Μια καλή ταινία
για ένα σπουδαίο έργο της ελληνικής πεζογραφίας

Όσο ζόρικη και σκοτεινή είναι μια ταινία άλλο τόσο είναι όμορφο στο συναίσθημα να βλέπεις τις κινηματογραφικές αίθουσες να γεμίζουν για ένα ελληνικό φιλμ που βασίζεται κατεξοχήν σε δικούς μας συντελεστές, ντόπια κεφάλαια και κυρίως στηρίζεται σε ένα εμβληματικό μυθιστόρημα της ελληνικής πεζογραφίας.

Η «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, που γράφτηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα, παραμένει ένα σημαντικό και τόσο επιδραστικό έργο, που ακόμη και σήμερα επηρεάζει καταλυτικά την πνευματική δημιουργία, είτε αυτή είναι η φιλολογία και η γλωσσολογική ανάλυση, είτε είναι το θέατρο και ο κινηματογράφος.

Στη «Φόνισσα» στηρίχθηκε το σενάριο και η σκηνοθεσία της Ηρακλειώτισσας Εύας Νάθενα, για να δημιουργηθεί αυτή η ταινία που στο τέλος του 2023 έμελλε να ξαναφέρει τον κόσμο κοντά στον ελληνικό κινηματογράφο.

Γεμάτες αίθουσες, κόσμος στις ουρές και γενικά καλές κριτικές διαμορφώνουν την καλύτερη ατμόσφαιρα για το σινεμά. Από αυτή και μόνο την άποψη- και ανεξάρτητα από την επιμέρους κριτική που ασκείται- η ταινία έκανε μια μεγάλη επιτυχία. Ξαναφέρνει τον κόσμο στις σκοτεινές αίθουσες, όπως έγινε πριν μερικά χρόνια με την «Ευτυχία» ή και άλλες ταινίες. Η ελληνική παραγωγή είναι ακόμη «ζωντανή». Ανθίσταται στο εύκολο και το πρόχειρο.  Δυστυχώς όχι σταθερά και τόσο πυκνά όσο θα θέλαμε.

Δεν είμαι κριτικός κινηματογράφου και δεν θέλω να μπω σε τεχνικές λεπτομέρειες για την ταινία της Νάθενα – η οποία έτσι κι αλλιώς έχει αποδείξει και στα ενδυματολογικά ότι είναι ταλαντούχο άτομο. Αλλά δεν μπορώ παρά να συστήσω ανεπιφύλακτα να δείτε την ταινία. Για πολλούς και διάφορους λόγους.

Όσο και αν μας… ζορίζει ως θέμα, όσο δύσκολη ή καταθλιπτική μπορεί να είναι, ως κι εκ του θέματος που πραγματεύεται, αξίζει να μπείτε σε έναν κινηματογράφο και να απολαύσετε: σκηνοθεσία, φωτογραφία, υποκριτική – με την Καραμπέτη εύκολα για Όσκαρ – και ένα σενάριο που δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Δεν κάνει εκπτώσεις σε τίποτα. Κοιτάζει κατάματα την αλήθεια. Για την ηθική, την κοινωνική αφασία, την υποκρισία, την άθλια ζωή που βίωναν οι γυναίκες επί αιώνες στην ελληνική ύπαιθρο και όχι μόνο.

Είναι η «Φόνισσα» τόσο ζόρικο βιβλίο. Τόσο βαρύ κι ασήκωτο θέμα. Όταν πρωτοδιάβασα το κείμενο του Παπαδιαμάντη ήμουν πολύ μικρός για να αντιληφθώ το πνευματικό μέγεθος του συγγραφέα και την κοινωνική απήχηση του έργου.

Αργότερα εκτίμησα τη δύναμη αυτού του κειμένου, από τη γλώσσα και την περίτεχνη πλοκή μέχρι την ανάλυση και την ψυχογραφία ενός άρρωστου ανθρώπου, μιας ασθενούς ψυχής, από έναν λογοτέχνη που δεν είχε σπουδάσει εγκληματολογία, ψυχανάλυση-ψυχολογία, δεν είχε γνώσεις ειδικές, αλλά μετέφερε με μαεστρία την εποχή στον αναγνώστη με τρόπο καταιγιστικό.

Ψυχοπλακωτικό, αλλά τόσο αληθινό. Μπήκε στα άδυτα της ψυχής της Φραγκογιαννούς, έσκαψε βαθιά μέσα της και μας την παρουσίασε με ένα διττό πρόσωπο: Η φρίκη και η συμπάθεια. Η δολοφονική μανία και η λύτρωση.

Η γυναίκα που έχει πληγεί από τη μητέρα της που την έπνιγε, η γυναίκα που έχει περάσει τόσα στη ζωή της, το καταπιεσμένο θηλυκό που δεν θέλει τα άλλα παιδιά να περάσουν αυτά που πέρασε εκείνη! Δεν θέλει να ακούσει ξανά αυτό που της λέει η κόρη της: «Μάνα κι εγώ θέλω να παντρευτώ σαν την αδερφή μου. Ο Δαδής είναι καλός, δεν τη δέρνει πολύ»!

Ήταν το σύνηθες εκείνα τα χρόνια, κάπου μπορεί να υπάρχει και τώρα. Ο άνδρας που κάνει κτήμα του τη γυναίκα, εκείνος ο νταής που την ξυλοφορτώνει πιο πολύ και από τον γάιδαρο, που δεν θέλει τα θηλυκά στο σπίτι γιατί χρειάζονται προίκα, θέλουν δουλειά πολλή, οι γαμπροί δεν κάνουν ουρά. Η Φραγκογιαννού δεν θέλει να περνούν τα «θυγάτρια» αυτή την κόλαση και γίνεται φόνισσα. Τις λυτρώνει. Έτσι νομίζει. Παίρνει τη θέση του Θεού. Και το απολαμβάνει.

Πόσο τραγικό και εξωφρενικό ακούγεται όλο αυτό. Ίσως και εμείς στην Κρήτη δεν έχουμε ζήσει την απόλυτη φρίκη γιατί οι οικογένειες ήταν κυρίως μητριαρχικές. Και δεν σήκωναν πολλά πολλά.

Η αλήθεια παραμένει πάντως και είναι φρικιαστική. Απέναντι στην πράξη του Κακού έρχεται ως λύτρωση και δικαιολογία για τα δεινά ενός ανθρώπου ο φόνος. Μικρά και πολλά φέρετρα. Δύσκολα αντέχεις. Αλλά αυτό είναι το μεγαλείο της «Φόνισσας». Καταφέρνει να συνδυάζει με τρόπο βλάσφημο και ανίερο τη χριστιανική πίστη με την αμαρτία. Για όλα αυτά και για τη  μνήμη των προγόνων μας αξίζει να δείτε αυτή την ταινία.