Τι κρίμα, δε νιώθουν την απόγνωση ενός πατέρα που παλεύει για να μην πέσει το παιδί του από τη βάρκα

Είναι ό,τι πιο ντροπιαστικό έχω δει τα τελευταία χρόνια στο Facebook, κάτι ήξερα και το απέφευγα τόσο καιρό, αλλά ας όψεται η φύση της δουλειάς μου.

Δύο εικόνες φιγουράρουν πλάι- πλάι, από τη μία ασπρόμαυρο φόντο με τους Μικρασιάτες που για κάποιους…συνωστίζονταν στη Σμύρνη, και από την άλλη η σημερινή πραγματικότητα με τους ανθρώπους που φεύγουν από χώρες, όπως τη Συρία και, κάποιοι μάταια, αναζητούν την τύχη τους στην χώρα του Ξένιου Δία-λέμε τώρα…

“Όχι, δεν είναι το ίδιο το 1922 με τους πρόσφυγες που εκδιώχθηκαν, βιάστηκαν, βασανίστηκαν, σκοτώθηκαν… Μη μας συγκρίνετε με τους σημερινούς, δεν έχουμε καμία σχέση…”

Αυτό είναι το τσιτάτο τους και εγώ φέρνω στο μυαλό μου τον συγγενή μου που κουνούσε το κεφάλι του απογοητευμένος και μονολογούσε “πώς γίνεται να είναι φασίστες κάποιοι Μικρασιάτες;”

Αχ, βρε , παππού, τι κρίμα να μην είσαι εδώ να μου πεις κι εσύ τι κοινό έχεις με τις ψυχές που στοιβάζονται κι αυτές σε σάπιες βάρκες και δεν ξέρουν αν θα φτάσουν στην απέναντι όχθη…

Μικρό παιδί εσύ, έχασες τον πατέρα σου στους Βαλκανικούς, ξεριζώθηκες, λίγο έλειψε να χάσεις και τη δική σου ζωή, πολέμησες, πέρασες Κατοχή και πείνα κι όμως ήσουν από τους καλύτερους ανθρώπους του κόσμου. Κρίμα που είμαι ο “Βενιαμίν” της οικογένειας και δεν είχα την τύχη να ακούσω τόσες από τις ιστορίες σου που με ζήλο κατέγραψε η αγαπημένη σου «Ριρί».

Τι θα έλεγες σήμερα εσύ που όταν σε ρώτησα, περήφανη εγγονή εγώ για τον παππού μου το στρατιώτη, “πόσους είχες σκοτώσει στον πόλεμο, παππού;” εσύ έκλαψες για τις ψυχές τους, γιατί κι εκείνοι είχαν οικογένεια που θα θρηνήσει τον χαμό τους… Πού να καταλάβω τον πόνο σου τότε!

Αχ, αυτοί οι Μικρασιάτες που ήρθαν στην Ελλάδα, τους είπαν «Τουρκόσπορους»…τόλμησαν να φέρουν τα ήθη και έθιμά τους… και σήμερα, κάποιοι απόγονοί τους -τι κρίμα!- δε νιώθουν την απόγνωση ενός πατέρα που παλεύει για να μην πέσει το παιδί του από τη βάρκα. «Ας πάνε, μωρέ, να πνιγούν κι αυτοί, τι κοινό έχουμε;»