Ο πλουτισμός, ή έστω στις ημέρες μας ο βιοπορισμός μέσω της εξουσίας, είναι προτιμότερος απ’ οποιαδήποτε δουλειά γαλέρας στον κόσμο της κρίσης
Το τελευταίο διάστημα παρακολουθώ ενεός τις εξελίξεις κυρίως στα νέα Δημοτικά Συμβούλια, αλλά και λιγότερο στο Περιφερειακό.
Όχι πως δεν γνώριζα ή περίμενα κάτι περισσότερο. Άλλωστε είχα εκφράσει τη δημόσια άποψη πως ο «Κλεισθένης» όχι μόνο δεν έρχεται για να προάγει τη Δημοκρατία και τον πλουραλισμό, αλλά έρχεται για να μετατρέψει τους χώρους έκφρασης της Δημοκρατίας σε αρένα άσκοπης και ατέρμονης ρητορικής του τίποτα.
Δεν εκπλήσσομαι. Σαφέστατα όχι. Όμως θλίβομαι. Θλίβομαι βαθύτατα διότι στο πίσω μέρος του μυαλού μου κρυβόταν μια κρυφή ελπίδα πως ενδεχομένως να κρίνω λάθος, αυθαίρετα ή τουλάχιστον εμμονικά, τον νομοθέτη που έφερε τον “Κλεισθένη”. Χάθηκε κι αυτή.
Αυτό βέβαια που έχει ίσως ενδιαφέρον είναι ο τρόπος που εξελίσσονται τα Δημοτικά Συμβούλια. Αντιπαραθέσεις, φωνές, εντάσεις, κόσμιες και άκομψες ύβρεις, σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων απλά και μόνο γιατί μέσα σε αυτό το πολιτικό σύμπαν που αυτόκλητα ορίστηκαν υποψήφιοι σωτήρες ορισμένοι και άβουλα ψήφισαν αδιάφοροι ψηφοφόροι, η σχέση με τον φακό και τη δημοσιότητα έγινε εξάρτηση, η οποία ικανοποιείται σύμφωνα με τους όρους του Μέσου και όχι σύμφωνα με όρους πολιτικής.
Στο τέλος της ημέρας ωστόσο, αυτά που έχουν ειπωθεί, είναι το ίδιο κοινότυπα και όμοια απ’ όλους, σε βαθμό που αν μπορούσα να επηρεάσω τη βούληση του Θεού θα του ζητούσα να μας χαρίσει μια γλώσσα με μερικές μονάχα λέξεις, για να μην θαλασσοδερνόμαστε στην εξευτελιστική κατάχρηση πλουραλισμού της ελληνικής.
Εκτός από θλίψη, ωστόσο, έχω και απορία. Άραγε ο κόσμος κρύβει μέσα του τόσες εμμονές; Άραγε η κακία έχει ξεπεράσει σε τέτοιο βαθμό τα όρια, που επιβάλλει την παρουσία της σε κάθε συμβούλιο με σκοπό την απόλυτη αποδόμηση του σύμπαντος; Ναι και όχι. Ναι γιατί αυτά συμβαίνουν αντικειμενικά. Όχι διότι οι εμμονές πηγάζουν με γραμμή εκκίνησης το χρήμα.
Όσοι το έχουν αποκτήσει μέσα από την εξουσία, επιθυμούν λίγο περισσότερο από αυτό και μια ακόμα αυτοεπιβεβαίωση (και όχι αυτοϊκανοποίηση) του υπέρτατου τίποτά τους, που υποκατώτεροι ιθαγενείς προσκυνούν ως το απόλυτο υπερεγώ. Όσοι δεν το έχουν αποκτήσει, το αναζητούν διακαώς. Γιατί ο πλουτισμός ή έστω στις ημέρες μας ο βιοπορισμός μέσω της εξουσίας, είναι προτιμότερος απ’ οποιαδήποτε δουλειά γαλέρας στον κόσμο της κρίσης.
Έτσι, κανείς δεν αναζητά την αντικειμενική αλήθεια και κανείς δεν αποζητά τη δημοκρατική πρόοδο της πλειοψηφίας. Ο καθένας αποζητά τη δική του υποκατάστατη αλήθεια, που, ενώ δεν γνωρίζει, θρέφει ως τέκνο αντίδρασης, απέναντι σε οτιδήποτε δεν θυμίζει το σάπιο κουφάρι που κουβαλά. Κι ενώ πια έχει κατασταλάξει η σκόνη της οργής και κανείς δεν παρακολουθεί το συμβούλιο, η αντίδραση επιμένει να μην αποχωρεί, αφού η επόμενη ημέρα κρύβει μια ακόμα ελπίδα αυτοϊκανοποίησης, στην επόμενη ξεσκισμένη προεδρική καρέκλα με τρία ποδάρια, που όμως έχει ακόμα, παρθένας εραστές.