Το μόνο δεδομένο
στη ζωή μας
είναι ο θάνατος

Τις ημέρες τούτες,  πιο πολύ απ’ όλες, σκέφτομαι όσους αγαπάμε αλλά δεν είναι πια κοντά μας. Παρά το γεγονός ότι μόνο ο άνθρωπος απ’ όλα τα πλάσματα σε αυτή τη γη γνωρίζει ότι θα πεθάνει, εντούτοις οι περισσότεροι κατασπαταλάμε τη ζωή μας με τρόπο ανόητο και ανούσιο, λες και έχουμε 100 ζωές.

Το μόνο δεδομένο στη ζωή μας είναι ο θάνατος. Ειρωνεία, ε; Και αυτόν δεν μπορούμε να τον ελέγξουμε και φυσικά δεν μπορούμε να τον αποφύγουμε, όσο τρέξιμο και να ρίξουμε, όσο άγχος και να έχουμε, όσα χρήματα και να κερδίσουμε, όση επιρροή και να ασκούμε.

Και αντί με τη γνώση του αναπόφευκτου θανάτου να εκτιμήσουμε πραγματικά όσα ζούμε, τον εαυτό μας, τον συνάνθρωπο και τον κόσμο στον οποίο έχουμε έρθει, είναι η γνώση αυτή που μας κάνει αλαζόνες, σκληρούς, ματαιόδοξους, χαιρέκακους, πονηρούς,  αλλά κατά βάθος πολύ τρομαγμένους.

Την Κυριακή των Βαΐων σε μία διαδρομή στην ενδοχώρα του νομού Ηρακλείου θυμήθηκα μία αστεία ιστορία με ένα πολύ αγαπημένο πλάσμα που σήμερα δεν βρίσκεται πια στη ζωή. Τότε βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, δεν μου είχε φανεί καθόλου αστείο το όλο σκηνικό. Μάλλον με είχε «τσιτώσει». Και τώρα συνειδητοποιώ πόσο χαζή ήταν η σχεδόν υστερική αντίδρασή μου. Για γέλια ήταν η όλη φάση, αλλά έπρεπε να περάσουν τα χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι η ζωή έχει πλάκα και εγώ ήμουν ο μ@λ@κ@ς της υπόθεσης.

Και τι δεν θα έδινα να γύριζα τον χρόνο πίσω και να (ξανα)ζήσω τη στιγμή. Να τη ζήσω όπως της άξιζε.  Να σταματούσαμε το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου για να μην τρακάρουμε από τα γέλια, αντί να κατέβαζα τα μούτρα από την τσατίλα.

Και τι δεν θα έδινα να είχα μία μέρα με όσους αγάπησα και δεν βρίσκονται πια κοντά μου. Μία μέρα! Να τους αγκαλιάσω, να τους φιλήσω, να τους μυρίσω, να τους πω όσα δεν πρόλαβα, να μου πουν όσα δεν είπαν… Σκέφτομαι πόσο συγκλονιστικό θα ήταν να είχαμε μία δεύτερη ευκαιρία έστω και για μία μέρα, έστω και για μία ώρα. Τουλάχιστον ας  μη χάσουμε  την ευκαιρία αυτή με όσους ακόμα είναι δίπλα μας.