Ένας πραγματικός φάρος για την πόλη
«Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο• τον κοιτάζω και δε φοβούμαι• όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν υπογράφω!». Είναι σαν να τον βλέπω τον Ανδρέα να φωνάζει μπροστά στον χάρο. Ευθυτενής, ειρωνικός, με το τσιγάρο στο χέρι. Σιγά μην φοβηθεί τον θάνατο! Δεν φοβήθηκε άλλους κι άλλους, δεν τρόμαξε μπροστά στους βασανιστές του που τον σκότωναν αργά αργά, δεν ωρρόδησε προ ουδενός εγκληματία. Θα τρόμαζε με εκείνον, που στο κάτω-κάτω θα τον λύτρωνε από τα τελευταία βάσανα; Τελευταία μα μόνιμα, εκείνα που του «φόρτωσαν» στην πλάτη οι βασανιστές του, εκείνοι που είχαν κάνει το σώμα του κιμά και προσπαθούσαν να υποτάξουν την ψυχή του! «Όχι, ρε, δεν υπογράφω»! Σαν να ακούω τις φωνές του…
Ο Ανδρέας Σαββάκης δεν υπήρξε ένας ακόμη πνευματικός άνθρωπος που αντιστάθηκε, στη χούντα. Δεν ήταν ποτέ σαν τους άλλους. Και γι’ αυτό σήμερα καθόλου δεν θα του αρέσουν οι αναφορές περί αντίστασης, βασανισμού και άλλων επαίνων, που έτσι κι αλλιώς κάνουμε όταν φεύγουν από τη ζωή σπάνιοι άνθρωποι. Ο Ανδρέας σε όλη του τη ζωή έδινε το παράδειγμα: Σεμνός, συγκροτημένος και βαθιά πληγωμένος. Για όλα όσα έβλεπε γύρω του, για την ασχήμια, την έλλειψη αισθητικής και μέτρου. Είχε οδηγό ζωής και το έκανε πράξη όσα χρόνια βρέθηκε στη Βικελαία Βιβλιοθήκη, η οποία έγινε φάρος γνώσης και πολιτισμού από τον αείμνηστο Νίκο Γιανναδάκη, αλλά και με τη δική του καίρια συμβολή. Ήταν εκεί, παρών κάθε στιγμή που η Βιβλιοθήκη τον χρειαζόταν, η δουλειά ήταν το δεύτερο σπίτι του.
Τον γνώρισα μια εποχή που βρισκόταν στα καλύτερά του. Έμπειρος πια, διαυγής και ξεκάθαρος με τους ανθρώπους.
Ας μου επιτραπεί να καταθέσω μια μικρή προσωπική εμπειρία. Νεαρός δημοσιογράφος είχα, πριν περίπου 30 χρόνια, τη φαεινή ιδέα να κάνω μία έρευνα για τους δημάρχους του Ηρακλείου- αυτή που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες αργότερα σε τοπική εφημερίδα με τον τίτλο: “Από τους ναχιγιέδες στο Μεγάλο Κάστρο”. Νόμιζα ο αφελής ότι θα ήταν εύκολο. Θα δω τα αρχεία και… νά τη η έρευνα! Δεν ήξερα ότι δεν υπήρχε τίποτα συγκεντρωμένο, δεν υπήρχαν αρχεία! Ευτυχώς ήταν εκεί ο Ανδρέας. Με κοίταξε περίεργα όταν μπήκα στον μεγάλο χώρο που συνήθιζε να κάθεται: «Εσύ τι είσαι;» με ρώτησε. Όταν του εξήγησα τι ήθελα να κάνω, λες και ήταν… δική του έρευνα, δική του δουλειά! Με καθοδήγησε στα τουρκικά αρχεία, σε εκείνα του Συμβουλίου, τα σημειώματα του Στεργιάδη, τις αναφορές για τον πρώτο χριστιανό δήμαρχο, τα… τσιγαρόχαρτα του Σταυρινίδη. Αισθάνομαι ακόμη και σήμερα ότι η έρευνα εκείνη ήταν και δική του! Και πάντα… ήταν στο τηλέφωνο, όταν έβλεπε ότι «κάποιοι παίρνουν στοιχεία χωρίς να κάνουν αναφορά». Πόσο δίκαιος ήταν…
Ε, λοιπόν άνθρωποι σαν τον Ανδρέα δεν χάνονται… Γιατί έζησε με τρόπο που δεν αφήνει πίσω τίποτα άχρηστο. Οι ιδέες του είναι εδώ, το πνεύμα του μαζί μας. «Αυτό που δίνει νόημα στη ζωή, δίνει νόημα και στον θάνατο» που έλεγε ένας αγαπημένος μας συγγραφέας.