Στα μάτια κάποιων ο «καλός δημοσιογράφος είναι ο νεκρός δημοσιογράφος».
Ο μέσος Έλληνας, ίσως και ο μέσος πολίτης αυτού του κόσμου- γιατί δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο- συνήθως τα έχει με τους πολιτικούς και τα βάζει με τους δημοσιογράφους. Τους θεωρεί υπεύθυνους για πολλά δυσάρεστα και επώδυνα πράγματα που συμβαίνουν στην καθημερινότητά του, τους καθιστά, στη συνείδησή του, υπόλογους για όσα πάνε στραβά και ανάποδα.
Για να είμαστε ειλικρινείς και δίκαιοι η κριτική που ασκείται στους δημοσιογράφους είναι εν πολλοίς βάσιμη, ο Τύπος «τις έχει δουλέψει» γιατί δεν μπόρεσε σε κανένα μέρος του κόσμου να είναι ανεξάρτητος, να κόψει τον ομφάλιο λώρο που τον συνδέει με την πολιτική και οικονομική εξουσία. Νωρίς αυτές οι εξουσίες πήραν χαμπάρι τη δύναμή του και κατάφεραν να τον «δέσουν» και εν τέλει να τον απαξιώσουν.
Ωστόσο, η επιθετικότητα και η ακραία πολεμική πολλές φορές είναι άδικη ειδικώς όταν συγχέεται ο ρόλος των «μίντια»- ο όρος πια έχει εντελώς αρνητική χροιά- με αυτό του δημοσιογράφου, όταν και ο ίδιος ο πολίτης δεν μπορεί να ξεκαθαρίσει στο μυαλό του τα συμφέροντα και τις υπόγειες διαδρομές μεταξύ των μέσων ενημέρωσης και των οικονομικών πολιτικών οργανισμών.
Συχνά δε ο πολίτης μπερδεύει τον αίτιο με τον κομίζοντα το μήνυμα. Τον δημοσιογράφο με τον πολιτικό που στην πραγματικότητα είναι αυτός που καθορίζει την ζωή του. Κι αυτό λογικό θα μου πείτε. Ο ένας αποφασίζει, ο άλλος μεταδίδει και…μένει η φωνή του μεταδίδοντος να αντηχεί στα αυτιά της κοινής γνώμης.
Την φωνή του Γιάννη Διακογιάννη θυμόμαστε να μας… ενώνει και να μας δονεί κι όχι τη στραβοκλοτσιά του Σαράφη. Εάν το μήνυμα είναι πολύ δυσάρεστο κι ενοχλεί τότε ο πολιτικός έχει την επιλογή της…διάψευσης και των «fake news» και καθάρισε αφήνοντας πάλι τον… Διακογιάννη ξεκρέμαστο!
Δεν ξέρω εάν ο «καλύτερος δημοσιογράφος έχει σκοτώσει τη μάνα του» ,αλλά σίγουρα ο χειρότερος δημοσιογράφος…είναι του κατηχητικού μπροστά στον «μέσο» πολιτικό. Αυτό το βλέπουμε πια σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον όπου η κλασική επίθεση στους δημοσιογράφους εξυφαίνεται σε ένα υπόγειο πολιτικού κόμματος, κατευθύνεται από κομματικά γραφεία και βρίσκει τρόπο να το κάνει πια πολύ επιτυχημένα με τα λεγόμενα τρολς.
Στα μάτια αυτών των τύπων ο «καλός δημοσιογράφος είναι ο νεκρός δημοσιογράφος». Τα λένε αυτά τα φρικιαστικά. Τα διαβάζετε. Αλλά κοιτάξτε το οξύμωρο. Μέρα μεσημέρι δολοφονείται στην χώρα μας ένας σημαντικός δημοσιογράφος (που δεν ήταν και ο πιο διάσημος ή πιο γνωστός) και όλοι σοκάρονται. Ακόμη και αυτοί -η πλειοψηφία δηλαδή- που έχουν να πουν τα χειρότερα. Γιατί άραγε; Τι κάνει τον πολίτη που τα χώνει καθημερινά στον Τύπο να… παγώνει στην είδηση μιας τέτοιας δολοφονίας; Γιατί… βλέποντας το αίμα δεν ευχαριστιέται, αλλά συγκλονίζεται;
Μα είναι τόσο απλό: Διότι αντιλαμβάνονται ότι μια σφαίρα στο στήθος ενός ρεπόρτερ μετατρέπεται στην πραγματικότητα σε βλήμα μπαζούκας στην καρδιά της δημοκρατίας. Το καταλαβαίνει ο κόσμος. Πέρα και πάνω από όποια κριτική μπορεί να κάνει στον καλό, στον κακό, στον κίτρινο Τύπο. Στο βάθος γνωρίζει ότι ο Τύπος είναι πυλώνας της δημοκρατίας. Κακοφορμισμένος, διαβρωμένος με πολλά σάπια στηρίγματα και καλούπια, αλλά είναι εκεί για να στηρίξει το οικοδόμημα που χωρίς αυτό το «δοκάρι» όχι μόνο θα καταρρεύσει, αλλά θα πάρει μαζί του όλο τον φέροντα οργανισμό του οικοδομήματος.
Γι αυτό το λόγο οι πολίτες όχι μόνο θέλουν να μάθουν ποιος και γιατί δολοφονεί τη Δημοκρατία, αλλά και να δουν την παραδειγματική του τιμωρία.