Εύκολα καταλαβαίνεις γιατί είναι

τόσο βολικό να κακοφορμίζει

αυτό το δύσωσμο πυώδες σπυρί

της βίας του μίσους

του διχασμού της άρνησης

Να είσαι 19 χρονών, με τα γκάζια της νιότης για τη ζωή που σε περιμένει, και να ξεψυχάς ψελίζοντας  «σας παρακαλώ μη με χτυπάτε άλλο».  Να σφάζουν το κορμί σου με μαχαίρια και δρεπάνι επειδή δεν έδωσες αρεστή απάντηση στο «τι ομάδα είσαι». Να σακατεύουν με χτυπήματα το κεφάλι σου και να πνίγεσαι μέσα στο αίμα σου στη μέση του δρόμου, γιατί κανείς δε σταματά την οργανωμένη εγκληματική δράση όσων θερίζουν ανθρώπινες ζωές  στο όνομα της ποδοσφαιρικής ομάδας.

Κι όμως… Είμαστε εκεί. Είναι απερίγραπτα τραγικό,  πόση βαρβαρότητα ξεχύνεται στη ζωή μας από το βραστήρα της κοινωνίας, που δίνει ανεξάντλητα νέες διαστάσεις και εκδοχές στους αφόρητους και άδικους θανάτους. Η δολοφονία του Άλκη Καμπανού, δεν έγινε μέσα σε γήπεδο, έγινε μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Δεν προηγήθηκε καβγάς ή κάποιο επεισόδιο και τέλος πάντως ο 19χρονος δεν προσέκρουσε στο μαχαίρι. Βρέθηκε στο καρτέρι δολοφόνων που εγκληματούν γιατί αισθάνονται άτρωτοι να εκτελούν τον αρρωστημένο  ρόλο τους. Και τελικά μπορούν.

Γι’ αυτό και το επαναλαμβάνουν.  Δεν ξέρω πόσο φτάνει στις ταπωμένες μύτες μας από την παρατεταμένη μασκοφορία, η βρώμα της σαπίλας  του συστήματος που προσφέρει θαλπωρή και φροντίδα στις εγκληματικές αυτές δράσεις. Όμως, το βέβαιο είναι ότι αν και εμείς το διαχειριστούμε αυτό το σκηνικό,  σαν μέρος της κανονικότητας μας γινόμαστε ένα με το τέρας.

Δηλαδή πόσα παιδιά πρέπει να σβήσουν, πόσες μάνες πρέπει να λιώσουν στο κλάμα,  πόσες οικογένειες πρέπει να συντριβούν από τις αφόρητες οδύνες του πένθους, πόσες προμελετημένες δολοφονίες πρέπει να μετρήσουμε, πόσες τυφλές εγκληματικές ενέδρες πρέπει να καταγράψουμε, για να γίνει επιτέλους πράξη το «Καμία Ανοχή». Ο 19χρονος Άλκης που τόσο άδικα χάθηκε, είναι πια μέρος μιας μεγάλης αλυσίδας θανάτων, που έχουν προηγηθεί, και το ζητούμενο είναι να αποδειχτεί  και ο τελευταίος που θα σφραγίσει αυτό τον κύκλο των θυσιών και του αίματος στο χρώμα της φανέλας.

Η συστημική μηχανή που τόσα χρόνια σμιλεύει  παραγωγικά  το διχασμό στη ζωή μας και για το χρώμα της φανέλας, κρύβει επιμελώς το χρώμα του χρήματος στο μεγάλο παιγνίδι που παίζεται στο γήπεδο των οικονομικών συμφερόντων. Στις τυφλές στρατιές οπαδών που παρατάσσονται με αυτοθυσία πίσω από διοικήσεις και προέδρους (ακόμα και όταν διώκονται από το νόμο) βρίσκουν τους πιο πιστούς υπηρέτες τους όσοι κινούν τα νήματα των ομάδων. Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς γιατί για κάποιους είναι τόσο βολικό να κακοφορμίζει αυτό το δύσωσμο πυώδες σπυρί της βίας του μίσους του διχασμού της άρνησης.

Και αυτοί οι «κάποιοι» μετά από μέρες που θα καθιζάνει ο κουρνιαχτός του πένθους και της οργής που ξεσήκωσε αυτή η κτηνώδης δολοφονία, θα συνεχίζουν να απολαμβάνουν την ιδιότυπη ασυλία τους και να ατενίζουν το μέλλον τους βλέποντας το ηλιοβασίλεμα από τη τζαμαρία του γραφείου τους. Όμως για τον  Άλκη είναι πια αργά.

Το ζήτημα είναι, να μην γίνει πια αργά για όλους μας…