Στο γραφείο μια συζήτηση που κάνουμε συχνά είναι ότι δεν πρέπει να γράφουμε  μόνο τα δυσάρεστα και συνήθως ακολουθεί η ατάκα: «Γιατί, υπάρχουν και ευχάριστα;».

Κι όμως, υπάρχουν! Έστω κι αν βρίσκονται στην σκέψη μας σαν ζεστή καλοκαιρινή ανάμνηση, που ανυπομονούμε να την ξαναζήσουμε. Και αναρωτιόμαστε αν εκεί που θέλουμε να πάμε ξανά μετά από χρόνια, θα τα βρούμε όλα όπως τα αφήσαμε. Ήρεμα, γαλήνια, ανθρώπινα.

Αυτό το καλοκαίρι, το μυαλό μου κόλλησε σε ένα μικρό νησάκι κοντά στην Κρήτη, που είναι απαλλαγμένο από τα περιττά. Πηγαίνοντας στην Κάσο είναι σαν να επισκέπτεσαι στο χωριό, τη γιαγιά σου. Νοιώθεις αμέσως μια ζεστασιά να σε τυλίγει.

Χαμογελάω με νοσταλγία όταν σκέφτομαι αυτό το νησί με τις μπουκαμβίλιες, το εκτυφλωτικό λευκό στους τοίχους των σπιτιών, τα μπλε παράθυρα, τις φρεσκοβαμμένες βάρκες που αράζουν στο λιμανάκι, τους παππούδες που παίζουν τάβλι στο καφενείο.

Όπου κι αν βρίσκεσαι, ακούς τους Κασιώτες που βρέθηκαν μετανάστες στην Αυστραλία να μιλούν με την ξενική προφορά τους και να αγκαλιάζουν με φωνές και γέλια τους συγγενείς τους, που έχουν χρόνια να τους δουν.

Τα μεσημέρια και τα βράδια μαζεύονται όλοι μαζί στις ταβέρνες και αρχίζουν τα ούζα και τις παραγγελίες. Από τα φαγητά της Κασιώτικης κουζίνας δεν ξέρεις τι να πρωτοδοκιμάσεις. Γι’ αυτό τα παραγγέλνεις όλα, ξανά και ξανά! Χειροποίητα μακαρόνια με το τοπικό τυρί σιτάκα και τσιγαρισμένο κρεμμυδάκι από πάνω, ποτέ δεν θα ξεχάσω τη γεύση τους.

Μινιατούρες ντολμαδάκια, τα πιο νόστιμα που μπορείς να φανταστείς, κολοχτύπες με λαδολέμονο, πείνες, μένουλες ένα παστό ψάρι που μοιάζει με σαρδέλα, άγριο ροίκιο, της θάλασσας κάτι σαν ραδίκι που γίνεται σαλάτα.

Παγωμένη ρακί εννοείται για το τέλος και μυρωδιές από την κουζίνα που σε λίγο σε κάνουν πάλι να πεινάς.

Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να περάσεις όλες τις διακοπές σου γύρω από ένα τραπέζι, γι’ αυτό καλό είναι, μεταξύ άλλων, να προλάβεις να πας με το ταχύπλοο που κάνει αυτό το δρομολόγιο, στο κοντινό ακατοίκητο νησάκι Αρμάθια, με τα τροπικά διαυγή νερά του και την αψεγάδιαστη λευκή άμμο.

Αν ο παράδεισος ήταν επίγειος, θα βρισκόταν εκεί.