Όλοι έχουν λαλήσει μα πιο πολύ αυτοί που μας κυβερνούν
Πραγματικά έχουμε λαλήσει. Μπορεί να είναι η άνοιξη με τη γύρη και τις ανθισμένες… αμυγδαλιές, μπορεί να είναι οι συνέπειες του εγκλεισμού, μπορεί και να μας… ψεκάζουν. Αλλά σίγουρα έχουμε λαλήσει. Άπαντες. Πάνε πέντε μήνες τώρα που δεν ξέρουμε πού πατάμε και πού βρισκόμαστε, χάσαμε τη μπάλα στη μάχη με τον ιό.
Και συνεχίζεται ένας γολγοθάς θανάτου που ο καθένας περιμένει να σηκώσει τον σταυρό του ή τον σταυρό ενός δικού του ανθρώπου. Μόνη ελπίδα τα εμβόλια- κάτι σαν την Ανάσταση- αλλά και πάλι βρίσκονται τρελαμένοι ανάμεσά μας, πολλοί που δεν θέλουν ούτε κουβέντα να ακούσουν. Προτιμούν τον Βαρραβά αντί τον Χριστό. Γνωστοί και μη εξαιρετέοι Φαρισαίοι. Σε όλα τους.
Κι εμείς τι κάνουμε στην άλλη πλευρά; Το γνωστό: «Των οικιών ημών εμπιπραμένων, ημείς άδομεν»! Έτσι μέχρι να περάσει η μπόρα και…την σκαπουλάρουμε. Η κυβέρνηση κάνει πως παίρνει μέτρα, εμείς κάνουμε πως τα τηρούμε.
Οι ειδικοί κάνουν πως συμφωνούν, αλλά όταν βγαίνουν στα κανάλια τούς νοιάζει μόνο το επιστημονικό τσιφλίκι τους, να γίνουν γνωστοί, δημοφιλείς ή και αρεστοί, άντε να πάρουν και κανένα προγραμματάκι. Και η αντιπολίτευση φωνάζει για προχειρότητα, για το συνεχιζόμενο λοκντάουν, αλλά οργανώνει και διαδηλώσεις ρίσκου και…ωρύεται όταν μαθαίνει ότι μπορεί να ανοίξουμε. Πού πάτε ωρέ τρελαθήκατε;
Λαλημένοι όλοι. Δεν ξέρω με τι μας ψεκάζουν, αλλά σίγουρα την μεγαλύτερη δόση την έχει λάβει η εξουσία που έχει και την ευθύνη. Ίσως γιατί εκεί ψηλά πέφτουν πρώτα εκεί τα σταγονίδια του ραντίσματος. Είναι μεγαλύτερη η δόση και η ζάλη γίνεται βέρντιγκο που σε οδηγεί σε κάθετη πτώση. Δεν ξέρεις τι μέτρα να πάρεις. Να ανοίξεις ή να μην ανοίξεις. Να συνεχίσεις το καταστροφικό λοκντάουν ή να ανοίξεις και να σε πάρει και να σε σηκώσει;
Δύσκολες εξισώσεις, αλλά βρήκαμε μία λύση να ξεχαστούμε. Να οργανώσουμε εν μέσω πανδημίας μια παράτα για τα 200 χρόνια από την επέτειο της ελληνικής Επανάστασης. Μια κομβικής σημασίας γιορτή που θα έπρεπε να γίνει σωστά, να γίνει με κάθε επισημότητα και να υπάρξει πάνδημη συμμετοχή.
Όπως και η πολεμική χρονιά του 1921 δεν επέτρεψε να εορταστεί η 100ετηρίδα έτσι και η πανδημία έδινε την αφορμή να αναβληθούν για την επόμενη έστω χρονιά οι όποιες εκδηλώσεις. Γιατί επέμειναν σε μια τόσο λανθασμένη θέση; Την 1η Φεβρουαρίου γράφαμε από τούτη εδώ τη θέση «στο τέλος θα γιορτάσουμε μόνοι μας το 1821- μήπως να το ξανασκεφτούμε»; Και να που γίνεται πράξη.
Καλούμε τον έναν και δεν έρχεται (Πούτιν), καλούμε τον άλλο και λέει πως θα έρθει αλλά δεν μπορεί (Μακρόν), η δε παρέλαση θα γίνει χωρίς κόσμο, χωρίς τη συμμετοχή εκείνου για τον οποίο γίνονται όλα αυτά. Για τον λαό! «Χαρά ‘στονε που στολιστεί κι ύστερα ν’ απομείνει»! Πόσο πια δεν το καταλαβαίνουν;
«Τα συλλογικά μας γενέθλια» όπως τα αποκαλούν έχουν ενδιαφέρον ,ιστορικό και ψυχολογικό, να τα εορτάσουμε αρκεί να είμαστε κι εμείς εκεί. Θα είναι μια εκδήλωση χαράς χωρίς τους…χαρούμενους; Να γίνει πάρτι χωρίς τον εορταζόμενο; Τότε πιο πολύ θα μοιάζει με θλιβερό μνημόσυνο πανδημίας- όχι πάνω από 9 άτομα! Και…Μπουρνέλης (μια τρομερή ιστορία που συνέβη μετά τον πόλεμο στις Γωνιές Μαλεβιζίου…) δεν θα ξαναϋπάρξει για να επιστρέψει ξαφνικά και να…φάει κόλλυβα από τα κόλλυβά του!