Πως μετετράπη
μια θρησκευτική εορτή
σε κοσμικό
παγκόσμιο προϊόν
Είχε δίκιο όποιος και να είχε γράψει ότι «οι μυρωδιές των Χριστουγέννων είναι οι μυρωδιές της παιδικής μας ηλικίας». Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο. Μόνο μυρωδιές και εικόνες. Τις ανακαλεί η μνήμη μας τώρα που μεγαλώνουμε και ο σκληρός δίσκος αρχίζει και γεμίζει.
Μπορεί να είναι δύσκολο να θυμηθείς τι έφαγες χθες, ποιος είναι εκείνος που σε χαιρέτισε με τέτοια οικειότητα, αλλά δεν έχεις καμία δυσκολία να ανακαλέσεις στη μνήμη σου όσα έζησες στα τρυφερά σου χρόνια. Κι έχει μια δύναμη το μυαλό τεράστια. Είναι το δώρο της φύσης. Να ανακαλεί τις καλές στιγμές, τα όμορφα αισθήματα και να πηγαίνει στο πίσω μέρος τις κακές, τις τραυματικές εμπειρίες. Γι αυτό και όποιος μπορεί να ισορροπήσει αυτές τις θύμησες, λένε οι ψυχολόγοι, πέτυχε! Χωρίς ψυχοθεραπεία, χωρίς φάρμακα και χημικές βοήθειες…
Τι ήταν για όλους μας εκείνες οι γιορτές, πριν γίνουν ένα παγκοσμιοποιημένο κοσμικό προϊόν; Περιμέναμε, καταρχήν, πως και πως τις διακοπές. Δοκιμές στα κάλαντα για να πάρουμε ό,τι καλούδια μας έδιναν. Λεφτά μόνο από τους παππούδες, άντε και από το νονό. Γεμίζαμε τα καλάθια με μύγδαλα, καρύδια, λουκάνικα. Και το κάρτο με το λαδάκι που στο τέλος φούλαρε το ντενεκάκι. Τι κόλλημα με τα κάλαντα! Τι ανταγωνισμός με τα υπόλοιπα παιδιά να τα πούμε ωραία και…ολόκληρα! Και την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα τα ίδια…
Και μετά ο χοίρος. Μια βάρβαρη πράξη για τους αστικοποιημένους φίλους μας, αλλά τόσο…παραδοσιακή για όλους εμάς που το κρέας δεν ήταν το συνηθισμένο στο τραπέζι. Εμείς δεν πεινάσαμε, αλλά πρωτεϊνες δεν βρίσκονταν εύκολα όπως σήμερα. Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι μου άρεσε το θέαμα. Ποτέ δεν ήταν η θανάτωση ενός ζωντανού μια ευχάριστη εικόνα. Αλλά έτσι γινόταν. Σήμανε το τέλος μιας εποχής, την αρχή μιας εορταστικής περιόδου. Μαζί με τα καλικαντζαράκια… κρεμόταν και ο χοίρος από το τσιγκέλι μέσα στα σπίτια!
Το απόγευμα γέμιζε αρώματα. Δεν μπορώ να ξεχάσω εκείνα τα έντονα μπαχαρικά, το κίμινο , το πιπέρι, το ξύδι έμπαινε και σου διέλυε τα ρουθούνια. Θυμάμαι τη μάνα να είναι δίπλα στο σοφρά, να φτιάχνει επί ώρες τα λουκάνικα, να γεμίζει τα καλοπλυμένα εντεράκια, να μην αφήνει τίποτα έξω, να δημιουργεί με μοναδική απλότητα αριστουργήματα. Μετά έπρεπε τα λουκάνικα να καπνιστούν με κυπαρίσσια που κόβαμε, λες κι αυτό το δέντρο ήταν το μοναδικό από τα οποία μπορούσε να βγει ένα εξαίσιο σπιτικό και παραδοσιακό έδεσμα.
Στη συνέχεια, η παραγωγή της μάνας κρεμιόταν σε κομμάτια πάνω από την παρασιά, στην καμινάδα…δεν τολμούσε να αγγίξει κανένας μας πια, «ήταν για τους ανθρώπους»! Όπως τα μελομακάρουνα, οι κουραμπιέδες. Όλα ήταν στη σάλα μας που άνοιγε εκείνες τις μέρες- ξέρετε το δωμάτιο που ήταν πάντα κλειδωμένο και «απαγορευμένο» για μας τα παιδιά!
Και στο τέλος της μέρας ύπνο νωρίς. Γιατί είχε ξημερώματα εκκλησιασμό. Δεν έπαιζε κάτι άλλο. Δεν υπήρχε δυνατότητα επιλογής, αμφισβήτησης. Τα Χριστούγεννα ήταν μια χριστιανική εορτή και κανένας , πολύ περισσότερο η μάνα μας , δεν το διαπραγματευόταν. Θυμάμαι ότι νύχτα σχεδόν πηγαίναμε στη λειτουργία. Όλοι. Με τα καλά μας. Κρυώναμε, αλλά η ζεστασιά στην καρδιά μας ήταν τέτοια που μας έκανε να μαγευόμαστε από την κατανυκτική λειτουργία. Μια μυσταγωγία που σε έβαζε στο πνεύμα του Δωδεκαημέρου. Μια αίσθηση, μια ανατριχίλα που μόνο χρόνια αργότερα βίωσα σε Όρθρο στο Άγιον Όρος…
Πόσο άλλαξαν αυτά; Πόσο διαφορετικά είναι; Για όλους όσους μεγάλωσαν με συγκεκριμένες συνήθειες, έθιμα και παραδόσεις , με τις μυρωδιές, μοιάζουν πραγματικά σήμερα αυτές οι γιορτές ένα κοσμικό προϊόν, χωρίς θρησκευτική αναφορά, που εορτάζουν -και δεν είναι τυχαίο- μουσουλμάνοι, ινδουιστές, βουδιστές…και πάνω από όλους οι Κινέζοι που κάνουν απίστευτους τζίρους! Αλλά θα μου πείτε και πως να κάνεις πια Χριστούγεννα χωρίς τους Κινέζους; Αυτοί δίνουν…λάμψη στις γιορτές όλου του κόσμου. Ανεβάζουν σε άλλο επίπεδο τούτη τη γιορτή!
Δεν γκρινιάζω. Κι ας μην είναι τίποτα σαν πριν, ας μην μοιάζουν αυτές οι μέρες με εκείνες που ζούσαμε όταν ήμασταν παιδιά. Αλλά πάντα έχουμε την ευκαιρία να ξαναγίνουμε. Στο χέρι μας είναι. Αρκεί να υπάρχει αγάπη, τρυφερότητα, ενσυναίσθηση. Και ζωντανές μνήμες. Γιατί ”δεν υπάρχει τίποτα πιο θλιβερό σ’ αυτόν τον κόσμο από το να ξυπνάς το πρωί των Χριστουγέννων και να μην είσαι παιδί.”