Υπό το κράτος του σοκ του αδειάσματος από την Ουάσιγκτον τελούν ακόμα οι ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών. Εξακολουθούν ωστόσο να αναζητούν τα επόμενα βήματά τους, και οι κινήσεις τους μοιάζουν αργές και λίγες.

Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν επιχείρησε να αναλάβει μια πρωτοβουλία, την οποία όμως καλά-καλά δείχνει να μην μπορεί να τη διαχειριστεί, να μην ξέρει τι να την κάνει.

Γιατί εν τέλει οι άτυπες σύνοδοι που οργανώθηκαν στο Παρίσι, την περασμένη Δευτέρα και χθες, Τετάρτη, δείχνουν να επαναλαμβάνουν το σταθερό μοτίβο της ατέρμονης συζήτησης χωρίς τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων.

Με τον ίδιο τον Μακρόν να μην διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με τον Σολτς να είναι υπ’ ατμόν γιατί σε λίγες μέρες θα πρέπει να πακετάρει από την καγκελαρία, με τη Μελόνι πρόθυμη να υποστηρίξει πλήρως το μπλοκ Τραμπ-Μασκ, με τον Σάντσεθ να μην θέλει να αναλάβει ευθύνες για χάρη της Ουκρανίας και με το Ηνωμένο Βασίλειο σε μια αργόσυρτη κρίση ταυτότητας στην μεθόριο μεταξύ Ευρώπης, τι προσδοκίες μπορούσε να έχει κανείς από την πρώτη σύνοδο;

Η δε δεύτερη, έχοντας ήδη πάρει την επιβεβαίωση της αβουλίας και αναποφασιστικότητας από τις ηγεσίες των «μεγάλων», έφερε τους ηγέτες των μικρότερων χωρών στη βαρετή θέση της αναπαραγωγής εκθέσεων ιδεών.

Με όλα αυτά όμως δεν πάμε πουθενά. Η Ευρώπη δεν γίνεται να συνεχίζει να πορεύεται προσποιούμενη ότι θα ξυπνήσει από ένα κακό όνειρο και όλα όσα βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες θα διαψευσθούν. Ο Τραμπ είναι έτοιμος να συμβιβαστεί πλήρως με τον Πούτιν, ξεπουλώντας ουσιαστικά την ανεξαρτησία και ακεραιότητα της Ουκρανίας, μιας χώρας ακριβώς στην πόρτα της ΕΕ.

Την ώρα που η διακυβέρνηση Τραμπ τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια της Ουκρανίας και αφήνει εν μια νυκτί την Ευρώπη μετέωρη, οι ηγεσίες μας στην ανατολική πλευρά του Ατλαντικού εμφανίζονται πιο ανέτοιμες από ποτέ. Όλοι ελπίζουμε ότι έστω και την δωδεκάτη ώρα θα υπάρξει μια ανασύνταξη δυνάμεων και μια γρήγορη και αποφασιστική στροφή, όμως τίποτα πραγματικά δεν προμηνύει κάτι τέτοιο.

Οι επιμέρους χώρες είναι βυθισμένες στα εσωτερικά προβλήματα και τις προκλήσεις της ανόδου του ακραίου λαϊκισμού. Οι ηγέτες εμφανώς δεν μπορούν να διαχειριστούν το βάρος της συγκυρίας. Βαδίζουμε όλοι μαζί σε μια σοβαρή υποβάθμιση του πολιτικού και οικονομικού εκτοπίσματος της Ευρώπης και ουδείς αναλαμβάνει τις κρίσιμες πρωτοβουλίες αναστροφής αυτής της πορείας.

Μας μένει μόνο να ελπίζουμε ότι από κάποια τύχη δεν θα υποστούμε και κάποια βαριά πολεμική καταστροφή. Κάθε ημέρα που περνά σε απραξία, βαραίνει ακόμα περισσότερο τον λογαριασμό που θα έρθει. Και κανένας τελικά δεν μπορεί να πει πού θα φτάσει ο λογαριασμός και για πόσο θα τον πληρώνουμε…