Η κυβέρνηση πορεύεται αλώβητη χάρη στην πειθήνια συμπόρευση της τοπικής εξουσίας που δεν ξεσηκώνεται και το «φρόνιμο» πένθος όλων εμάς

Λαχτάρα για περισσότερο στολισμό στην πόλη φάνηκε να επιζητά κόσμος που κάθε μέρα κυκλοφορεί στο κέντρο και πραγματικά σκέφτομαι αν η βαθύτερη ανάγκη είναι η μαγική χρυσόσκονη των γιορτών, που λαμποκοπά τη χαρά της γέννησης της ελπίδας, ή αν αναδύεται  αντανακλαστικά η επιθυμία απόδρασης από μια τόσο πυκνή σε γεγονότα καθημερινότητα, που πυρακτώνει τα εγκεφαλικά κύτταρα.

Η πραγματικότητα είναι σαρωτική για τον καθένα, που τρομάζει να μπει στο σούπερ μάρκετ από τον πανικό της ακρίβειας, διότι αντιλαμβάνεται ότι την ώρα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη πανηγυρίζει για τη δήθεν ισχυρή οικονομία, την ανάκαμψη της χώρας, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος εκτινάσσεται στα  657 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, το οποίο συνολικά αντιπροσωπεύει το 305,8% του ΑΕΠ, όπως υπολογίζει η UBS.

Την ίδια ώρα μια πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου εμπλούτισε τις πληροφορίες που είχαμε πριν ένα μήνα από την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου η οποία είχε δείξει ότι μέσα σε μόλις δύο χρόνια, το 2021 και 2022, έγινε ένα ασύλληπτο φαγοπότι, με πάνω από 314.000 απευθείας αναθέσεις ύψους 4,5 δισ. ευρώ.

Τα νεότερα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, δείχνουν ότι πάνω από τέσσερις στις δέκα δημόσιες συμβάσεις ανατίθενται ύστερα από διαδικασίες στις οποίες υπήρχε μόνο μία προσφορά, ενώ ακόμη και όταν υπάρχουν πάνω από μία προσφορές, ο μέσος όρος ανά διαδικασία είναι μόλις 2,6 συμμετέχοντες. Μέσα σε όλα αυτά, η δημόσια υγεία καταρρέει αβοήθητη από την πολιτική στήριξη που χρειάζεται για να παραμείνει όρθια.

Και ενώ ο κόσμος ζει το μαρτύριο του αργού θανάτου των παροχών της δημόσιας υγείας,  η κυβέρνηση ατάραχη καμώνεται πως δίνει λύσεις και εγκωμιάζει το έργο της, το οποίο δεν αποτρέπει τις βαριές απώλειες, που συνεχώς πολλαπλασιάζονται.  Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στην παιδεία, που πορεύεται στο καμίνι της υποχρηματοδότησης και της αποδόμησης του δημόσιου χαρακτήρα της.

Την ίδια ώρα οι υποδομές του τόπου μας σαπίζουν, τα έργα που έχουν κατασκευαστεί δεν συντηρούνται, η αυθαιρεσία καταγράφει ένδοξες μέρες αφού  οι υποστελεχωμένες δημόσιες υπηρεσίες αιμορραγούν από τις αδιάκοπες απώλειες ανθρώπινου δυναμικού και δεν μπορούν να επιτελέσουν το έργο τους.

Κι όμως η κυβέρνηση, που κάθε μέρα πελεκά νέα μέτρα βαρβαρότητας, ξεπερνώντας συνεχώς τον εαυτό της, πορεύεται αλώβητη χάρη στην πειθήνια συμπόρευση της τοπικής εξουσίας, που δεν ξεσηκώνεται, και το «φρόνιμο» πένθος όλων εμάς που βλέπουμε το σύμπαν να καταρρέει γύρω μας ακινητοποιημένοι, όπως ο λαγός στον δρόμο τη νύχτα, όταν πέφτουν στα μάτια του οι δυνατοί προβολείς του αυτοκινήτου. Είναι πυκνά και τόσο δύσκολα για να τα διαχειριστεί όλα αυτά κανείς.

Διότι όπως είχε πει ο Άλντους Χάξλεϋ, «η τέλεια δικτατορία θα έχει την εμφάνιση της δημοκρατίας. Μια φυλακή χωρίς τοίχους, στην οποία οι κρατούμενοι δεν θα ονειρεύονται να δραπετεύσουν. Ένα σύστημα δουλείας, στο οποίο, χάρη στην κατανάλωση και τη διασκέδαση, οι δούλοι θα αγαπήσουν τη δουλεία τους…».