Κάποιοι, όμως, τρίβουν τα χέρια τους γιατί το πρόβλημα πια δεν απασχολεί μονάχα λίγους, φτωχούς πλην τίμιους ψαράδες και ερευνητές
Πριν από κάποιους μήνες, όταν είχαμε την πρώτη επίθεση λαγοκέφαλου στην Κάρπαθο τότε, θυμάμαι κάποιον να μου λέει “Μπορεί να έγινε για καλό”. Ο λόγος που έκανε αυτή την εκτίμηση ο συνομιλητής μου είναι ο εξής: επί χρόνια, πάνω από μια δεκαετία, το πρόβλημα το γνωρίζαμε. Οι πρώτοι που το εντόπισαν, ότι δηλαδή οι θάλασσές μας δεν είναι πια οι ίδιες, ήταν οι ψαράδες.
Δεν είναι, βέβαια, κι εκείνοι άμοιροι ευθυνών, δυστυχώς. Γνωρίζω θαλασσόλυκους που σέβονται τη θάλασσα περισσότερο από τους υπόλοιπους κοινούς θνητούς που μας αρέσει να λιαζόμαστε και να τσαλαβουτάμε. Υπάρχουν, όμως, κι εκείνοι που δε δίνουν δεκάρα για τους γραπτούς και άγραφους νόμους για την αλιεία, δηλαδή πού, πόσο, πότε και πόσο μικρά ψάρια πρέπει να ψαρεύεις, ας πούμε για να είναι όλοι ικανοποιημένοι.
Ας επανέλθουμε τώρα στους λαγοκέφαλους. Ψαράδες, λοιπόν, κι ερευνητές έκρουαν το καμπανάκι κινδύνου. Έριχναν τα δίχτυα τους και τα έβρισκαν φαγωμένα, έψαχναν μάταια για μια καλή ψαριά και έπιαναν μονάχα ψάρια τοξικά που σε καμία περίπτωση δεν είναι εμπορεύσιμα.
Απευθύνονταν στους επιστήμονες και όλοι μαζί χτυπούσαν την πόρτα των αρμοδίων που μάλλον σφύριζαν αδιάφορα. Αυτό ίσχυε τουλάχιστον μέχρι πρότινος και περιμένω με ενδιαφέρον να δω ποιες θα είναι τελικά οι κινήσεις από πλευράς των φορέων που υποτίθεται πως ανέλαβαν να δώσουν λύση σε αυτό το πρόβλημα.
Ο συνομιλητής μου, λοιπόν, σκέφτηκε πως αν αρχίσουν οι επιθέσεις σε λουόμενους και ακόμα περισσότερο τουρίστες, τότε θα αρχίσουν να βλέπουν το πρόβλημα και οι φορείς του τουρισμού. Ένα απαισιόδοξο σενάριο που έρχεται από το ίσως και όχι τόσο μακρινό μέλλον, λέει πως θα μπει απαγορευτικό σε κάποιες ακτές λόγω επικίνδυνων ψαριών. Κάποιοι, όμως, τρίβουν τα χέρια τους, γιατί το πρόβλημα πια δεν απασχολεί μονάχα λίγους, φτωχούς πλην τίμιους ψαράδες και ερευνητές. Το πρόβλημα αφορά όλους και ειδικά την τσέπη κάποιων. Εδώ σε θέλω κάβουρα, που λέει ο λαός…