Της Άννας Κωνσταντουλάκη
Δημοτική δαπάνη γίνεται σήμερα η κηδεία του Ντίνου Χριστιανόπουλου και πάρα πολλοί απ’ όσους δεν τον ήξεραν από τα ποιήματά του, τον γνώρισαν και τον θυμούνται από μια τηλεοπτική συνέντευξή του στην Πόπη Τσαπανίδου. Την πρόσβαλε, την απαξίωσε, την ειρωνεύτηκε της είπε “με το ζόρι σας ανέχομαι” κάνοντάς την να κλαίει στον “αέρα”.
Οι ένθερμοι φίλοι του έδειξαν κατανόηση, όσοι είχαν ακούσει μόνο το όνομά του και δεν γνώριζαν το έργο του αναρωτήθηκαν: “Δεν έχει ευθύνη ο καλεσμένος ο οποίος από τη στιγμή που απαξιώνει το τηλεοπτικό σύστημα σε τέτοιο βαθμό αποδέχεται ταυτόχρονα να γίνει και εκείνος κομμάτι του; Δηλαδή, από τη στιγμή που η τηλεόραση δεν τον αφορά γιατί δέχτηκε την τηλεοπτική κάμερα στο σπίτι του;”.
“Δεν είμαι κανένα αγγελούδι, κάνω σφάλματα. Μετά ζήτησα συγγνώμη γιατί η συμπεριφορά μου απέναντί της δεν ήταν πολύ σωστή. Όταν βρίζω χωρίς λόγο, χωρίς να έχω δίκιο, πάντα ζητάω συγγνώμη” είπε αργότερα σε μια συνέντευξή του στη Life”.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος με την ωμή του ειλικρίνεια και τα σπάνιας με ευαισθησίας ποιήματά του δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Ήταν άσπρο ή μαύρο. Προσέγγιζε την ερωτική απόγνωση με έναν τρόοπο σπαρακτικό και στην περίπτωσή του ισχύει αυτό που έγραψε για εκείνον ο αναπλ. καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ Νικόλας Σεβαστάκης: “Με τον Χριστιανόπουλο είτε προσχωρείς, είτε δεν αγγίζεις. Εγώ βρέθηκα σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία αλλά καταλαβαίνω πως πολλοί, απείρως περισσότεροι, κατάφεραν να έχουν επαφή με την ποίησή του. Από εκεί και πέρα, μια ολόκληρη ηθογραφία της ωμής ειλικρίνειας και οι καημοί της Σαλονίκης έφτιαξαν ένα πρόσθετο φαινόμενο. Που ανταποκρίθηκε σε μια εποχή και στην ανάγκη της για το αυθεντικό και το έξω από τα δόντια. Πολλούς τους κέρδισε αυτή η ελευθερόστομη διάθεση βεβήλωσης, ίσως περισσότερο από τους στίχους του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Και πάλι όμως στην περίπτωσή του δεν χωρούν ενδιάμεσοι τόνοι αλλά είτε ένα ναι, είτε ένα όχι”.