Πού είναι λοιπόν το πλέγμα ασφαλείας του συστήματος σε αυτές τις περιπτώσεις; Πώς διασφαλίζεται
η διόρθωση του ανθρώπινου λάθους;

Για πολλά χιλιόμετρα  τα δύο τρένα κινούνταν μετωπικά στις ράγες του θανάτου. Ανυποψίαστοι μελλοθάνατοι κουβέντιαζαν, έπιναν τον καφέ τους, κοιμόντουσαν, έβγαζαν σέλφι, σέρφαραν στο κινητό.

Αν όλα αυτά εκτυλίσσονταν σε ταινία, θα παρακολουθούσαμε την σκηνή με κομμένη την ανάσα. Πολύ πιθανόν  να κλείναμε τα μάτια για να μη δούμε την στιγμή της φονικής σύγκρουσης,  όμως στο τέλος η ηρωική παρέμβαση του πρωταγωνιστή θα ήταν σωτήρια. Αυτά στις αμερικανικές ταινίες. Στην ελληνική πραγματικότητα δεν υπάρχουν σούπερ-ήρωες.  Υπάρχει μόνο κ@λοφαρδία που δυστυχώς δεν είναι ανεξάντλητη. Το τρένο… δεν σφύριξε τρεις φορές.

Συνειδητοποιώ και εγώ, όπως όλοι τώρα πια, ότι σε αυτή την έρμη χώρα, την όμορφη και ηλιόλουστη κατά τ’ άλλα, ζούμε από τύχη. Πίστευα, η αφελής, ότι λειτουργούσε ένα σύγχρονο κέντρο ελέγχου κίνησης των τρένων και τα δρομολόγια παρακολουθούνταν ηλεκτρονικά σε πραγματικό χρόνο. Εδώ μία πίτσα παραγγέλνεις και υπάρχει εφαρμογή παρακολούθησης της παραγγελίας.

Πού να φανταστώ ότι τόσες χιλιάδες ζωές εξαρτώνται καθημερινά από τα τεφτέρια, τις  διαθέσεις, τις ορέξεις, την εμπειρία ή μη,  ενός και μόνου ανθρώπου. Ενός και μόνο ανθρώπου! Ο καλύτερος να είναι, ο πιο καταρτισμένος, ο πιο έμπειρος, ο πιο επιμελής, δεν παύει να είναι άνθρωπος και τα λάθη είναι για τους ανθρώπους. Μπορεί να είναι  άυπνος, πιωμένος, ζοχαδιασμένος, να υποφέρει από πονοκέφαλο, να τον έχει εκνευρίσει  η γυναίκα του, μπορεί, μπορεί, χίλια μπορεί.

Πού είναι λοιπόν το πλέγμα ασφαλείας του συστήματος σε αυτές τις περιπτώσεις; Πώς διασφαλίζεται η διόρθωση του ανθρώπινου λάθους; Και αν ένα λάθος μπορεί να συγχωρεθεί, δεν συγχωρούνται με τίποτα οι χρονίζουσες, δήθεν, αμέλειες  και  παραλείψεις. Αυτοί που όφειλαν να ξέρουν, ήξεραν και δεν έκαναν τίποτα. Παγιώθηκε μία κατάσταση και έγινε κανονικότητα, με όλους εμάς να παίζουμε εν αγνοία μας κάθε μέρα  ρωσική ρουλέτα.

Ακόμα και αν ο  σταθμάρχης οδηγηθεί σε δημόσιο λιθοβολισμό μέχρι θανάτου, δεν θα αλλάξει τίποτα. Δεν θα αναστηθούν οι νεκροί μας,  οι γονείς δε θα αγκαλιάσουν ξανά τα παιδιά τους και δυστυχώς κανείς δεν μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν θα συμβεί στο μέλλον άλλη τραγωδία. Το απευχόμαστε αλλά, είπαμε, «ζούμε από τύχη». Το να ρίξουμε το ανάθεμα  μόνο στον αναλώσιμο  σταθμάρχη, είναι η εύκολη λύση και ταυτόχρονα η μεγαλύτερη παγίδα για τη διαιώνιση αυτής της κακομοιριάς που μας δέρνει ως κράτος.

Στα αυτιά μου το  «αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη» ακούγεται ανέξοδο και εντελώς  άχρηστο. Θα αποκτήσει νόημα μόνο όταν θα ξεκινήσουν επιτέλους  να αποδίδονται ποινικές ευθύνες σε πολιτικά πρόσωπα.

Τότε,  αυτοί που οφείλουν να ξέρουν, θα  ξέρουν και θα ενεργούν δεόντως, αυτοί που καταγγέλλουν, δεν θα απαξιώνονται  και δεν θα αντιμετωπίζονται ως γραφικοί και  εμείς θα είμαστε βέβαιοι (ή σχεδόν βέβαιοι διότι δεν παίρνουμε και όρκο)  ότι όλα λειτουργούν όπως πρέπει σε μία ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα.