Ούτε πρέπει να φοβόμαστε να κάνουμε «λογαριασμό»
μήπως κατηγορηθούμε για ρατσισμό
«Να ξεσηκωθούμε να τους ξεβγάλουμε…» προέτρεψε την ομήγυρη του συνδαιτυμόνας στο κυριακάτικο τραπέζι που είχε στηθεί κάτω από τον ίσκιο μιας τεράστιας πλατανομουριάς. Αναφερόταν στην αιματηρή συμπλοκή του Τυμπακίου ανάμεσα σε ντόπιους και Πακιστανούς.
«Θα έχουμε πόλεμο με τους Τούρκους και δεν έχουμε ιδέα ποιοι μένουν πίσω, σε ποια χέρια θα αφήσουμε τα γυναικόπαιδα και τους ηλικιωμένους. Αυτοί θα μας φάνε λάχανο…. Πρέπει να τους φάμε εμείς πρώτα» έλεγε με αποφασιστικό ύφος.
Δαγκώθηκα… Δεν πίστευα ότι τα λόγια αυτά έβγαιναν από το στόμα ενός πραγματικά γλυκού ανθρώπου, ο οποίος λίγο πριν μιλούσε με πάθος για το μποστάνι του, τα ζώα του, το εκπληκτικό κόκκινο κρασί στο κελάρι του.
Η πραότητα στο πρόσωπο του χάθηκε σαν η κουβέντα γύρισε στα επεισόδια της Μεσσαράς και τους χιλιάδες Πακιστανούς που ζουν σε περιοχές της Κρήτης. Άλλος άνθρωπος έγινε. «Μύρισα» τον φόβο και την ανασφάλεια του.
Άνετη με την όλη κατάσταση δεν θα το παίξω. Παραδέχομαι ότι ανησυχώ για πολλά πράγματα και πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει σεβασμός, όπως επίσης πρέπει να υπάρχουν κανόνες και νόμοι που θα εφαρμόζονται προς όλους ανεξαιρέτως.
Τέτοιες προτροπές όμως με ανατριχιάζουν. Ακόμα και αν λέγονται για τις εντυπώσεις. Δεν είμαστε ημιάγριοι, δεν έχουμε τέτοια κουλτούρα. Από την άλλη δεν είμαστε (ή τουλάχιστον δεν πρέπει να είμαστε) και χώρα του «ό,τι κάτσει».
Ούτε πρέπει να φοβόμαστε να κάνουμε «λογαριασμό» μήπως κατηγορηθούμε για ρατσισμό. Ό,τι αναλογεί στον κάθε άνθρωπο, ντόπιο ή ξενομπάτη, με το χέρι στην καρδιά, με όρους δικαιοσύνης και νομιμότητας.
Ο …λογαριασμός όμως θα πρέπει να ξεκινήσει από τους δικούς μας υπερπατριώτες. Βγάζουν εξανθήματα για τους «απολίτιστους, σκληρούς, αλλόθρησκους, αιμοδιψείς και διεστραμμένους Πακιστανούς» αλλά είναι πρώτοι στη «μαύρη» εργασία, στο «μαύρο» ενοίκιο, γενικά στη «μαύρη» ζωή. Αυτά όμως φέρνουν και μαύρα χαμπέρια. Με το ένα χέρι στον σταυρό και στο Ευαγγέλιο και με το άλλο στην «σταύρωση».
Από τη μία τους αποκαλούν «μαγαρίσματα» και από την άλλη τους εξαγνίζουν (εξ ανάγκης) στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα θερμοκήπια, τις ελιές, τα σταφύλια, τη φουκαριάρα τη μάνα τους.
Θυμούνται ότι είναι παράνομοι με μία «καρφωτή» στην Αστυνομία για να γλιτώσουν τα δεδουλευμένα και από την άλλη κλαίγονται και βάζουν βύσμα βουλευτές για να αφήσει η Αστυνομία τους εργάτες τους… Πακιστανέ, Πακιστανέ σε σημειώνω στο καρνέ…
Θυμήθηκα τώρα εκείνον τον ανεκδιήγητο υπέρμαχο της Χρυσής Αυγής που κάθε χειμώνα έβγαινε στη γύρα να βρει αλλοδαπούς εργάτες για το λιομάζωμα. Χαμηλό μεροκάματο «πακέτο» με σπαστό καφέ και κονσέρβα ντακόρ. Μεγαλεία!
Το πατριωτικό του καθήκον για τα αλλοδαπά καρκινώματα «ξυπνούσε» στο τέλος της ελαιοκομικής περιόδου και έπεφτε ξανά σε «χειμερία νάρκη» την περίοδο του τρύγου.