Αν ο Οδυσσέας Ελύτης ξανάγραφε το «Ένα το Χελιδόνι» διατηρώντας τη μουσική σύνθεση του Μίκη Θεοδωράκη, δεν ξέρω τι παραλλαγές θα έκανε στο τέλος και πώς θα διασκεύαζε τους στίχους «Θε μου Πρωτομάστορα μέσα στις πασχαλιές και Συ, Θε μου Πρωτομάστορα μύρισες στην Ανάσταση».

Στην εποχή που θεοποιήσαμε τη μάσκα και τα γάντια, πόσα περιθώρια έχουν οι μυρωδιές της άνοιξης και της Ανάστασης να εισβάλουν μέσα μας; Και οι πασχαλιές θα μυρίζουν οι πασχαλιές; Αν είναι στο χέρι τους, ναι, αν είναι στο χέρι μας, όχι.

Οι μασκοφόροι και οι γαντοφορεμένοι δεν έχουν όσφρηση, δεν έχουν αφή και όσοι νόσησαν δεν έχουν ούτε γεύση. Δεν ξέρουν καν σε ποιο Θεό πρέπει να πιστέψουν! Αυτός που κατοικεί στους ναούς κατάντησε σαν… απαγορευμένη αγάπη. Εκκλησίες κλειδαμπαρωμένες και Λειτουργίες χωρίς ποίμνιο. Ο Υιός του Θεού μπορεί να περιμένει, ο ιός του κορόνα είναι προ των πυλών και βασιλιάς του σκότους.

Όταν περάσει ο καιρός και καταλάβουμε ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι! Αυτό ντε, που δεν μας άφησε ο Χαρδαλιάς να σουβλίσουμε και μας προέτρεψε να το βάλουμε στον φούρνο. (Ελλάς στο φούρνο με πατάτες. Ημερολόγιο καραντίνας: Μαμά δεν μ’ αρέσει ο μπαμπάς. Καλά φάε μόνο τις πατάτες!). Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε, γιατί στα χωριά κάηκε το πελεκούδι.

Αν ο στόχος του ήταν οι αστοί να μην φάνε πέτσα στον καυτό ήλιο ή στη σκιά της πελώριας διαφημιστικής ομπρέλας, το πέτυχε. Την ύπαιθρο πάντως δεν την ποδηγέτησε, ούτε αυτός ούτε ο αξιότιμος κύριος Τσίοδρας- «…οι άλλες δύο εβδομάδες είναι κρίσιμες»! Η Ελλάδα πήρε τα εύσημα για την πειθαρχία και την πιο μικρή καμπύλη, μα του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υποφέρει.

Στο Άξιον Εστί του Αλεπουδέλη για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή. Πιο πολύ και από τις χαμένες εργατοώρες στα διαμερίσματα-φυλακές. Θέλει νεκρούς χιλιάδες, όπως στο Μπέργκαμο, στην Ισπανία, στο New York, στη Γιουχάν και στα άλλα σύγχρονα θυσιαστήρια.

Θέλει και οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους… Για μας χτυπά η καμπάνα, τους Έλληνες, που σε αυτό τον σκιώδη πόλεμο δεν έχουμε να επιδείξουμε αριθμό νεκρών τέτοιο που να μας βάζει στο πάνθεο της πανδημίας. Με μόλις τριψήφιο αριθμό νεκρών και με στατιστικά εποχικής γρίπης, πού πας ρε Καραμήτρο;

Είμαστε το όνειδος της πανδημίας! Συνεπώς, εμείς οι ζωντανοί πρέπει να δώσουμε το αίμα μας. Όχι αυτό που κάνουμε εθελοντικά, συχνά πυκνά, αλλά το άλλο που θέλουν να μας πιούνε τα εγχώρια και διεθνή αφεντικά στη νέα τάξη πραγμάτων, που, όπως σωστά έλεγε ο Τζιμάκος, εμείς θα είμαστε τα πράγματα! Πράγματα μεν, τσιπαρισμένοι και εμβολιασμένοι δε. Σαν τα πιστά σκυλιά των αφεντικών και τα σαλονάτα τετράποδα των βαριεστημένων κυριών της καθεστηκυίας τάξης.

Της τάξης που θέλει να επιβάλει ερημιά στις πόλεις και μαύρα σκοτάδια στα φωταγωγημένα βράδια μας. Βλέπουν την πρόβα τζενεράλε και τρίβουν τα χέρια τους. Όλα υπό έλεγχο, γιατί το μυαλό είναι ο στόχος, όπως διατυμπανίζουν οι άλλοι από το F/B που μέσα στην υπερβολή τους δεν έχουν κι άδικο. Μα πού θα πάει; Θα ξανάρθει η στιγμή που θα μυρίσει το σκοτάδι και όλη η άβυσσος.

Και τα αβυσσαλέα ντεκολτέ θα είναι θελκτικά χωρίς μάσκες, γάντια και αντισηπτικά. Και το ξενέρωτο «Χριστός Ανέστη» που απαγγείλαμε φέτος στα μπαλκόνια των κλουβιών μας θα αποδειχτεί άπαξ και θα μείνει στη μνήμη μας ως κάτι το απόκοσμο και το άγευστο, σαν το «τσάι με λεμόνι στο μπαλκόνι», που στο Άξιον Εστί δεν θα γραφόταν ούτε για πλάκα, αγαπητοί λοιμοξιολόγοι, επιδημιολόγοι, φιλελέ και νεοφιλελέδες, που βαυκαλίζεστε αυτάρεσκα!  Χριστός Ανέστη στους έγκλειστους και ας ετοιμάζουν από τώρα  τις φουνάρες του επόμενου Πάσχα.

Ο Ιούδας θα περιμένει. Σιγά μην απαρνηθεί για δεύτερη χρονιά τα 30 αργύρια, τότε που θα έχουν καταργηθεί και τα επιδόματα τηλεκατάρτισης από τα ΚΕΚ της εκλογικής πελατείας των κυβερνώντων, που στο μέλλον μπορεί και να μοιράζουν πτυχία πανεπιστημιακού κύρους! Θου, Κύριε…