Η πίστη, οι παραδόσεις και η… υποκρισία μας
«Σκοτώστε τους όλους! Ο Θεός θα αναγνωρίσει τους δικούς του» λέγεται ότι απάντησε στις αρχές του 13ου αιώνος ένας υπερφίαλος λεγάτος του Πάπα όταν ρωτήθηκε πώς θα ξεχωρίσουν τους αιρετικούς από τους άλλους κατοίκους της κατακτημένης πόλης. Ο τύπος νόμιζε πως είχε εξασφαλίσει την… επουράνια εύνοια ό,τι και να πράξει.
Με ολίγη ιστορική… υπερβολή το… θυμήθηκα αυτές τις άγιες μέρες, που προσπάθησα κι εγώ να τονώσω την πίστη μου, να βιώσω τα σεπτά Πάθη του Κυρίου. Να κοιτάξω μέσα μου, όπως μας συστήνει η Εκκλησία, όπως λένε οι γραφές. Κι εκεί είδα πολύ κόσμο να έχει την άποψή ότι… ο Θεός ξέρει. Δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα!
Και μείναμε με τις σκέψεις τώρα, και μετά τις μέρες κατάνυξης και περισυλλογής επιστρέψαμε στην καθημερινότητά μας. Μετά τη νηστεία και την αυστηρή προσήλωση στα ελληνορθόδοξα πιστεύω μας, ξαναβρήκαμε τη ρουτίνα μας. Ή μήπως δεν φύγαμε ποτέ;
Αναρωτιέμαι από τις μέρες της Μεγαλοβδομάδας και του Αγίου Πάσχα εάν πραγματικά μπερδεύουμε τις συνήθειες με την πίστη, τα πρέπει μας με την ανυπόκριτη προσήλωση στις παραδόσεις και τα χριστιανικά μας ειωθότα.
Βρέθηκα στις εκκλησίες της περιοχής μας αυτές τις όμορφες βραδιές των ακολουθιών. Εκεί, αλήθεια, βιώνεις τα… “πάθη”: το στριμωξίδι, την αγένεια, την έλλειψη σεβασμού στα παιδιά, σε ανήμπορους και πάσχοντες, ακόμη και… γαλλικά άκουσα όταν ο ιερέας μας κάλεσε να προσέλθουμε μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης στη Θεία Κοινωνία!
Πιο πολύ -εξομολογημένη αμαρτία μου- ενοχλήθηκα τη βραδιά της Ανάστασης. Επιλέγεις ένα όμορφο εκκλησάκι, μακριά από τα ανόητα πλακατζίκια, θέλεις να ανάψεις το κερί σου, να ακούσεις σε ένα περιβάλλον κατανυκτικό το «Χριστός Ανέστη». Αμ δε… Άλλαι αι βουλαί του Κυρίου και άλλαι του χριστεπώνυμου πληρώματος της Εκκλησίας. Συζητήσεις, κουτσομπολιά, φωνές, μέχρι και…τσιγαράκι όσο να πει ο παπάς το αναστάσιμο μήνυμα. Με το… “Χριστός…” έπεσαν τα πρώτα φιλιά και τσουπ όλοι στον δρόμο για τη μαγειρίτσα! Οι… πιστοί πήραν φύλλο και φτερό. Αλλά κρατούσαν το Άγιο Φως μη τυχόν και σβήσει-κακό σημάδι!
Γύρισα και κοίταξα μελαγχολικός την εκκλησία. Άδεια, άλλα όμορφη. Χωρίς κόσμο, αλλά με εκκωφαντική σιωπή. Χωρίς το Σώμα της, αλλά με σεβασμό και κατάνυξη. Θυμήθηκα κι εκείνες τις Ρωσίδες που είχαν συναντήσει σε μοναστήρι πριν χρόνια να ακούν το Χριστός Ανέστη και να ριγούν από συγκίνηση. Εκείνους τους ξένους που δεν γνώριζαν, αλλά με σεβασμό άκουγαν τα λόγια του ιερέως.
Ξέρω. Χτυπώ ανοιχτές θύρες. Τα ζούμε όλοι. Και δεν κάνουμε τίποτα. Αλλά μεγάλωσα και δεν μπορώ πια την υποκρισία. Δεν μπορώ να ακούω εκείνον που κάνει όλα αυτά τη Μεγαλοβδομάδα να εξαπολύει… χριστιανικούς κεραυνούς για το πατίνι του παπά στον Άγιο Νεκτάριο! Δεν θα διστάσω να διαλέξω…