Η Ινδία, χώρα καταγωγής του Σούνακ,
δεν έχει κρύψει τις διαφωνίες της
με τη βρετανική κατοχή των θησαυρών της

Σε αυτά τα διπλωματικά τερτίπια, που ακόμα κι ένα “και” μπορεί να δημιουργήσει θέμα, δεν μπορώ να υπεισέλθω και δεν το θέλω κιόλας. Ομοίως και η σιχαμερή πολιτική ορθότητα που στραγγαλίζει τη λογική και λειτουργεί περισσότερο σεξιστικά και ρατσιστικά από ό,τι θέλει δήθεν ν’ αποφύγει.

Απλώς και μόνο κάποιες σκέψεις που όλοι κάναμε ή συζητήσαμε στις παρέες αυτή την εβδομάδα και αφορούσε τη στάση του Βρετανού πρωθυπουργού στο θέμα των Γλυπτών, που δημιούργησε το γνωστό διπλωματικό επεισόδιο.

Ακόμα κι ένας πρώην ανώτερος διπλωμάτης χαρακτήρισε την απόφαση του «γελοία, εριστική συμπεριφορά», ενώ ένας υπουργός που τάσσεται υπέρ του Σούνακ τη χαρακτήρισε με σαφήνεια «λάθος απόφαση».

Αυτό που όλοι σκεφτήκαμε είναι πώς ένας πολιτικός, γιος Ινδών μεταναστών, του οποίου οι παππούδες έφυγαν από τη Βόρεια Ινδία για το Ηνωμένο Βασίλειο τη δεκαετία του 1960, έδειξε αυτή την άκαμπτη -το λιγότερο-στάση απέναντι στον Έλληνα πρωθυπουργό.

Όταν ο Έλγιν ξερίζωνε τα Γλυπτά του Παρθενώνα, οι Άγγλοι αποικιοκράτες αποστερούσαν την Ινδία που τη χαρακτήριζαν το «Διαμάντι του Στέμματος», από πλουτοπαραγωγικές πηγές διαπράττοντας πολλές φορές θηριώδίες.

Απ’ αυτήν την άποψη οι περισσότεροι από μας περιμέναμε όχι ο Βρετανός πρωθυπουργός να πει “ανοίξαμε και σας περιμένουμε”, αλλά να δείξει μια μεγαλύτερη ευαισθησία.

Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η Κίνα, η Ελλάδα, η Νιγηρία, η Αίγυπτος και η Ινδία είναι ανάμεσα στις χώρες που διεκδικούν θησαυρούς από το Μουσείο και τη βρετανική κυβέρνηση. Και βέβαια η συλλογή του Βρετανικού Μουσείου απαρτίζεται σχεδόν αποκλειστικά από κειμήλια και πολιτιστικούς θησαυρούς άλλων χωρών.

Ανάμεσα στους θησαυρούς που διεκδικεί η Ινδία είναι τα περίφημα Γλυπτά Amaravati, μια σειρά από 120 γλυπτά και επιγραφές που βρίσκονται στο

Βρετανικό Μουσείο και προέρχονται από τον Μεγάλο Ναό του Amaravati, που ιδρύθηκε γύρω στο 200 π.Χ. και ήταν ένα από τα παλαιότερα, μεγαλύτερα και πιο σημαντικά βουδιστικά μνημεία στην αρχαία Ινδία.

Τα γλυπτά αυτά τεχνουργήματα αποτελούνται από σκαλιστά ανάγλυφα πάνελ που δείχνουν αφηγηματικές σκηνές από τη ζωή του Βούδα, καθώς και βουδιστικά εμβλήματα και σύμβολα.

Ένα άλλο κειμήλιο που διεκδικούν και άλλες χώρες, λόγω της πολύπλοκης διαδρομής του, είναι το θρυλικό διαμάντι Koh-I-Noo που κοσμεί τον σταυρό του βασιλικού στέμματος.

Το κειμήλιο διεκδικούν επίσης το Πακιστάν, το Ιράν, το Μπαγκλαντές και το Αφγανιστάν.

Πρόκειται για ένα διαμάντι 105 καρατίων, που φέρεται να εξορύχθηκε από την Ινδία, μεταξύ 12ου-14ου αιώνα και να ζύγιζε πριν τον τεμαχισμό του 793 καράτια.

Κατασχέθηκε από τη Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, μετά τη νίκη της στον Δεύτερο Πόλεμο Άγγλων και Σιχ το1849 και δόθηκε στη βασίλισσα Βικτώρια. Από τότε αποτελεί μέρος της συλλογής κοσμημάτων της βασιλικής οικογένειας της Αγγλίας.

Και η χώρα που σύντομα θα γίνει η πολυπληθέστερη του πλανήτη δεν έχει κρύψει τις διαφωνίες της με τη βρετανική κατοχή των θησαυρών της.

Ο Σάσι Ταρούρ, πρώην αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ και νυν βουλευτής στην Ινδία, είχε δηλώσει κάποτε γι’ αυτό το θέμα σε βρετανική εφημερίδα:

«Επιτέλους έχουμε μπει σε μια εποχή κατά την οποία το αποικιακό πλιάτσικο και λεηλασία αναγνωρίζονται ως αυτό που ήταν πραγματικά και δεν παρουσιάζονται ως τυχαία λεία κάποιας ευγενούς αποστολής εκπολιτισμού. Όπως βλέπουμε όλο και συχνότερα, η επιστροφή της κλεμμένης ιδιοκτησίας είναι πάντα θετική κίνηση.

Οι επόμενες γενιές θα απορούν γιατί τα πολιτισμένα κράτη άργησαν τόσο πολύ να κάνουν το σωστό». Με τον Σούνακ πρωθυπουργό δεν το βλέπω…