«… ο αμοραλισμός των

κομματικών στρατών, διαχειρίζεται την ανθρώπινη

ύπαρξη σαν άβουλο πιόνι στη

σκακιέρα της πολιτικής τους επιβίωσης»

Χρωστάμε πολλά σε αυτή τη ζωντανή μετάδοση. Διείσδυσε αθόρυβα από ένα ανυποψίαστο άνοιγμα, από το καπάκι της κατσαρόλας που βράζουν όσα πολιτικά μαγειρεύουν να μας σερβίρουν, και απελευθέρωσε όλο τον ατμό της εγκαυματικής μνήμης  των 49 νεκρών της εφιαλτικής πυρκαγιάς της Ηλείας το 2007, μαζί με τα αχαλίνωτα  χάχανα της πολιτικής διαφθοράς για την εξαγορά ψήφων.  Με ασυγκράτητη ορμή, ο πρώην υφυπουργός Οικονομίας Π.Δούκας, περιγράφει στην κεφάτη ομήγυρη πώς γύρισε το παιγνίδι,  «εκεί που πέφταμε με 15%, και θα καταστρεφόμασταν…».

Εκεί λοιπόν ο Δήμαρχος Σπάρτης ενέσταξε  το πολιτικό του καταστάλαγμα  know how για το πώς πετσόκοψε τους πολιτικούς του αντιπάλους: «Όπως θυμάσαι είχαμε πάει στην Ηλεία στις φωτιές τότε, έτσι πήραμε τις εκλογές το 2007. Είχαμε κατέβει κάτω με τσάντες και αποζημιώναμε» περιγράφει εκστασιασμένος  ο πρώην υπουργός. Σκηνοθετικά θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος άνετα κάτω από τον ανυπόκριτο αυτοθαυμασμό του, ως μουσικό “χαλί” το επικό τραγούδι του Θέμη Ανδρεάδη «είμαι πολύ ωραίος … Βεβαίως βεβαίως», καθώς δεχόταν την επιβράβευση των ομοτράπεζων του για «τα αξέχαστα αυτά χρόνια» μαζί με τα διθυραμβικά σχόλια του πρώην υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Σπήλιου Λιβανού  που κάνει ταμείο για το πόσο «υπολειπόμεθα ότι και να κάνουμε μετά από αυτή την εποποιία» .

Αυτά τα διδάγματα πολιτικής επιβίωσης, με όπλο την παροχολογία με αγοραίους όρους, ειπώθηκαν με φόντο μια από τις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας της χώρας, όπου 49 άνθρωποι αποτεφρώθηκαν μέσα σε μια πύρινη φρίκη, για την οποία  το φταίξιμο έπεσε στις «ασύμμετρες απειλές» και το «στρατηγό άνεμο».

Και εκείνο που ξεχειλίζει την οργή από αυτό τον απάνθρωπο κυνισμό απέναντι στη μνήμη αυτών που χάθηκαν και των οικογενειών τους που τους κλαίνε ακόμα, είναι τα χάχανα της αυτοϊκανοποίησης που δυστυχώς αντηχούν και από άλλα στόματα αυτών που βαδίζουν στους διαδρόμους της εξουσίας με τους ίδιους  πολιτικούς όρους. Είναι ο  αμοραλισμός των κομματικών στρατών, που διαχειρίζονται την ανθρώπινη ύπαρξη σαν άβουλο πιόνι στη σκακιέρα της πολιτικής τους επιβίωσης.

Ένα πιόνι, που θα νιώθει τύψεις για την τυρόπιτα που δεν πήρε απόδειξη, που θα μένει άλαλο όταν απολύεται, που θα ευγνωμονεί για το πενιχρό επίδομα ανεργίας, που θα λυγίζει τη μέση του δουλοπρεπώς όταν δεν πληρώνεται, που θα φορτώνεται σιωπηλά όλους τους νέους φόρους και τις αυξήσεις,  που δεν θα βουρκώνει όταν βλέπει ότι καθημερινά χάνονται 100 άνθρωποι από την πανδημία γιατί οφείλει να αντιμετωπίζει ως πολυτέλεια τη δημόσια υγεία, που δεν θα εξεγείρεται στην ανελέητη υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας, που θα πνίγεται στις ενοχές της ατομικής ευθύνης, που όταν πεινάσει η μια κοινωνική ομάδα θα τρώει τις σάρκες της άλλης και θα υποτάσσεται αδιαμαρτύρητα στα κελεύσματα της μαζικής συμμόρφωσης.