Οι εποχές άλλαξαν και οι σημερινοί υποψήφιοι δεν θα στηθούν με αγωνία, με περιέργεια ακόμα και με κουτσομπολίστικη διάθεση να δουν πώς έγραψαν και πού περνούν οι συμμαθητές τους

Στο παιδικό μου δωμάτιο, στο συρτάρι του γραφείου μου υπάρχει ακόμα φυλαγμένο ένα φύλλο της «Π» με ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου του 2001.

Το όνομά μου φιγουράρει κάπου στις σελίδες του, όχι ως δημοσιογράφου αλλά με την ένδειξη ότι ως απόφοιτη του 4ου Λυκείου Ηρακλείου κατέκτησα μια θέση στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ στη Θεσσαλονίκη.

Λίγο πιο πάνω, λίγο παρακάτω, σε διπλανές σελίδες υπάρχουν τα ονόματα φίλων μου, σημερινών κουμπάρων μου, ανθρώπων που κρατάω επαφή ή έχω να δω χρόνια και αναρωτιέμαι πότε – πότε τι να κάνουν σήμερα.

Όταν έμενα ακόμα στο πατρικό μου, καμιά φορά έπαιρνα στα χέρια μου αυτό το ένθετο και αναζητούσα τα ονόματα ατόμων που δε θυμόμουν πού είχαν περάσει τότε, έβλεπα το τμήμα εισαγωγής τους και φανταζόμουν την πορεία που θα ακολουθούσαν.

Την ημέρα που ανακοινώθηκαν οι βαθμοί, δύο μήνες νωρίτερα, θυμάμαι ότι με τις φίλες μου πήγαμε στο 4ο και στη συνέχεια το 2ο Λύκειο, όπου συμπληρωνόταν το παζλ της παρέας.

Το πρώτο άτομο που είχα πάρει τηλέφωνο ήταν η καθηγήτρια των αγγλικών μου, η οποία συγκινήθηκε όταν έμαθε ότι ακόμα δεν είχα πει τα ευχάριστα στους γονείς μου αλλά πήρα πρώτα εκείνη για να μοιραστώ τη χαρά μου. Εξάλλου, ο βαθμός των αγγλικών που εξασφάλισα χάρη στη βοήθειά της ήταν ένα δυνατό χαρτί για την εισαγωγή μου στο τμήμα της επιλογής μου.

Οι εποχές άλλαξαν και οι σημερινοί υποψήφιοι δε θα στηθούν με αγωνία, με περιέργεια ακόμα και με κουτσομπολίστικη διάθεση να δουν πώς έγραψαν και πού περνούν οι συμμαθητές τους. Όλα αυτά, πια, αποτελούν προσωπικά δεδομένα ή αλλιώς μυστικά του κράτους…

Ακόμα και χθες, όμως, το τηλέφωνο της «Π» χτύπησε, στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ένας περήφανος πατέρας που με αγωνία ρωτούσε πότε θα δημοσιεύσουμε τους αριστούχους από το σχολείο του γιου του. Ήδη, κάποιοι τυχεροί είδαν το όνομά τους, άλλοι περιμένουν και άλλοι δε θα το δουν ποτέ…