Είναι μερικές φορές που οι συγκυρίες μπλέκονται με έναν περίεργο τρόπο. Παρόλα αυτά όταν αυτό συμβαίνει κάπως βγάζει νόημα.

Ήταν 6 Δεκεμβρίου του 2008 όταν ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δολοφονήθηκε από τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα. Η εξέγερση που ακολούθησε κυρίως από νέους ανθρώπους επισκίασε φυσικά τα πάντα, μαζί με τις διαφορετικές αναγνώσεις που κάθε πλευρά του πολιτικού φάσματος επέλεξε να δώσει εκείνη την εποχή. Όλοι ή σχεδόν όλοι έψαχναν να βρουν το γιατί τόσοι νέοι άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους οργισμένοι.

Μια άλλη συζήτηση που απασχόλησε τότε τη δημόσια σφαίρα ήταν και το προφίλ του ίδιου του Κορκονέα, ο οποίος ήταν γνωστός για τον επιθετικό χαρακτήρα του και παρόλα αυτά υπηρετούσε κανονικά στο Σώμα και κουβαλούσε και όπλο.

Ακόμα και να πιστέψουμε την πλευρά της υπεράσπισης ότι εξυβρίστηκαν και προκλήθηκαν από την παρέα των νεαρών μεταξύ των οποίων ήταν και ο Γρηγορόπουλος, είναι προφανές ότι δεν επιτρέπεται να επιστρέψεις στο σημείο και να αρχίσεις να πυροβολείς. Δεν επιτρέπεται σίγουρα αν είσαι πολίτης και ένα παραπάνω όταν υπηρετείς ως όργανο της τάξης.

Οι δημοσιογράφοι της εποχής λοιπόν, έριξαν κάποια στιγμή – αφού σταμάτησαν να αποδομούν τις διαδηλώσεις – το φως του προβολέα στα περιβόητα ψυχομετρικά τεστ που γίνονται (;) στους αστυνομικούς, πόσο έγκυρα είναι αυτά, πόσο τακτικά γίνονται κ.ο.κ.

Επιστρέφουμε στο 2024. Πριν λίγες ημέρες είδε το φως της δημοσιότητας η γνωστή υπόθεση με τον αστυνομικό της Βουλής, ο οποίος κακοποιούσε σεξουαλικά και σωματικά τα παιδιά και τη σύζυγό του. Μάλιστα σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν γίνει προς το παρόν γνωστές, στις πράξεις εναντίον των παιδιών συμμετείχε και η σύζυγος του, επίσης αστυνομικός στο επάγγελμα.

Σε όλο αυτό το σκηνικό προστίθεται και το ότι είχαν λάβει γνώση των περιστατικών και εκπαιδευτικοί των παιδιών οι οποίοι δεν έκαναν απολύτως τίποτα. Αλλά αυτό είναι αντικείμενο για άλλο κείμενο.

Τα ερωτήματα που εγείρονται γύρω από αυτή την υπόθεση είναι προφανή και μοιάζουν οριακά ρητορικά δεδομένου του πόσο συχνά διατυπώνονται. Ελέγχονται και πόσο τακτικά οι άνθρωποι που υποτίθεται ότι είναι η δουλειά τους να μας προστατεύουν; Είναι κατάλληλοι να κουβαλούν όπλα πάνω τους ειδικά κάτω από συνθήκες τρομερής πίεσης (π.χ σε ληστείες); Είναι άνθρωποι που έχουν εκπαιδευτεί στοιχειωδώς ώστε να ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν σε έναν συνάνθρωπό τους;

Οι πάρα πολλές υποθέσεις που έχουν δει κατά καιρούς το φως της δημοσιότητας με αστυνομικούς να εμπλέκονται σε διαφόρων ειδών εγκλήματα και παραπτώματα, αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα είναι δομικό και ότι τα περιστατικά μόνο μεμονωμένα δεν είναι.

Η ίδια η Αστυνομία ως Σώμα δεν έχει φροντίσει να προστατεύσει ούτε τον ρόλο, ούτε την υπόληψή της. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ΕΔΕ που γίνονται μετά από περιστατικά, οι οποίες έχουν καταντήσει σύντομο ανέκδοτο για σημαντική μερίδα κόσμου.

Όλα αυτά τα ζητήματα, σίγουρα δεν έχουν να κάνουν με την υποχρηματοδότηση του Σώματος. Οι συνδικαλιστές ζητούν περισσότερη στήριξη και χρήματα για να κάνουν τη δουλειά τους και καλά κάνουν από τη μεριά τους.

Από την άλλη μεριά, οι κυβερνήσεις που κατά καιρούς έχουν τάξει την εξυγίανση της αστυνομίας τι έχουν πράξει προς αυτή την κατεύθυνση; Μήπως χρειάζεται κάπου εδώ να υπενθυμίσουμε τα μεγάλα ποσοστά που συγκέντρωνε η Χρυσή Αυγή στις τάξεις των αστυνομικών;

«Ποιος θα μας προστατέψει από τους προστάτες;»

Αυτό είναι το κυριότερο ερώτημα και επανέρχεται διαρκώς…