Τίποτα δεν συγκρίνεται με την απόλαυση μιας ταινίας και μετά…συζήτηση με φίλους
Ταινία κινηματογραφική πρέπει να πρωτοείδα πολύ μικρός σε μια από αυτές τις προβολές που έκαναν οι πλανόδιοι «σινεματζήδες» στο καφενείο. Στο χωριό εκεί μαζευόταν ο κόσμος, έβαζαν στα παράθυρα κάτι μπατανίες για συσκότιση, απέναντι ένα άσπρο σαν σεντόνι και βλέπαμε Βουγιουκλάκη, Παπαμιχαήλ, Καζάκο. Μπορεί και Πρέκκα. Επίσης κάτι πολεμικά και ηρωικά έδειχναν – σε κάτι άλλα… πονηρά μας έδιωχναν εμάς τους μικρούς.
Αλλά το καφενείο δεν ήταν χώρος για μαγεία. Είχε λίγο… μυρωδιά, λίγο φασαρία και πολύ… πτύειν. Μνήμες ναι, τίποτα όμως το μαγικό, όπως θα το περιέγραφε αργότερα ο Τζουζέπε Τορνατόρε. Ο δικός μου «σινεμά ο παράδεισος» ήρθε λίγο αργότερα, προς το τέλος της της δεκαετίας του ΄70. Μαγεύτηκα. Το θυμάμαι. Η τεράστια οθόνη, η σκοτεινή αίθουσα και η πανδαισία χρωμάτων- εικόνων μας καθήλωνε.
Ο Ταρζάν, η πρώτη ταινία που είδα. Άλλος κόσμος. Μετά θέλαμε συνέχεια. Δεν γινόταν, αλλά όποτε βρίσκαμε ευκαιρία και… χρήματα, βλέπαμε σινεμά. Χειμερινό, θερινό (με τις ωραίες αλλά και… άσχημες μερικές φορές μυρωδιές), ακόμη και σινεάκ- και λίγο «Ορφέα» όταν μεγαλώσαμε. Αρκεί να πηγαίναμε παρέες, να βλέπουμε, να εκστασιαζόμαστε. Ό,τι και να βλέπαμε μας άρεσε.
Από τη πιο μπούρδα μέχρι τα πιο… σοβαρά ιστορικά άνοιγαν ένα παράθυρο στη φαντασία μας και το μυαλό μας. Έβδομη τέχνη αυτός ο κινηματογράφος; Τι σημασία είχε; Για μας ήταν πρώτη! Μεγαλώναμε, μεγάλωνε μαζί μας και η επιθυμία να δούμε μια ταινία, όλες τις ταινίες! Και πόσο μας ενοχλούσε για χρόνια που οι ταινίες στην επαρχία δεν παίζονταν ταυτόχρονα με την πρωτεύουσα.
Διαβάζαμε γι’ αυτές, τις βλέπαμε αργότερα πολύ, αλλά ποιος νοιαζόταν… Κάπου στη δεκαετία του ’80 ο κινηματογράφος έχασε τον βηματισμό του, η τεχνολογία με το βίντεο και τις κασέτες τον απείλησε. Κινδύνευσε σοβαρά. Να διαλύσει.
Ο κόσμος είχε τρελαθεί , έπαιρνε με το…κιλό τις βιντεοκασέτες, για μερικά χρόνια είχε ξεχάσει τον καλό κινηματογράφο, αν και τη δεκαετία εκείνη βγήκαν μερικές από τις πιο σημαντικές ταινίες. Ήταν μια περίεργη περίοδος. Βγήκαν σπουδαία φιλμ, αλλά και πολλά κακόγουστα, με κάποιες ελληνικές ταινίες να μην έχουν το ταίρι τους.
