Ώσπου ξαφνικά όλοι ανακάλυψαν την Πλάκα και ο παράδεισός μου άρχισε να φθίνει
Ήταν μια πρωτομαγιά στα τέλη της δεκαετίας του ’80 όταν η στράτα των μετεφηβικών αναζητήσεων και οι ρόδες της εντούρο μηχανής μου μ’ έβγαλαν στην Πλάκα. Το χαρτζιλίκι μου έφτανε ίσα ίσα για να φάω δύο γόπες σε μια από τις δύο όμορες ψαροταβέρνες, που αντί για τραπέζια είχαν ακόμα πέτρινες πεζούλες. Ο «Μανόλης» και ο «Γιώργης» απ’ όσο θυμάμαι ήταν συγγενείς αλλά δεν είχαν και σχέσεις καλής γειτονίας.
Πήγαινα και στις δύο κάνοντας χάζι στα γκαρσόνια τους. Ο ένας διοπτροφόρος με φακούς- πατομπούκαλα, παιδί… όσα έρθουν κι όσα πάνε. Δεν είχε πρόβλημα ακόμα και να μαζέψει ατάραχος από κάτω τα μπαρμπούνια που είχε πάρει από το δίσκο ο διαβολεμένος άνεμος, που σηκωνόταν στην περιοχή, και να τα σερβίρει σα να μη συμβαίνει τίποτα. Ο άλλος της διπλανής ταβέρνας σοβαρός, αμίλητος, δουλευταράς, ήρεμος και κάπως ντροπαλός. «Αυτός έχει σπουδάσει Θεολογία» έβαζα στοίχημα κάθε φορά, μα ποτέ δεν τον ρώτησα. Αμφιβάλλω αν πέρα από την παραγγελία είχαμε πει ποτέ κάτι άλλο. Ούτε εγώ έμαθα το όνομά του ούτε αυτός το δικό μου. Γι’ αυτό και στο χαρτί της παραγγελίας μ’ έγραφε ο… «με το πράσινο καπέλο» λες και το chevignon τζόκεϊ μου ήταν και το σήμα κατατεθέν μου.
Αργότερα ανακάλυψα και την ταβέρνα του Βραχασώτη που είχε παντρευτεί την κόρη της Μπεμπελομαρίας, γνώριμης μορφής από το καφενείο- συνδετικού κρίκου με τη Σπιναλόγκα, όσο το νησί φιλοξενούσε ακόμα λεπρούς. Σ’ αυτή την ταβέρνα πάνω από το τζάκι υπάρχει ακόμα η φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε πάει για φαγητό εκεί κατά τη χρυσή εποχή της… ξαπλούντας!
Για πολλά χρόνια στην Πλάκα πήγαινα εκνευριστικά συχνά. Τόσο συχνά που οι άνθρωποι της παρέας μου… μίσησαν την περιοχή. Συνέχισα να πηγαίνω ακόμα και μόνος μου. Για τέτοια διαστροφή μιλάμε. Ώσπου ξαφνικά όλοι ανακάλυψαν την Πλάκα και ο παράδεισός μου άρχισε να φθίνει. Οι βοτσαλωτές παραλίες ή οι παραλίες μα τα λιόφυτα στην ακτογραμμή άρχισαν να αποκλείονται η μία μετά την άλλη, όταν τα ξενοδοχεία και οι πολυτελείς βίλες από το Τσιφλίκι και μετά, καταπατούσαν αργά αργά αλλά με σχέδιο τον αιγιαλό, προφανώς με την ανοχή των κρατικών φορέων.
Από «Το Νησί» και μετά, της Βικτόριας Χίσλοπ, οι ντόπιοι και ξένοι που έφταναν στην περιοχή πολλαπλασιάστηκαν και σήμερα η Σπιναλόγκα είναι ο δεύτερος σε επισκεψιμότηα αρχαιολογικός χώρος της Κρήτης μετά την Κνωσό. Μόνο που δεν είναι όλα ρόδινα για την περιοχή και ας ευημερούν οι αριθμοί.
Μπορεί να έσβησε ο δικός μου παράδεισος, αλλά γεννήθηκε ένας άλλος, ο… επενδυτικός, όπως αρέσκονται να λένε οι χαρτογιακάδες της εποχής. Η γη πέρασε στα χέρια ξένων και όχι μόνο. Ρώσοι επένδυσαν και έκτισαν ακίνητα, μεταξύ των οποίων και ακριβότερη βίλα της Ελλάδας. Και το real estate θριαμβεύει τώρα στην περιοχή. Οι εμβληματικές ταβέρνες δεν υπάρχουν πια, με την ιδιοκτησία και τους θαμώνες που γνωρίζαμε. Και πηγαίνοντας για φαγητό εκεί δεν κάνεις χάζι κανένα και τίποτα. Ακόμα και αν δεις τη Lady Gaga την οποία ο αστικός μύθος θέλει να φλερτάρει με όψιμο επιχειρηματία της περιοχής.
Αχ καημένη Πλάκα πόσο άλλαξες… Πόσο σε άλλαξαν!