«Όλα πάνε καλά,
αχαριστία να γκρινιάζω»
Ο συγγραφέας Αύγουστος Κορτώ έχει μιλήσει πολλές φορές για το πρόβλημα της κατάθλιψης και τις απόπειρες αυτοκτονίας που έχει κάνει και αυτή τη φορά έγραψε για τα αρνητικά συναισθήματα που πιθανώς να νιώθουμε και να ντρεπόμαστε να τα εκφράσουμε.
Αφορμή η συνομιλία με μια φίλη, από αυτές που κάνουμε όταν θέλουμε να μοιραστούμε όσα μας «ρίχνουν», ακόμη κι αν φαινομενικά δεν έχουμε λόγο να λυγίζουμε.
Μιλούσα χτες με μια φίλη, και μου έλεγε το πρόβλημά της: Ένιωθε πεσμένη, αποκαρδιωμένη, αλλά ντρεπόταν να το πει. «Είμαστε όλοι καλά,» μου έγραφε, «δεν κολλήσαμε, τα παιδιά μας είναι γερά και χαρούμενα, έχουμε δουλειά, όλοι μου λένε, είσαι τυχερή, οπότε αισθάνομαι αχάριστη να γκρινιάξω, αισθάνομαι γαϊδούρα».
Ωστόσο, κάθε αρχή και δύσκολη. Η νέα χρονιά, μ’ όλους τους ψυχαναγκασμούς (να πετύχεις τους στόχους σου, να βγάλεις πιο πολλά λεφτά, να αδυνατίσεις, να μάθεις αραμαϊκά και ικεμπάνα), μπορεί να γίνει φοβερός βραχνάς. Και δεν πρόκειται για μια οποιαδήποτε χρονιά: φέτος είναι το τρίτο έτος της πανδημίας, κι η συσσωρευμένη κούραση, το τούνελ δίχως φως στο βάθος, είναι εύκολο να σε ρίξουν.
Κι αυτό το «Είσαι τυχερός!» πόσο επιπόλαια λέγεται, όταν δεν ζεις τη ζωή του άλλου. Θυμίζει το «Έχεις την υγεία σου και παραπονιέσαι;», που σχεδόν πάντα αναφέρεται στη σωματική υγεία: αν στέκεσαι όρθιος (έστω και με το ζόρι) όλα πάνε τέλεια.
Όχι ότι η φιλενάδα έχει κατάθλιψη – δεν χρειάζεται να είσαι άρρωστος (ή να αρρωστήσεις από αισθήματα που καταπνίγεις) για να νιώθεις δυσθυμία, απογοήτευση, ακόμα κι απελπισία. Ούτε είναι αγνωμοσύνη και ύβρις να νιώθεις κατάπτωση, και να θες να κλαφτείς, ενώ οι αγαπημένοι σου άνθρωποι είναι υγιείς. Η ψυχή δεν είναι ζυγαριά ακριβείας, που ισοφαρίζει βάρη και χαρές.
Όλοι έχουμε το δικαίωμα να λυγίζουμε, για μια ώρα ή μια μέρα ή μια βδομάδα ή κι ένα μήνα, άμα λάχει. Κι όλοι έχουμε το δικαίωμα, ακόμα κι αν όλοι μας μακαρίζουν, να κλαιγόμαστε – στους φίλους, στους δικούς μας, στον γιατρό.
Αυτό είναι, εξάλλου, η αγάπη: μια ψυχική συνθήκη χωρίς ντροπή κι αυτοπεριορισμούς. Σήμερα θα σε νταντέψω εγώ, αύριο θα με νταντέψεις εσύ. Κι αν δεν νιώθεις διόλου τυχερός, ευλογημένη, και τα ρέστα, δεν πειράζει.
Πες τη ζωή, ζωή, κι άσε τα μεγάλα λόγια για όταν θα ‘χεις το κουράγιο να τα νιώσεις.»