«Τώρα που αποσύρομαι στη σιωπή μου- ας μου συγχωρεθεί ο αθέλητος λυγμός- αυτές οι εικόνες θέλω να με συνοδεύουν πάντα…» γράφει προς το τέλος της «Αυτοβιογραφίας του Φωτός» ο Γ. Γραμματικάκης. Ο οποίος χθες τα ξημερώματα ξεκίνησε το δικό του ταξίδι προς το φως. Ένα ταξίδι στο οποίο μας είχε πάρει μαζί του τα τελευταία χρόνια. Με τα βιβλία του, τις διαλέξεις και τις ομιλίες του, τις συνεντεύξεις και τις ιδιωτικές συζητήσεις που είχαμε μαζί του.
Είχαμε την τύχη, ενίοτε, να είμαστε συνοδοιπόροι. Να μας τιμά με την παρουσία του και τη φιλία του. Με τον καλό του λόγο. Είναι παράσημο για τον καθένα μας ένας λόγος υποστηρικτικός, ένας λόγος ενθαρρυντικός από τον Γραμματικάκη.
Τώρα που αποσύρεται ο ίδιος στη σιωπή, να μου επιτραπεί να μιλήσω κι εγώ. Ας μου συγχωρεθεί κι εμένα να κρατήσω κάποιες στιγμές του. Κάποιες εικόνες. Τρέχουν στο μυαλό μου με την ταχύτητα του φωτός, αλλά τις έχω κάνει στιγμιότυπα ζωής. Φάρους ανέσπερους. Όπως ο ίδιος ήταν φως ανέσπερον!
Η πρώτη εικόνα όταν τον συνάντησα δημοσιογραφικά. Ο πρύτανης! Τον έζησα μαχητικό και επίμονο. Τον θυμάμαι να μην ορρωδεί προ ουδενός, τον είδα να πιάνει από το πέτο τον υπουργό Παιδείας. Να μην κολλάει σε καμία εξουσία μπροστά. Να τα βάζει με δικαστές και όχι μόνο. Να δίνει άλλο αέρα και εξωστρέφεια σε ένα Πανεπιστήμιο που ο ίδιος και μερικοί άλλοι πρωτοπόροι δημιούργησαν.
Η δεύτερη ήταν η επιστημονική πορεία. Στα βιβλία του, στο αμφιθέατρο. Στον σεβασμό που του έδειχναν οι συνάδελφοί του. Οι ακαδημαϊκοί. Από τον Καφάτο και τον Τσικριτζή μέχρι τον Καστοριάδη, τον Ηλιόπουλο, τον Τραχανά και τον νομπελίστα R. Feynamn.
Η τρίτη στιγμή είναι πολιτική. Πολιτικό ζώον. Με την αριστοτελική έννοια. Παντού και πάντα παρών. Με ενσυναίσθηση και δημοκρατικά πιστεύω. Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, στο Ιόνιο, στους φορείς όπως η Λυρική, στην Ευρωβουλή. Ακόμη και τότε που τον σταμάτησαν οι 2-3 άθλιοι από την είσοδό του στην ελληνική Βουλή εκβιάζοντας τον τότε πρωθυπουργό Κ. Σημίτη να μην τον βάλει στα ψηφοδέλτια. Εκεί ήταν αγέρωχος, υπεράνω και ψύχραιμος.
«Ποιοι τα λένε αυτά; Εντάξει, μην ασχολείστε» έλεγε… και πήγαινε πάντα παρακάτω.
Είναι και μια προσωπική στιγμή. Τότε σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής μου, που μου έδωσε την «Κόμη της Βερενίκης» . Του είπα αργότερα εξομολογητικά: «Με έσωσε αυτό το βιβλίο. Η απεραντοσύνη του κόσμου, αλλά κυρίως οι διηγήσεις σου με έκαναν να αισθανθώ πολύ μικρός. Εγώ και το πρόβλημά μου».
Στο τέλος η μαγική σκηνή. Μου άρεσε να ταξιδεύω με τον Γραμματικάκη. Γι’ αυτό και έχω κρατήσει εκείνη τη νύχτα στο Λιμνάκαρο του Μηλιαρά. Τότε που, μας πήρε στην ξάστερη νύχτα, από το χέρι και μας ταξίδεψε στο Σύμπαν. Στο δικό του Σύμπαν. Το περιέγραφε ακριβώς σαν να συμμετείχε στη δημιουργία του και ο ίδιος.
«Υπάρχουν δύο τρόποι για να λάμπεις: είτε να αντανακλάς το φως είτε να το δημιουργείς» έλεγε ο Κλοντέλ. Ο Γραμματικάκης ανήκε στη δεύτερη περίπτωση.
Αντίο Γιώργο, αντίο φωτοδότη μας.