Η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας που έγινε προχθές στην Αρχαία Ολυμπία υπενθύμισε σε ολόκληρη την ανθρωπότητα τα λόγια του σπουδαίου Γάλλου συγγραφέα Βίκτωρ Ουγκώ. «Όλοι οι πολιτισμένοι λαοί έχουν μία κοινή πατρίδα, την Αρχαία Ολυμπία, στην Ελλάδα». Η Ολυμπιακή Φλόγα  δεν άναψε- λίγο μετά τις 12:15- με τον παραδοσιακό τρόπο, από τις ακτίνες του ήλιου, αφού δεν το επέτρεψαν οι καιρικές συνθήκες (συννεφιά), αλλά για το άναμμα της δάδας χρησιμοποιήθηκε η βοήθεια της εφεδρικής Φλόγας που κρατήθηκε στο τέλος της τελευταίας πρόβας τζενεράλε, σε μία μυσταγωγική τελετή.

Η τελευταία φορά που συνέβη κάτι τέτοιο ήταν στην τελετή αφής της φλόγας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000. Η Ολυμπιακή Φλόγα θεωρείται σύμβολο του ανθρώπου και της εφευρετικότητας. Συμβολίζει επίσης «το φως του πνεύματος, τη γνώση και τη ζωή». Την στιγμή που ο κόσμος κλονίζεται από κρίσεις, η φλόγα μεταδίδει το όραμα για ειρήνη και σεβασμό, και προσκαλεί όλα τα κράτη να εφαρμόσουν την Ολυμπιακή Εκεχειρία. Η καταγωγή της βρίσκεται στην αρχαία Ελλάδα. Μια ιερή φλόγα αναβόταν από τις ακτίνες του ηλίου στην Ολυμπία και κρατούνταν αναμμένη καθόλη την διάρκεια των Αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων.

Σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο του Προμηθέα, που έκλεψε την φωτιά από τον Δία, η φωτιά είναι σύμβολο της ζωής και της ελευθερίας. Ωστόσο, στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ακριβώς αυτή η τελετή της Αφής ούτε η διαδικασία με τους λαμπαδηδρόμους, όπως την ξέρουμε σήμερα. Απλώς, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, υπήρχε στο Πρυτανείο της Αρχαίας Ολυμπίας πάντα αναμμένος ένας βωμός αφιερωμένος στην Εστία με την Ιερή Φλόγα που είχε αναφθεί από τις ακτίνες του ήλιου με τη βοήθεια ενός κοίλου κατόπτρου.

Η φλόγα αντιπροσώπευε την «προσπάθεια για τη νίκη». Δεν υπήρχε Ολυμπιακή φλόγα στην πρώτη διοργάνωση του 1896 στην Αθήνα, ούτε στις επόμενες. Πρωτοεισήχθη το 1928 στο Άμστερνταμ. Δεν έγινε όμως μεταφορά της από την Αρχαία Ολυμπία. Απλώς η φλόγα άναψε επιτόπου.

Η Αφή της Ολυμπιακής Φλόγας στην Αρχαία Ολυμπία και η μεταφορά της στον τόπο διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων μέσω λαμπαδηδρομίας, τελέστη για πρώτη φορά και καθιερώθηκε στη σύγχρονη εποχή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936.

Όπως αναφέρουν οι περισσότερες πηγές, «η ιδέα της αφής της ολυμπιακήςφλόγας και της λαμπαδηδρομίας ήταν του Γερμανού καθηγητή και μέλους της Γερμανικής Ολυμπιακής Επιτροπής δρ. Καρλ Ντιμ, ο οποίος και την εισηγήθηκε στην Οργανωτική Επιτροπή των ΧΙ Ολυμπιακών Αγώνων. Από τότε η αφή της φλόγας γίνεται πάντα στο ναό της Ήρας στην Αρχαία Ολυμπία».

Το υψηλότερο σημείο από το οποίο έχει περάσει η ολυμπιακή φλόγα είναι η κορυφή του όρους Έβερεστ των Ιμαλαΐων, όπου βρέθηκε κατά την διάρκεια της λαμπαδηδρομίας του 2008 για τους Αγώνες του Πεκίνου.

Στην λαμπαδηδρομία, για τους Χειμερινούς Αγώνες του 2014 στο Σότσι, η φλόγα πέρασε από τον Βόρειο Πόλο. Επίσης τότε «βούτηξε» στη βαθύτερη λίμνη του κόσμου, τη Βαϊκάλη, στη νότια Σιβηρία. Αυτή όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που η φλόγα βρισκόταν μέσα στο νερό. Κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί και το 2000, κατά την περιοδεία της στην Αυστραλία.

Επίσης η φλόγα έχει μεταφερθεί με πλοία και φρεγάτες. Η φλόγα έχει ταξιδέψει δύο φορές επάνω σε άλογα, το 1956 και το 1996, ενώ μία φορά χρησιμοποιήθηκαν για αυτόν τον σκοπό καμήλες ώστε να διασχίσει την έρημο της Αυστραλίας το 2000. Επίσης έχει μεταφερθεί το 1996 επάνω σε ινδιάνικο κανό, σε ποταμόπλοιο του Μισισιπί αλλά και σε βαγόνι του Union Pacific, του πρώτου διηπειρωτικού σιδηρόδρομου.

Τέλος, τρεις φορές έχει βρεθεί στο διάστημα. Για την ακρίβεια, στην πορεία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα το 1996, του Σίδνεϊ το 2000 και τους Χειμερινούς του Σότσι το 2014, αστροναύτες και κοσμοναύτες έκαναν περίπατο στο Διάστημα με τις αντίστοιχες ολυμπιακές δάδες (αλλά όχι και τη φλόγα).

Σύνηθες είναι το φαινόμενο να σβήνει η φλόγα κατά την διάρκεια του ταξιδιού της Ολυμπιακής φλόγας, καθώς πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να είναι ελαττωματική μια δάδα και να σβήσει η φλόγα. Αυτό έχει συμβεί πολλές φορές και για τον λόγο αυτόν πάντα μεταφέρεται σε όλο το ταξίδι και εφεδρική ολυμπιακή φλόγα. Έτσι, ακόμα και αν τελικά καταφέρει κάποιος σκόπιμα ή από λάθος να την σβήσει, πάντα υπάρχει λύση.