Αυτό ευτυχώς κράτησε λίγο. Τύποι όπως ο Μπράιαν ντε Πάλμα , ο Κιούμπρικ, ο Ζαν Ζακ Ανό, ο Σπίλμπεργκ, ο Κάμερον, ο Σκορτσέζε, ο Κόπολα, ο Γούντι Άλεν, ο Κουστουρίτσα, ο Ταραντίνο αργότερα και πολλοί άλλοι δεν ήταν τέτοιοι που θα τα παρατούσαν τόσο εύκολα. Ο κινηματογράφος επανήλθε δριμύτερος και μόνο μετά από δυο δεκαετίες ξανά απειλήθηκε- και απειλείται- πάλι από τις πλατφόρμες και την τεχνολογία των κινητών.
Σε συνδυασμό με την πειρατεία τα πράγματα είναι πάλι δύσκολα. Αλλά δεν μπορεί να πεθάνει ο κινηματογράφος! Υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα από το να δεις μια ταινία και να πας μετά να τη συζητήσεις με την παρέα σου. Η συζήτηση για μια ταινία εν μέσω τυρού και αχλαδιού είναι παραδοσιακή αξία, είναι ανεκτίμητη και ελπίζω να την ζήσουν στο μέλλον και οι επόμενες γενιές. Ξέρω ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ.
Οι νέοι και όχι μόνο έχουν τις σειρές στο… τηλέφωνο, δεν χρειάζεται να ξεκουνήσουν – με για να δούμε μια σειρά, μια ταινία στο Νετξφλιξ, στις πλατφόρμες που μας τις φέρνουν στο κρεβάτι μας. Όσο και αν προχωρήσει η τεχνολογία και βλέπουμε ταινίες από ένα κουτί τηλεοπτικό ή από το κινητό μας και σε λίγο…από το ρολόι, η μαγεία του κινηματογράφου και της μεγάλης σκοτεινής αίθουσας παραμένει μοναδική.
Κι εδώ κάπου να εξομολογηθώ ότι ποτέ μα ποτέ δεν έχω πάει σινεμά μόνος, ενώ έχω δει άπειρες ταινίες στο κουτί χωρίς παρέα. Επιμένω ότι μια ταινία στον κινηματογράφο θέλει παρέα. Αλλιώς δεν έχει ουσία, σαν να μην την είδες. Εάν δεν μπορείς να σχολιάσεις, να γελάσεις, να ειρωνευτείς… Τι μου ‘ρθε και τα λέω όλα αυτά; Απλώς είμαι σε μουντ… κινηματογραφικό. Είδα πρόσφατα τις δουλειές 3 Ελλήνων σκηνοθετών.
Διαφορετικών μεταξύ τους, με ξεχωριστά μπάτζετ και σε άλλα επίπεδα. Είδα τη «Φόνισσα» της Νάθενα- έγραψα σχετικά ήδη- τον «Καπετάν Μιχάλη» του Κ. Χαραλάμπους και το «poor things» του Λάνθιμου. Για τον καζαντζακικό έργο δεν θα πω πολλά, δεν θέλω να σχολιάσω. Για τον Λάνθιμο όμως είναι βέβαιο ότι θα τον βρούμε μπροστά μας. Είναι φανερό ότι πάει για Όσκαρ, ίσως και πολλά Όσκαρ.
Η Έμα Στόοουν εάν δεν πάρει το αγαλματάκι, με τέτοιο παίξιμο και ιδρώτα που ρίχνει… παντού, θα είναι μεγάλη έκπληξη. Η ταινία έχει ηθοποιούς που είναι ένα επίπεδο πάνω από αυτό που έχουμε συνηθίσει. Έχει μουσική απίστευτη. Φωτογραφία που είναι μεγάλη Τέχνη. Σκηνοθεσία, σκηνογραφία, κοστούμια, ιδιαίτερο σενάριο…όλα τέλεια! Λάνθιμος στα καλύτερά του. Το next big thing του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Εάν σας αρέσει ο κινηματογράφος ως ιδιαίτερη τέχνη, ως κάτι διαφορετικό να πάτε. Αλλά σε αίθουσα μεγάλη, σκοτεινή. Θα την απολαύσετε. Εάν είστε του κλασικού θα σας κουράσει. Ιδιαιτέρως εάν αποφασίσετε να τη δείτε στο… τηλέφωνό σας.