Ζωή σαν παραμύθι δεν θα ζήσουμε πια,

δεν είναι αυτά για άγρια παιδιά!

Απεχθάνομαι τους απολογισμούς και βαριέμαι αφόρητα τους προγραμματισμούς, οπότε μπορείτε να φανταστείτε την ψυχολογία μου στο λυκαυγές μιας ακόμα χρονιάς… Μιας  χρονιάς «σημαδεμένης» απ’ αυτήν που εκπνέει, όπως και τόσες άλλες από το Μιλένιουμ και μετά. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι πρόκειται για συνέχεια και συνέπεια, αλλά για μια κακοδαιμονία που μας κυνηγά από χρόνο σε χρόνο με τα άσχημα γεγονότα να παρουσιάζουν εκθετική αύξηση, σε ένα θρίλερ χωρίς τελειωμό με αλλεπάλληλους ετήσιους κύκλους.

Δεν έχω καθόλου όρεξη να αρχειοθετώ στο μυαλό μου ή να γράφω σε κάποιο σταχωμένο τετράδιο όσα μας συνέβησαν μέσα στη χρονιά που φεύγει και έπειτα να αποθηκεύω σε διπλανά εγκεφαλικά κύτταρα ή παράλληλες στήλες του τετραδίου, τους στόχους για το 2022. Μου θυμίζει σχολαστικό λογιστή παλαιάς κοπής, που προσπαθεί να βάλει σε τάξη την παραπαίουσα επιχείρηση του πελάτη του, που αρνείται την παραδοχή της χρεοκοπίας.

Φαλιμέντο γίνανε οι ζωές μας και… “δυστυχώς επτωχεύσαμεν” λένε οι Τρικούπηδες στα όποια όνειρά μας.

Αλλάζουμε συμβατικά χρόνους και πορευόμαστε με τυποποιημένες ευχές, που δεν οδηγούν πουθενά. Σίγουρα, λιγότερο ειλικρινείς απ’ όσους… πεθαμένες καλησπέρες δεν γουστάρουν να μας πουν! Αποστειρωμένες ελπίδες συνοδεύουν τα βήματά μας, που μας οδηγούν εκεί στη μέση του πουθενά, όπου προφανώς δεν μας αρέσει και ψάχνουμε τον δρόμο για του… Διαόλου τη Μάνα, μήπως και το περιβάλλον είναι πιο φιλικό και λιγότερο νοσηρό.

Μα τα GPS της νέας χορηγίας, μας οδηγούν σαν άβουλα πιόνια και εξαπατημένους ψηφιακούς νομάδες στο σαρκώδες χείλος ενός ξεδιάντροπου γκρεμού. Μεταλλάξεις, παραλλαγές, δείκτες, μπήχτες, εξισώσεις, συνιστώσες ναρκοθετούν τον δρόμο μας και μαυρίζουν την ψυχή μας. Αντισηπτικά εν αφθονία μα δεν καθαρίζουν την σκέψη μας και το μέσα μας και ας κρατούν αμόλυντα τα χέρια μας. Εξάλλου ό,τι πιάσαμε πιάσαμε και ό,τι μας ξεγλίστρησε δεν γυρίζει πίσω.

Είναι σαν τα χρόνια που περνάνε, χάνονται σβήνουν… Προφανώς και δεν παραδίνουμε πνεύμα και σάρκα, που εν τοιαύτη περιπτώσει δεν είναι πρόθυμο και ασθενής, αντίστοιχα… Έχει ακόμα λάδι το καντήλι μας και οκτάνια το ντεπόζιτό μας για να πάμε στο αύριο και το μεθαύριο και να δούμε όλο το έργο να περνά βασανιστικά από μπροστά μας και όχι να σβήνει στο μόνιτορ μιας κλειδαμπαρωμένης και σκοτεινής νοσοκομειακής κλινικής.

Ζωή σαν παραμύθι δεν θα ζήσουμε πια, δεν είναι αυτά για άγρια παιδιά! Δεν γεννηθήκαμε μιζεράμπλ, μα γίναμε προϊόντος του χρόνου, πλησιάζοντας στη… Δευτέρα Παρουσία! Αυτήν την κάτι σαν απειλή, που ακούγαμε από τα μικράτα μας. Και φτάσαμε σε μια αλληλουχία γεγονότων, που με λίγη φαντασία- επιστημονική και μη- δικαιώνουν τη… γιαγιά μου, τις γραφές και κάποιους γιαλατζί προφήτες.

Η γιαγιά έχει πεθάνει κάπου στα 1984 και πάντα τέτοιες ημέρες έβρισκα καταφύγιο στο σπίτι που ζούσε μόνη, καθώς ο παππούς μάς είχε αφήσει χρόνους. Ακόμα θυμάμαι την κατήχηση, τις νουθεσίες και τις συμβουλές της για τη ζωή που απλωνόταν μπροστά μου. Μα πιο πολύ, μάς θυμάμαι στο τζάκι με τα καπνισμένα από κυπαρισσόφουντες και φασκομηλιές λουκάνικα και τις αποξηραμένες πορτοκαλόφλουδες να κρέμονται στα μουτζουρωμένα τοιχώματα, που κατέβαιναν καλικάντζαροι.

Και από τότε, 37χρόνια βλέπω το ίδιο όνειρο: τη γιαγιά να κοιμάται ειρηνικά κι εγώ να μπαίνω αθόρυβα στο κονάκι της να αφουγκράζομαι την ανάσα της, να βεβαιώνομαι ότι είναι καλά και να φεύγω ήσυχος.

Και όταν πάλι ξυπνάω στο σήμερα νομίζω ότι… ήρθα στην Κοζάνη και έπεσα σε πλάνη! Βαρέθηκα να με βομβαρδίζουν για την αναγκαιότητα της απολιγνιτοποίησης και τον μονόδρομο της πράσινης ενέργειας, της μπιζναδόρικης. Μα πιο πολύ φοβάμαι για τις τροπικές νύχτες που έρχονται πολλαπλασιαστικά για να στερήσουν κι άλλο από το οξυγόνο μας…

 

Υ/Γ: Δεν φταίω εγώ που μεγαλώνω, φταίει η ζωή που είναι πικρή. Και εκτός από το χιούμορ στερεύουν και ευχές μου. Εκτός και αν θέλετε να αυτοδιαψευστώ ή να σας βγουν σαν φάρσα.