«Τεράστιος ο διχασμός
στην ρωσική κοινωνία»

Η Ρωσίδα παιδίατρος Άνα Λεβάντναγια είχε πάνω από 2 εκατομμύρια ακολούθους στο Instagram, οπότε όταν ανέβασε σε φωτογραφία ένα περιστέρι της ειρήνης με λεζάντα «Δεν διάλεξα την επίθεση, φοβάμαι για όλους, αυτή η τρέλα πρέπει να τελειώσει», οι εργοδότες της ήταν αδύνατο να μην το προσέξουν.

Η παιδίατρος ήταν στο εξωτερικό όταν συνέβη αυτό, ενώ λίγες ημέρες αργότερα έμαθε από συναδέλφους της ότι ο διευθυντής του μεγάλου κρατικού νοσοκομείου της Μόσχας στο οποίο εργαζόταν είχε κατακεραυνώσει την ανάρτησή της σε συνάντηση 100 ατόμων. «Ηταν μια δημόσια διαπόμπευση», είπε. «Εκαναν σαφές ότι κάποιος που δεν υποστηρίζει τους στόχους της κυβέρνησης δεν μπορεί να εργάζεται σε κρατικό νοσοκομείο».

Εν συνεχεία της είπαν να γράψει μια επιστολή παραίτησης, η οποία να περιλαμβάνει μόνο τη φράση «αδυνατώ να συνεχίσω την εργασία μου». Η Λεβάντναγια, που εξηγεί ιατρικά θέματα με τρόπο ελκυστικό για μεγάλα ακροατήρια, έχει μάθει να ζει με τα τρολ του Διαδικτύου. «Αλλά ποτέ, ούτε με τους εμβολιασμούς κατά του κοροναϊού, δεν υπήρχε τόσο μίσος», λέει. «Είναι τεράστιος ο διχασμός στην κοινωνία, γιατί ο καθένας πιστεύει τη δική του αλήθεια».

Αποκαλυπτικές είναι οι ιστορίες ενός καθηγητή μιας διαχειρίστριας  σινεμά και της γιατρού που παρουσίασε το BBC για τους ανθρώπους που χάνουν τη δουλειά τους στη Ρωσία, γιατί διαφώνησαν δημόσια με τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας.

Για τον 28χρονο καθηγητή Γεωγραφίας Καμράν Μαναφλάι όλα άρχισαν με μια ανάρτηση στο Instagram. «Δεν θέλω να αναπαράγω την κρατική προπαγάνδα», έγραψε. «Εχω δική μου γνώμη, όπως και πολλοί άλλοι καθηγητές. Και δεν είναι η ίδια με του κράτους». Λίγες ημέρες αργότερα, το Instagram απαγορεύτηκε στη Ρωσία, όπως και το Facebook. Αλλά για τον Μαναφλάι ήταν αργά.

Δύο ώρες μετά την ανάρτηση έλαβε τηλεφώνημα από τον γυμνασιάρχη του σχολείου όπου υπηρετούσε, στο κέντρο της Μόσχας, ο οποίος του είπε να το σβήσει αμέσως ή να παραιτηθεί.

Αποφάσισε να υποβάλει την παραίτησή του.

Φθάνοντας στο σχολείο την επόμενη ημέρα για να μαζέψει τα πράγματά του, δεν του επιτράπηκε καν να μπει. «Μετά άρχισαν να βγαίνουν έξω τα παιδιά για να με υποστηρίξουν και να με χαιρετήσουν. Επειτα κάποιος φώναξε την αστυνομία και τους είπε ότι οργανώνω παράνομη συγκέντρωση» είπε. Για την Κάτια Ντολίνινα, διαχειρίστρια δύο κινηματογράφων της κρατικής αλυσίδας Μοσκίνο, η εισβολή στην Ουκρανία ήταν η στιγμή που δεν μπορούσε πια να μείνει σιωπηλή. «Αγαπούσα τη δουλειά μου, δεν ήθελα να τη χάσω», είπε στο BBC και εξήγησε πώς εξαναγκάστηκε σε παραίτηση. Όταν όμως φίλοι τής έστειλαν την ανοικτή επιστολή εναντίον της λεγόμενης «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» που είχε τις υπογραφές ανθρώπων του πολιτισμού, δεν δίστασε να προσθέσει το όνομά της.

Κι εκείνη έλαβε τηλεφώνημα από το αφεντικό της, που της έθεσε το ίδιο δίλημμα: να αποσύρει την υπογραφή ή να παραιτηθεί. Παραιτήθηκε χωρίς να κάνει φασαρία, γιατί θεώρησε ότι αν απολυθεί, θα έχει περισσότερα προβλήματα στο μέλλον.

«Πολλοί από αυτούς που βρίσκονται στην αντίθετη πλευρά από το κράτος καταλήγει το ρεπορτάζ του BBC έχουν δει τις ζωές τους να αναστατώνονται. Κάποιοι έχουν απολυθεί, άλλοι έχουν παραιτηθεί. Οικογενειακοί δεσμοί έχουν διαρραγεί, με τις εντάσεις να εμφανίζονται συχνά μεταξύ γενεών. Για τον  καθηγητή Καμράν Μαναφλάι και πολλούς άλλους η μόνη επιλογή ήταν να φύγουν από τη χώρα. Αλλά ούτε θέλουν ούτε μπορούν όλοι να κάνουν αυτό το βήμα».