Τον είδαν τον πιτσιρικά με τη φούστα
και οι κουβέντες τους ήταν χειρότερες
και από μπαλοθιές

Ευρώπη… αποπνέει η πεζοδρομημένη  λεωφόρος Δικαιοσύνης με τα παγκάκια και τα ολάνθιστα δενδράκια  στις αποχρώσεις του λευκού και του μωβ-ροζ.  Και είναι ακόμα πιο όμορφη τώρα που ο καιρός είναι καλοκαιρινός.

Τις προάλλες κάθισα σε ένα από τα παγκάκια της λεωφόρου όσο περίμενα μια φίλη. Κόσμος πολύς πήγαινε και ερχόταν. Παρατηρούσα το βηματισμό των περαστικών, τα παπούτσια τους, τα ρούχα τους, τα μαλλιά τους, την έκφραση των προσώπων τους.

Οι περισσότεροι ήταν βιαστικοί. Κάποιοι άλλοι περπατούσαν με το πάσο τους. Ήταν πιο χαλαροί, κοιτούσαν τις βιτρίνες ή ήταν απορροφημένοι στο κουβεντολόι με την παρέα τους. Ήταν και δύο-τρεις που βόλταραν με τα σκυλιά τους και πραγματικά ζήλεψα  πόσο πειθαρχημένα ήταν. Και το λέω αυτό διότι τα δικά μου με σέρνουν από τη μύτη.

Μέσα στο πλήθος το βλέμμα μου επικεντρώθηκε σε έναν πιτσιρικά. Δεν θα ήταν πάνω από 16-17. Ψηλό, αθλητικό παιδί, με όμορφα λεπτά χαρακτηριστικά στο πρόσωπο. Περπατούσε με βήμα αγέρωχο, σίγουρο…

Τράβηξε την προσοχή μου  διότι φορούσε ένα στενό μπλου  τζιν πουκάμισο και από κάτω  μαύρη midi φούστα με λευκά αθλητικά. Τα νύχια των χεριών του ήταν βαμμένα μαύρα. Φορούσε ακουστικά μουσικής στα αυτιά και ένα μαύρο σακίδιο στην πλάτη.

Τον κοιτούσα να περνάει από μπροστά μου και απόρησα πραγματικά με το σθένος του, την αποφασιστικότητά του… Διότι θέλει «γκατς» να κάνεις αυτό που γουστάρεις, για τους δικούς σου λόγους και συμβολισμούς, να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα και στα στερεότυπα, συνειδητά ή έστω από αντίδραση με την ορμή της νιότης σου, πολύ περισσότερο σε μία επαρχιακή πόλη. Απλά αυτό.

Παραδίπλα στεκόταν  μία παρέα μαυροπουκαμισάδων που μόλις είχαν βγει από τα δικαστήρια. Σαν σμήνος από μύγες σε μία πολύ ζεστή μέρα. Όλοι τους σωματώδεις, με μακριά μούσια. Μαύρα στιβάνια, δύο-τρεις με σαρίκια, μαύρα παντελόνια, μαύρα ξεκουμπωμένα πουκάμισα και στο δασύτριχο στέρνο (κλασσικά)  χρυσό κωνσταντινάτο. Στο χέρι τσιγάρο και κομπολόι μαζί.

Τον είδαν τον πιτσιρικά με τη φούστα και οι κουβέντες τους ήταν χειρότερες και από μπαλοθιές. Θα αποφύγω σκοπίμως να παραθέσω τα όσα σχολίαζαν περί κανονικότητας…

Αυτή ήταν η μικρή εικόνα. Υπήρχε όμως και μεγαλύτερη εικόνα που περιλάμβανε στο κάδρο ένα νεαρό ζευγάρι Γάλλων τουριστών.

Είδαν ξαφνικά τους στιβανάτους τύπους μπροστά τους και δευτερόλεπτα μετά ο νεαρός σήκωσε τη φωτογραφική μηχανή για μερικά “κλικ”. Δεν ξέρω τι ακριβώς ήταν εκείνο που τράβηξε τόσο πολύ την προσοχή τους σε βαθμό που μπήκαν στη διαδικασία να απαθανατίσουν την παρέα των μαυροντυμένων Κρητικών. Δεν έχω ιδέα τι μπορεί να μουρμούριζαν: «OMG!». «Μαμά μου τι ειν’ τούτοι;». «Τι κορμοστασιά θεέ μου;», «πόσο επιβλητικοί;». Πραγματικά δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι πιο «παγίδα» από την αποκαλούμενη κανονικότητα δεν υπάρχει.