό σου ταξίδι γλυκιά μου».

Και ήρθαν και άλλες νύχτες με τα χρόνια. Δύσκολες, οδυνηρές, τραυματικές μέχρι και σήμερα. Σε διαφορετικούς θαλάμους, διαφορετικές κλινικές, διαφορετικούς διαδρόμους, στο ίδιο πάντα νοσοκομείο. Νύχτες που μας στοιχειώνουν γιατί μέσα στην πανδημία  έφυγαν άνθρωποι μόνοι και απομονωμένοι, χωρίς ένα χάδι στο μέτωπο. Και αυτό είναι αδιανόητα σκληρό. Και για εκείνους και για μας.

Ήρθαν και νύχτες ανατροπής που κοντέψαμε να πνιγούμε από τα γέλια. Αυτά που ξεσπάς όταν νιώθεις ότι νικάς στη ζωή. Έρχονται απρόσμενα και σε κατακλύζουν. Ξεχνάς την κούραση και τα ξενύχτια, δοξάζεις το Θεό και νομίζεις ότι η ζωή είναι ασύλληπτα όμορφη.

Και κάπως έτσι το Βενιζέλειο έχει «γράψει» στις ζωές πολλών από εμάς. Γιατί το Βενιζέλειο δεν είναι ένα άψυχο και απρόσωπο κτήριο.

Είναι ιστορία, είναι οι άνθρωποι, τα πρόσωπα, οι μάχες, χαμένες και μη, τα σωστά και τα λάθη, η υπερπροσπάθεια και το φιλότιμο. Σαφώς και η επιστημοσύνη είναι βαρόμετρο, όμως είναι η «ψυχή» που προέχει.

Ας οπισθοχωρήσουν λοιπόν τα… όρνεα που περιμένουν στη γωνία και ας μην περιμένουν τον τελευταίο να κλείσει την πόρτα. Δεν το αξίζει. Δεν μας αξίζει.