Το Σάββατο έζησε την αγωνία των ανθρώπων

που γνώριζαν τον εφιάλτη. Ευχή της:

ποτέ ξανά…

«Η βροχή ακουγόταν δυνατά από τα παράθυρα. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Ο θόρυβος ήταν πιο έντονος από ό,τι συνήθως… Κατέβηκα στον κάτω όροφο, νερά είχαν εισβάλει παντού. Ξύπνησα τα παιδιά και τον σύζυγό μου, μαζέψαμε ό,τι μπορούσαμε και βουρ για την πόρτα… Όμως, το αυτοκίνητο είχε γεμίσει λάσπες, ούτως ή άλλως οι δρόμοι δεν ήταν προσπελάσιμοι.

Τα νερά είχαν αρχίσει να ανεβαίνουν επικίνδυνα τις σκάλες. Αισθάνθηκα ότι δεν ήμασταν ασφαλείς πουθενά. Πήρα τη μικρή αγκαλιά και τον μεγάλο από το χέρι και κλειστήκαμε στο δωμάτιο… Άδικος κόπος, μάταια όνειρα… Δεν ήταν ασφαλές καταφύγιο ούτε αυτό. Η πυροσβεστική ήταν ξεκάθαρη: “Ανεβείτε στην ταράτσα όσο πιο ψηλά μπορείτε και περιμένετε, στόχος μας είναι να σώσουμε ζωές, δεν προλαβαίνουμε…”.

Δε με ένοιαζε για μένα, ας πνιγόμουν… Τα παιδιά, όμως; Τι τέλος είναι αυτό για τα μικρά μου; Εκεί ψηλά είχε στηθεί μια ιδιαίτερη γειτονιά, μέσα στην απελπισία ο ένας έδινε κουράγιο στον άλλο. Όλοι οι κάτοικοι του δρόμου στις ταράτσες να φωνάζουν “κάντε υπομονή, θα περάσει η μπόρα, θα σωθούμε. Είμαστε καλά…”.

Οι ώρες περνούσαν… αγωνία, απελπισία ακόμα και ασφυξία. Καμία σκέψη για τις χαμένες περιουσίες και τον κόπο μιας ζωής. Κομμάτια ή μάλλον λάσπη να γίνουν. Τα παιδιά, τα παιδιά να γλιτώσουν μόνο Θεέ μου, σε παρακαλώ…».

Σκέψεις μιας μητέρας που τον Νοέμβριο του 2020 έζησε τις πλημμύρες στον δήμο Χερσονήσου. Τότε δεν είχαμε ανθρώπινες απώλειες, μόνο τεράστιας έκτασης ζημιές σε σπίτια και καταστήματα.

Ακόμα και σήμερα άνθρωποι αγνοούν την τύχη των αυτοκινήτων τους, τα πήρε η θάλασσα και έγιναν ένα με τον βυθό.

Η Μαρία κάποτε άκουγε τη βροχή και έτρεχε στο παράθυρο. Μάλωνε με τους γονείς της που της έλεγαν να μη βγει στον δρόμο με τέτοια καταιγίδα. Επέμενε να μην κρατάει ομπρέλα.

Σήκωνε το πρόσωπό της και άφηνε τις σταγόνες να τα ξεπλύνουν όλα. Λίγο γκούχου γκούχου ήταν πολύ μικρό τίμημα μπροστά σε αυτή την απόλαυση που της χάριζε πάντα ο χειμώνας.

Και αυτή η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος… Ας λένε όλοι για το καλοκαίρι, τι μπορεί να συγκριθεί με αυτό;

Τώρα, όμως, με την πρώτη ψιχάλα τρέμει το φυλλοκάρδι της. Μαλώνει με τον σύζυγό της γιατί επιμένει να ξαγρυπνά στο προσκεφάλι των παιδιών κάθε φορά που βρέχει.

«Είσαι τρελή» της λέει. «Το ξέρω»  απαντά.

Το Σάββατο έζησε την αγωνία των ανθρώπων που γνώριζαν τον εφιάλτη. Ευχή της: ποτέ ξανά…