Στο κέντρο του κόσμου δεν έτυχε να βρεθώ ποτέ.  Ούτε και να μπω στο μάτι του κυκλώνα. Και η Γη του… Πυρός είναι ξένος για μένα προορισμός. Ή μάλλον έτσι νόμιζα… Μέχρι που πέρασα το μεσημέρι του Σαββάτου από την Πλώρα του Δήμου Γόρτυνας!

Η ζέστη αφόρητη, αλλά ο καύσωνας προαναγγελθείς και συνεπώς δεν θα μπορούσα να γκρινιάξω, αφού σε μια καυτή μέρα επέλεξα, το ούτως ή άλλως θερμότερο σημείο της Κρήτης, για το πρώτο μου μπάνιο: την ευρύτερη περιοχή του Λέντα. Μετά και το «πράσινο φως» των λοιμωξιολόγων, έβαλα το μπανιερό μου, φόρτωσα τα μπαγκάζια μου και πήρα τον δρόμο για τη Μεσσαρά.

Η Πλώρα είναι κομβικό σημείο διότι ακριβώς μετά τον οικισμό, αρχίζει η ανάβαση στα Αστερούσια όρη τα οποία βλέπουν στα πανέμορφα ακρογιάλια της νότιας Κρήτης. Με τη ζέστη την «είχα ακούσει» κανονικά, αλλά δεν φανταζόμουν ότι είχα υποβάλει τον εαυτό μου στις συνέπειες ενός ρεκόρ!

Έχοντας φτάσει πια στη θάλασσα και σερφάροντας στο… διαδίκτυο διάβασα ότι στην Πλώρα του Ηρακλείου σημειώθηκε το ρεκόρ της υψηλότερης θερμοκρασίας (41,8) που έχει καταγραφεί στην Ελλάδα μήνα Μάιο, από τότε που τοποθετήθηκαν τα σχετικά μηχανήματα! Δεν χάρηκα ακριβώς, αφού παρά τις καιρικές συνθήκες λίγο νωρίτερα είχα βιώσει την απόλυτη ψυχρολουσία.

Ο αγαπημένος μου κολπίσκος στον οποίο κατέβηκα με κίνδυνο να… σπάσω το αυτοκίνητο, μού επεφύλασσε μια δυσάρεστη έκπληξη, αδιαφορώντας για τα τόσα χιλιόμετρα μέσα στον καύσωνα και για την… τιμή που του έκανα.

Ήταν γεμάτος τσούχτρες! Μοβ, καλοθρεμμένες και δαγκανιάρες, όπως μας πληροφόρησαν άλλοι λουόμενοι- όσοι δηλαδή δεν είχαν φύγει άρον άρον. Πρέπει να ήταν κοπάδι, όχι μόνο την ημέρα εκείνη αλλά και τις προηγούμενες, που κάποιοι τις έβγαζαν κατά δεκάδες με τους κουβάδες, αλλά αποδεικνύονταν ανεξάντλητες.

«Και στο Δισκό και στο Λέντα τα ίδια», είπε άλλη λουόμενη. Έφυγα κακήν κακώς και πήγα στο Δισκό με την ελπίδα ότι η πληροφορία δεν στέκει. Με κρύα καρδιά, η αλήθεια είναι, βούτηξα και όλα καλά. Ωστόσο μια ώρα αργότερα κάποιοι έβγαλαν μερικές με το καλάμι… Καχεκτικές, αλλά τσούχτρες.

Δεν μας θέλει σήμερα, είπα, και αναζήτησα καφέ. Δεν μπορεί- λέω- κάποια εσπρεσιέρα θα λειτουργεί στη ζούλα- έστω και μέσα στο μίνι μάρκετ. Αποτυχία σκέτη. Το μόνο που βρήκα από καφέ, ήταν σπαστός…  santos! Είχα να χτυπήσω φραπέ από το στρατό, στο απομακρυσμένο φυλάκιο. Ειδικές συνθήκες, λέω, και ας μη μεμψιμοιρούμε.

Πήρα το δρόμο της επιστροφής. Απόγευμα πια και η θερμοκρασία ελάχιστα είχε υποχωρήσει. Το κεφάλι κουδούνι κι ο ιδρώτας κορόμηλο. Στην ανηφοριά το κλιματιστικό του αυτοκινήτου, δεν παίζει… Γιατί δεν θα ανεβαίναμε ούτε την επομένη. Πάνω που πάμε να ισιώσουμε, ένας λαγός βγαίνει στο δρόμο μας.

Σαστισμένος και ζαλισμένος από την ανυπόφορη ζέστη- λες και του είχαν πετάξει προβολέα στα μάτια. Προσπαθούσε να διαφύγει και έπεφτε με δύναμη πάνω στην περίφραξη, μέσα από τη οποία έβοσκαν πρόβατα. Αυτή η ζέστη θα μας τρελάνει- είπα- και συνέχισα.

Ανοίγω το ραδιόφωνο. Ακούω για σχέδιο περικοπών στο δημόσιο και άλλων ευέλικτων μορφών εργασίας, που μου κάθονται στα ρουθούνια. Το κλείνω και συνεχίζω με ανοικτά παράθυρα. Να φάω όλη τη ζέστη, να πειραματιστώ πόσο θα αντέξω.

Φτάνω Ηράκλειο, συνεχίζω για Καρτερό να κόψω κίνηση. Αμνισσός και Τομπρούκ, πατείς με πατώ σε! Ποια μέτρα, ποιες αποστάσεις; Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα τόσα αυτοκίνητα στο συγκεκριμένο σημείο, από όπου περνώ καθημερινά. Συνεχίζω για το χωριό σκεπτόμενος την καταστρατήγηση των μέτρων.

Τουλάχιστον εδώ, είπα, δεν έχει λουόμενους να συνωστίζονται. Αμ δε.. Σε πισίνα κατοικίας, που δεν τη λες και ολυμπιακών διαστάσεων, κολυμπούσαν δεκάδες αγόρια και κορίτσια, που ήθελαν να σβήσουν τη κάψα τους, στο χλωριούχο νερό.

Μα μήπως είμαι εγώ ο μίζερος και ο “μη μου άπτου”, που γράφει και η Καινή Διαθήκη, σκέφτηκα, προσπαθώντας ν’ αποβάλω την άμμο και το ψιλό τσαϊλάκι από τα πατάκια του αυτοκινήτου μου!

Και καθώς έσκυβα, θυμήθηκα ότι δεν έχω νηστέψει για να κοινωνούσα χθες, τώρα που έδωσαν το “ok” και οι Συνοδικοί!