Για την κοσμική φιλανθρωπία και τα «κλικ» ρε γαμώτο…

 

Μπορεί να μην είναι του Αγίου Φανουρίου (μεγάλη η Χάρη του) που γίνεται της πίτας το …προσκύνημα,  όμως ο Ιανουάριος είναι αναμφίβολα ο μήνας που οι πίτες έχουν την τιμητική τους.

Μαζί με τις πασπαλισμένες με άχνη πίτες, πάνε «πακέτο» και οι …πασπαλισμένες με αστερόσκονη χοροεσπερίδες και  δεξιώσεις, όπου είθισται το «παρών» να δίνει όλο το «ανφάν γκατέ» της πόλης.

Αν μάλιστα το γκαλά έχει και φιλανθρωπικό χαρακτήρα, οι εξέχουσες προσωπικότητες «ακτινοβολούν»  στα πρώτα τραπέζια και σε πρώτο πλάνο.

Κλείσιμο ματιών και αργόσυρτο άνοιγμα πριν το κλικ του φωτογράφου (εγώ ακόμα το παλεύω και είμαι σαν να έχω πιει τον Βόσπορο) και για το καταραμένο διπλοσάγονο, ελαφρύ ανασήκωμα του λαιμού (ένα τσικ, σαν στιγμιαίο νευροκαβαλίκεμα) και το μέτωπο ελαφρώς μπροστά. Χαμηλώνουμε πηγούνι και έτοιμοι για λήψη. Εγγυημένο αποτέλεσμα, απογειώνει το βλέμμα και εκτοξεύει το  ποστάρισμα.

Σε αυτές τις δεξιώσεις όλοι είμαστε μία ωραία ατμόσφαιρα. Απόψε, και για όσο κρατήσουν οι …πίτες, είμαστε όλοι ανώτεροι, υπεράνω, χαμογελαστοί, λαμπεροί, ενδεδυμένοι όπως προστάζει το dress code. Αίγλη, ακτινοβολία, πρεστίζ.

Πίτες Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, έκτη, έβδομη… Πίτες μέχρι τελικής πτώσεως και ας με έχει πεθάνει ο κάλος στο δεξί δακτυλάκι του ποδιού. Πίτες και ξερό ψωμί και ας με έχει ρημάξει το αυχενικό  από τα χαμόγελα  Colgate. Για την κοπή της πίτας  μπαίνω και σε …στεγνό πρόγραμμα.  Κυκλοφορώ και αδιαφορώ για το υπο-στέλεχος του SARS-CoV-2 Omicron XBB.1.5 (ούτε μοντέλο αυτοκίνητου να ήταν, άσε που έκανα «σκονάκι» για το γράψω).

Για την κοσμική φιλανθρωπία και τα «κλικ» ρε γαμώτο…  Στην κοπή της πίτας όλοι αγαπιόμαστε, όλοι βαυκαλιζόμαστε, όλοι φωτογραφιζόμαστε. Με ισιωτική ή μπούκλα, με μπότοξ ή άνευ, με ράσα ή ράστα, γαλονάδες και μακαρονάδες, πρώην και νυν, συνοδοιπόροι και αντίπαλοι, στιβανάτοι, κουστουμάτοι, υποψήφιοι και μη…

Ο ψυχοθεραπευτής (δεν τον άλλαξα ακόμα και ας λέει η Τζίτζι) είχε εκτιμήσει ότι  αφετηρία για όλο αυτό το αντι-πιτακικό μένος, έχει σταθεί πιθανότατα κάποιο τραύμα του παρελθόντος.

Στα πρώτα χρόνια της δουλειάς, τότε που ήμουν μικρή και άμαθη, είχα παρευρεθεί σε δεξίωση προς τιμήν του τότε προέδρου της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλου που περιόδευε στην Κρήτη. Η πρόσκληση φυσικά αφορούσε το μέσο στο οποίο εργαζόμουν. Με τον συνάδελφο τεχνικό ακολουθούσαμε τον πρόεδρο σε όλους τους σταθμούς της περιοδείας.

Από τα ξημερώματα στο πόδι. Είχε βραδιάσει πια και είχε φθάσει η ώρα της δεξίωσης. Ίσα που πρόλαβα να αλλάξω φόρεμα μέσα στο αυτοκίνητο. Τόση ήταν η πίεση. Μπήκαμε κατάκοποι στην αίθουσα του πολυτελούς ξενοδοχείου, στον Άγιο Νικόλαο. Το στομάχι μου είχε κολλήσει από την πείνα.

Κοιτούσα αποσβολωμένη το στήσιμο στα μαχαιροπίρουνα.  Δεν είχα προλάβει να καταπιώ την πρώτη μπουκιά  και ένιωσα δίπλα μου τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Είχε σηκωθεί από τη θέση του και χαιρετούσε έναν-έναν τους προσκεκλημένους. Τινάχτηκα σαν το ελατήριο. Τον χαιρέτισα με διάπλατο χαμόγελο. Χαμογέλασε και εκείνος εξίσου διάπλατα.

«Με συμπάθησε» σκέφτηκα. Τρομάρα μου! «Έχεις μαρούλι στο μπροστινό δόντι…» έσκασε στα γέλια συνάδελφος. Και εγώ έσκασα από ντροπή. Δεν ήμουν γεννημένη για δεξιώσεις και gala.