Επίσημα ανακοινώθηκαν τα στοιχεία της βίας κατά των γυναικών στην Κρήτη. Οι αριθμοί αμείλικτοι, αλλά στην πραγματικότητα θα πρέπει να μας σοκάρουν;
Μάθαμε δυστυχώς όλο και πιο συχνά να «πέφτουμε από τα σύννεφα», αλλά η ενέργεια αυτή ελάχιστη αξία έχει. Στα 1.508 λέει τα καταγεγραμμένα περιστατικά βίας στην Κρήτη το 2024. Πολλά; Πάρα πολλά. Αλλά λίγα αν διαβάσει κανείς και τις παρατηρήσεις στα «ψιλά γράμματα» της έκθεσης του Παρατηρητηρίου της βίας κατά των γυναικών στην Κρήτη.
Λέει λοιπόν η έκθεση ότι υπολογίζεται για κάθε περιστατικό που καταγγέλλεται πως υπάρχει ένα αντίστοιχο που δεν καταγγέλλεται ή που αποσύρεται η καταγγελία που έχει γίνει γι’ αυτό. Ο λόγος: ο κοινωνικός στιγματισμός και η περιθωριοποίηση τα οποία φοβάται η παθούσα.
Η ιστορία γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα παρακάτω και είναι η απάντηση σε κάποιους που υποστηρίζουν πως οι «ξένοι» οικονομικοί μετανάστες που ήρθαν, μας τα έφεραν αυτά. Τι λέει λοιπόν; Ότι αυτές οι γυναίκες που δεν καταγγέλλουν τους συντρόφους τους για ενδοοικογενειακή βία είναι Ελληνίδες.
Αυτές είναι που φοβούνται την κοινωνική κατακραυγή, προφανώς και τη στάση φίλων και συγγενών που τις περισσότερες φορές «δεν θέλουν να ξέρουν». Είναι αυτές που γιόρταζαν στις 8 Μαρτίου κι έβγαιναν με τις φιλενάδες, φωτογραφίζονταν κάποιες δέχονταν και δώρα. Και μετά έκλειναν την πόρτα και σιωπούσαν.
Στην κάθε είδους κακοποίηση: Σωματική, λεκτική, έλλειψης σεβασμού και υποτίμησης της προσωπικότητάς τους. Γυναίκες που τις συναντάμε παντού και τίποτα δεν καταλαβαίνουμε.
Άραγε γιατί πιστεύουν κάποιοι ότι η κακοποίηση αποκαλύπτεται μόνο με μελανιές; Σε μια μορφή ακραία λίγο ίσως πριν την απόπειρα δολοφονίας ναι. Αλλά γιατί άραγε οι ίδιες οι γυναίκες φοβούνται να μιλήσουν;
Ελπίζουμε πως στα χρόνια που περνούν πλέον οι αστυνομικοί ακούνε τις γυναίκες και δεν λένε αυτό που παλιά είχαμε ακούσει «ένα χαστούκι ήταν, δε σε σκότωσε κιόλας, άντε στο σπίτι σου να τα βρείτε».
Φαντάζομαι πως όταν μια γυναίκα μάθει να μη μιλάει, και έτσι δυστυχώς μαθαίνουν πολλές γυναίκες, αρχίζει να μην λειτουργεί με καθαρή σκέψη. Βάζει η ίδια τον εαυτό της στη θέση του θύματος και κάποιες φορές ικανοποιείται από αυτό. Αλλά για τόσο μπερδεμένες καταστάσεις προφανώς υπεύθυνοι είναι να μιλήσουν οι ειδικοί ψυχικής υγείας.
Απλώς εγώ αναρωτιέμαι πόσο και τι άλλαξε από την εποχή που πήγαινα στο γυμνάσιο, πριν 45 χρόνια και ένα 14χρονο κορίτσι εξαναγκάστηκε σε γάμο με έναν άνδρα που την περνούσε 20 και πλέον χρόνια, για να «καλυφθεί» ανάρμοστη -κατά την οικογένειά της- σχέση με έναν 20χρονο.
Την ίδια περίοδο με τυμπανοκρουσίες σε χωριό της Κρήτης κάποιοι πανηγύριζαν γύρω από ένα σεντόνι παρθενίας μιας επίσης 14χρονης. Ήταν περιστατικά που «σημάδευαν» τα κορίτσια εκείνης της εποχής κάνοντάς τα να αισθάνονται παιδιά ενός Θεού που δεν τις αγαπούσε αλλά τις κατέκρινε.
Μετά από αυτά, ώρες ώρες έχω την αίσθηση ότι πολλά έχουν αλλάξει. Και έχουν αλλάξει στα αλήθεια. Αλλά όταν βλέπω την ενδοοικογενειακή βία να εκτοξεύεται και τις γυναίκες να γίνονται θύματα αναρωτιέμαι αλήθεια, πόσο δρόμο θα χρειαστεί να διανύσουμε ακόμα για να σταματήσει όλη αυτή η αρρώστια;
Γιατί περί αρρώστιας και μάλιστα σοβαρής που μαστίζει την κοινωνία πρόκειται. Μόνο να αναλογιστούμε πόσοι άνθρωποι, παιδιά που σήμερα μεγαλώνουν μέσα στην ενδοοικογενειακή βία, θα κληθούν να αναλάβουν τις τύχες της κοινωνίας αύριο, φτάνει. Και πώς θα τις αναλάβουν άραγε; Όπως έμαθαν; Αυτό είναι τελικά το επικίνδυνο, ο εθισμός και η αντίληψη ότι η βία είναι κανονικότητα!