Δεν προσπάθησε να εκτεθεί σε κοινά και οφίκια που δεν συμβάδιζαν με τη φιλοσοφία του για τη ζωή
Ενας χρόνος πέρασε κιόλας. Το “φευγιό” του δεν ήταν fake news τα οποία απεχθανόταν, αλλά – μια στενάχωρη,αληθινή είδηση την οποία σ’ όλη του την επαγγελματική διαδρομή έψαχνε με υποδειγματική ευσυνειδησία. Ένας χρόνος χωρίς τον Κωνσταντίνο, τον σημαντικό δημοσιόγραφο Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο, που μου χάρισε τη φιλία του και τις συμβουλές του. Τον δημοσιογράφο που συνομιλούσε με προέδρους της Δημοκρατίας και πρωθυπουργούς, αλλά όπως όλοι οι χορτασμένοι από την ζωή τους, δεν το πουλούσε, δεν έκανε τον παράγοντα, δεν έκανε θόρυβο για ν ‘ακουστεί.
Ανθρωπος με χιούμορ, λεπτότητα στους τρόπους, χαμηλών τόνων, με διορατικότητα, απίστευτες γνώσεις για το ρεπορτάζ που έκανε αλλά και γενικότερα, μοιραζόταν με όλους εμάς απίθανες ιστορίες και… ζουμερά παραπολιτικά. «Να ξέρεις -μου είπε -σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις «ότι όλα από δώ και πέρα θα κινούνται γύρω από το χρήμα του Ταμείου Ανάκαμψης».
Στη μνήμη μου πάντα θα υπάρχει “ρεπορταζ” για τις όμορφες καλοκαιρινές βραδιές στο Γάζι, για τα Χριστούγεννα και τις πρωτοχρονιές που περάσαμε μαζί, για τις αξέχαστες Καθαρές Δευτέρες ή τις πρωτομαγιές στην όμορφη Κιθαρίδα που έμελλε να τον δεχτεί στη γη της.
Γιατί ο Κωνσταντίνος είχε “πολιτογραφηθεί’ Κρητικός και αγαπούσε πολύ το Ηράκλειο, τόπο καταγωγής της αγαπημένης του συζύγου, της Άσπας.
Ηταν πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον κέρδισε όμως η δημοσιογραφία. Η πορεία του ξεκίνησε στην «Καθημερινή» όπου αργότερα έγινε αρχισυντάκτης και διευθυντής της, ενώ εργάστηκε στην «Ελευθεροτυπία», την «Πρώτη», τον «Κόσμο του Επενδυτή», τα «Παραπολιτικά».
Υπήρξε συνιδρυτής της εφημερίδας το “Ποντίκι” ενώ είχε σημαντική παρουσία και στον χώρο του ραδιοφώνου: 902 Αριστερά στα FM, ΣΚΑΪ, ΝΕΤ και Πρώτο της ΕΡΑ. Πέρα από την καταξίωση στην επαγγελματική του ζωή, το σημαντικό ήταν ότι είχε καταφέρει να κερδίσει τον σεβασμό και την αγάπη του συναφιού του. Και μην το θεωρήσετε λίγο ή αυτονόητο.
“Κρατάω” – έγραψε ο Παντελής Μπουκάλας μια θέση στην καρδιά μου για τον Κωνσταντίνο. Για το φιλοσοφημένο χιούμορ του, την πραότητά του, τον τρόπο του να λέει ιστορίες. Πολλές ιστορίες. Να μία. Ηταν στη δημοσιογραφική αποστολή που συνόδευε τον Ανδρέα στην Αμερική. Κι έμενε σε ουρανοξύστη, πολύ ψηλά.
Δίψασε για τσιγάρο, δεν άντεξε, κατέβηκε στο πεζοδρόμιο, πέρα-δώθε, πέρα-δώθε ρουφώντας. Ωσπου διασταυρώθηκε με τον Αντονι Κουίν. Είχε κατέβει και αυτός να καπνίσει. “Κι εσείς εδώ στα χαμηλά, κύριε Ζορμπά;” του είπε ο Κωνσταντίνος, μισό έκπληκτος – μισό περήφανος που μοιραζόταν την αποβολή με έναν θρύλο».
«Ακριβώς» έγραψε η Μαργαρίτα Πουρνάρα επίσης στην «Καθημερινή» επειδή είχε μόρφωση, κρίση, χιούμορ στον υπερθετικό βαθμό, άρα και αίσθηση της αφθονίας του γελοίου που επικρατεί στη χώρα, ο Κωνσταντίνος ποτέ δεν προσπάθησε να εκτεθεί σε κοινά και οφίκια που δεν συμβάδιζαν με τη φιλοσοφία του για τη ζωή. Αλλωστε, ούτε η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του ούτε οι αρχές του επέτρεπαν συμβιβασμούς που τον ξεπερνούσαν.
Προτιμούσε να διαλέγει ο ίδιος τις παρέες του και τους ανθρώπους με τους οποίους διατηρούσε αγαθές σχέσεις, ασχέτως της συχνότητας των επαφών τους. Με αυτή την έννοια απολάμβανε τον σεβασμό των ομοτέχνων του και την καλή διάθεση των φίλων του απέναντί του, ακόμη και σε περιπτώσεις διαφωνίας. Γιατί ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος ήταν ένας σπάνιος και πολύτιμος άνθρωπος!»
Ο σκηνοθέτης Βασίλης Παπαβασιλείου μιλώντας για τη φιλία τους έλεγε: «Εκείνος αγαπούσε το θέατρο κι εγώ τη δημοσιογραφία. Σε κάποια θεατρική σκηνή δεν πρέπει να ανέβηκε ποτέ, όμως κουβαλούσε το χάρισμα, κληρονομιά από τον πατέρα του, Ιωάννη, καθηγητή στο ΕΜΠ, πολιτικό μηχανικό, ο οποίος διέθετε το εκτόπισμα ενός σοβαρού κλόουν. Ενώ η μητέρα του η κ. Βιβίκα είχε συμβάλει στην ολοκλήρωση της προσωπογραφίας του χάρη στο κερκυραϊκό touch και στη σχέση της με τη μουσική (ήταν πιανίστρια).
Πέρασα τα μισά χρόνια της ζωής μου μαζί του. Ηταν ο φίλος μου. Γιατί; Γιατί, όπως είπε ο Μονταίνιος για τη σχέση του με τον Λαμποασί, “ήταν αυτός και ήμουν εγώ”».