Οι ευθύνες ενός συστήματος
και οι ευθύνες
του «σοφού λαού»
Παλιότερα κυκλοφορούσε ένας αφορισμός που μόνο… αστείος δεν ήταν τελικά: Το φως που βλέπετε στην άκρη του τούνελ είναι το φως του τρένου που έρχεται καταπάνω μας!
Ναι, ερχόταν το τρένο και κανείς δεν πήρε χαμπάρι! Ή τουλάχιστον έτσι νομίζαμε. Κι όμως συνέβη στην Ελλάδα του 2023. Θα συνέβαινε νομοτελειακά όχι γιατί το προέβλεψε ο… Καζαμίας. Είναι θέμα χειρισμών, είναι θέμα συγκυριών, είναι θέμα στατιστικής. Θα γινόταν κι εδώ, όπως ασφαλώς έγινε σε άλλες χώρες τα προηγούμενα χρόνια, όπως στατιστικά θα γίνει κι αλλού το επόμενο διάστημα.
Εμείς βιώσαμε τον εφιάλτη με τον χειρότερο τρόπο. Χάσαμε πολλούς νέους ανθρώπους. Έκλεισαν σπίτια. Είναι τόσο συγκλονιστικό το γεγονός αυτό που από μόνο του θα έπρεπε να μας ταρακουνήσει. Να μας φέρει στα συγκαλά μας! Κι όμως στον τόπο μας κάνουμε το άσπρο μαύρο, το εργαλειοποιούμε, ζούμε μια ακόμη αυταπάτη αλλάζοντας θέμα, βάζοντας… μπλάνκο στα πραγματικά προβλήματα, μεταθέτοντας τις ευθύνες.
Είναι πια βέβαιο ότι σε τούτο τον τόπο έχουμε τσακωθεί με το αυτονόητο!
Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη ανέδειξε όλες τις παθογένειες ενός κράτους που αν και οσονούπω συμπληρώνει 2 αιώνες ζωής, δεν λέει να ενηλικιωθεί. Και ταυτόχρονα το ίδιο συμβάν εξέθεσε έναν λαό που, καιρό τώρα, έχει απολέσει τη λογική και το μέτρο. Τα οποία γεννήθηκαν μεν στον τόπο τούτο, αλλά πλέον είναι ξένα προς την ιδιοσυγκρασία μας, παράταιρα προς την εικόνα και το είναι μας.
Η κοινή πεποίθηση που υπάρχει είναι ότι πριν το μοιραίο συμβάν επικρατούσε ο ωχαδερφισμός. Η αβελτηρία. Σε όλα τα επίπεδα, όπως αποδείχθηκε από συνομιλίες, έγγραφα και ντοκουμέντα. Ξέρω τι θα μου πείτε : «Τα ξέραμε. Εσύ περίμενες αυτά να συμβούν για να δεις ότι δεν υπήρχαν διαδικασίες, πρωτόκολλα, ότι κανείς, από τον υπουργό μέχρι τον τελευταίο σταθμάρχη, δεν έκανε τη δουλειά του;»
Ναι, υπήρχαν όλα αυτά. Αλλά για να είμαστε δίκαιοι και να μην ισοπεδώνουμε τα πάντα, υπήρχε κι ένα σύστημα που δούλευε, άνθρωποι που με αυταπάρνηση και προσήλωση στο καθήκον τους έκαναν αυτό που έπρεπε.
Από τον πρώτο τη τάξει μέχρι τον τελευταίο. Δεν μπορεί δεκαετίες τώρα να μην συνέβη κάτι τόσο σοβαρό και να οφείλεται (μόνο) στην τύχη. Μας αρέσει να το λέμε ότι «ζούμε κατά τύχη», αλλά στην πραγματικότητα δεν ισχύει. Υπήρχε κάτι, ένα «σύστημα» -καλό, κακό – που πάντως λειτουργούσε!
Υπό αυτή την έννοια, είναι λάθος να τα παρουσιάζουμε όλα μαύρα σε τούτη τη χώρα, να τσουβαλιάζουμε τους εργαζόμενους, τους δημόσιους υπαλλήλους, τους πολιτικούς. Έχουμε κυφήνες; Ναι. Έχουμε άχρηστους. Σίγουρα. Δεν κάνουν όλοι για τη δουλειά για την οποία ετάχθησαν; Προφανώς!
Κι εκεί τώρα υπεισέρχεται η ευθύνη μας, του «σοφού» λαού τα αυτιά του οποίου έχουμε μάθει να χαϊδεύουμε. Πόσο ο κόσμος πραγματικά μπορεί να διαισθανθεί ότι πρέπει να πιέσει ουσιαστικά για να αλλάξουν τα πράγματα. Είναι διατεθειμένος κάθε πολίτης να αλλάξει ο ίδιος νοοτροπία και συνήθειες πριν ζητήσει από όλους τους άλλους να… αλλάξουν;
Δεν μπορεί κανένας πολίτης να τρώει… αμάσητο ό,τι του σερβίρουν! Από τα μέσα ενημέρωσης μέχρι την ανεύθυνη κυβέρνηση ως την υστερόβουλη αντιπολίτευση! Θέλετε να πούμε και παραδείγματα; Όσα θέλετε! Αλλά μην βγάζουμε τον εαυτό μας έξω από το παιγνίδι που παίζεται σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος και της ασφάλειας.
Δεν μπορεί να… αθωώνεις στο όνομα μιας ιδεοληψίας τους φυσικούς αυτουργούς ενός εγκλήματος. Δεν μπορείς να δέχεσαι την (πολιτική) ευθύνη ενός υπουργού και ταυτόχρονα να θέλεις να τον ψηφίσεις… πιο πολύ από όσο πριν. Δεν μπορεί να λες ότι είσαι σκεπτόμενος αριστερός πολίτης και να μην αντιλαμβάνεσαι ότι και ο δικός σου… δεν έκανε τίποτα 4 χρόνια που είχε την ευθύνη ή να λες για τον σύντροφο «και τι έγινε που καταδικάστηκε ομοφώνως»!
Αλλά δεν χρειάζονται πολλά λόγια για τον «σοφό λαό». Σε ένα πράγμα ο (μικρός) Καραμανλής έχει δίκιο: «Ας με κρίνει ο λαός» λέει και ξαναβάζει υποψηφιότητα παρά τις αυταπόδεικτες πολιτικές του ευθύνες (δηλαδή… δεν κάνει για τη δουλειά, μεταφράζεται αυτό). Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα… Εάν ξαναστείλει για παράδειγμα τον Καραμανλή στη βουλή και μάλιστα πιο… ισχυρό, τότε καλύτερα να… μασάμε παρά να μιλάμε.