Ξέρετε πού δεν μιλούν;
Στα σπίτια των νεκρών!
Επίσημα σήμερα, τελειώνει το εθνικό πένθος για την τρίτη κατά σειρά τραγωδία των Τεμπών. Άρα οι ελληνικές σημαίες θα κυματίζουν ψηλά και πάλι μισοσχισμένες κι ασθενικές στα δημόσια κτήρια κι από Δευτέρα θα επανέλθουμε στην κανονικότητά μας, που περιλαμβάνει πολιτικές αντιπαραθέσεις, κόντρες και διαξιφισμούς.
Γιατί η αλήθεια είναι πως μέσα σε αυτό το τριήμερο χάσαμε πολλά. Χάσαμε τη συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, την ομιλία Ανδρουλάκη στο Ηράκλειο, τη συνεδρίαση της Επιτροπής Δεοντολογίας για τον Πολάκη και την συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου που θα αποφάσιζε αύξηση μισθών και θα καθόριζε την ημερομηνία των εκλογών. Μας ένοιαξε άραγε τίποτα απ’ αυτά; Ασφαλώς και όχι. Γιατί όταν νέοι άνθρωποι χάνονται, η πολιτική σιωπά.
Προφανώς και θα δούμε πολιτικούς στο σημείο της τραγωδίας. Προφανώς και θα βγάλουν φωτογραφίες (αφού αυτή φαίνεται πως κυρίως είναι η δουλειά τους). Τώρα… με ποιο θράσος βγάζει κάποιος φωτογραφίες δίπλα σε ανύπαρκτες υποδομές που προσβάλλουν μια σύγχρονη χώρα και πλάι σε διαμελισμένα σώματα, είναι κάτι που πιθανά θα πρέπει να το απαντήσουν ψυχολόγοι. Αλλά μετά από αυτή τη φιέστα πόνου άραγε, θα βρίσκονται και την επόμενη ημέρα δίπλα στις οικογένειες των θυμάτων και των τραυματιών που μπορεί να έχουν μια διαφορετική, τραγική ζωή;
Θα ασχοληθούν με το να γίνουν τα δίκτυα επιτέλους σύγχρονα; Απαντώ μόνος. Προφανώς όχι.
Υπάρχει προεκλογική περίοδος αμέσως μετά. Και θα τρέξουν για το σταυρό. Γιατί αυτά μας έμαθε η Ελλάδα. Αν βγουν… αν…, μπορεί μετά την επανεκλογή τους να πάρουν ένα καλάθι ουίσκι και γλυκά και να περάσουν από το πιο όμορφο σπίτι θύματος, που θα γράφει ωραία και στο φακό!
«Ενδιαφερόμαστε!» Θα τονίσουν με στόμφο.
Στο μεταξύ όλες αυτές τις μέρες, τυχαίνει να μιλώ με μηχανικούς και με επιζώντες. Οι επιζώντες κρατούν χαμηλό προφίλ και δεν μπαίνουν σε λεπτομέρειες. «Ευτυχώς σωθήκαμε! Αλλά το τι είδαμε δεν θέλουμε καν να το θυμόμαστε». σ.σ. Οι επιζώντες δεν θέλουν να θυμούνται το φόντο μπροστά από το οποίο στήθηκαν οι πολιτικοί… για να έχουμε μια τάξη μεγέθους της διαστροφής).
Οι μηχανικοί αναφέρουν… «Δεν θέλουμε να μιλήσουμε επίσημα, διότι αυτό που συνέβη είναι έγκλημα και φοβόμαστε πως αν μπούμε σε λεπτομέρειες θα ακουστούν πράγματα τα οποία ίσως δεν πρέπει να ακουστούν».
Όλοι όμως οι υπόλοιποι μιλάμε. Και μιλάμε και πολύ. Ξέρετε πού δεν μιλούν; Στα σπίτια των νεκρών! Γιατί αυτή η νεκρολαγνεία μας κι αυτό το πάθος αναλυτικής περιγραφής του πόνου δεν τους αγγίζει. Εμείς αύριο θα βγούμε βόλτα, θα βγούμε για καφέ, θα γιορτάσουμε τα γενέθλια ενός φίλου. Γι’ αυτούς δεν υπάρχουν πια γιορτές. Γιατί ήταν γονείς. Κι αν κάτι οφείλει να κάνει η Πολιτεία κι αν κάτι οφείλουν να κάνουν οι πολιτικοί, είναι να κάτσουν επιτέλους σ’ ένα κοινό τραπέζι και να διασφαλίσουν σε κάθε χαροκαμένη μάνα πως τέτοια «ανθρώπινα λάθη» δεν θα ξανασυμβούν.