«Παιδιά ξεκινάμε με ένα ανέκδοτο γιατί πιο πολύ ψωμί τρώγεται με το μέλι παρά με το ξύδι»
Μια συζήτηση στη δουλειά για τους δασκάλους που μας έχουν σημαδέψει με τον τρόπο τους και τη συμπεριφορά τους, αλλά κι εκείνους που μάλλον δεν έπρεπε να φέρουν αυτόν τον τίτλο, στάθηκε ικανή για να πυροδοτήσει τις αναμνήσεις μου από τα σχολικά χρόνια.
Στο νηπιαγωγείο εκείνο που θυμάμαι είναι ο… ύπνος. Μας έλεγε λοιπόν η νηπαγωγός ότι “τώρα και για την επόμενη ώρα θα βάλετε το κεφαλάκι σας μέσα στα χεράκια σας και θα κοιμηθείτε”… Μια μέρα που δεν είχα ύπνο… σήκωσα το κεφάλι μου και είδα την κυρία μας… να ράβει ένα ρούχο της…
Δημοτικό πήγα στο 24ο Σχολείο, εκείνο που βρίσκεται επί της οδού Γερωνυμάκη, απέναντι από το παλιό ΙΚΑ. Ένα σχολείο που στεγάζεται σε ένα πανεμορφο παλαιό κτήριο, στο οποίο θυμάμαι ότι όλο και προστίθεντο νέες αίθουσες αφαιρώντας σιγά-σιγά από την αυλή που παίζαμε.
Σ’ αυτό το σχολείο είχα την τύχη να έχω καλούς, εξαιρετικούς, αλλά κι έναν κακό δάσκαλο.
Με αγάπη θυμάμαι την κυρία Ευλαμπία, μια δασκάλα που φαινόταν ότι αγαπούσε πραγματικά τα παιδιά, με έναν πράο τρόπο και με μια γλυκύτητα στη μορφή.
Ο εξαιρετικός δάσκαλος ήταν ο κ. Μανουσάκης, καλή του ώρα όπου κι αν βρίσκεται. Ο κ. Μανουσάκης, στην έκτη τάξη, ήταν από τους δασκάλους που με επηρέασε πραγματικά, με τον τρόπο με τον οποίο μας συμπεριφερόταν. Τι έκανε ο αγαπημένος αυτός δάσκαλος που τιμούσε πραγματικά τον τίτλο του;
Κάθε πρωί που ξεκινούσε το μάθημα μας έλεγε ένα ανέκδοτο ή ένα αστείο. Γέμιζε από χαχανητά των παιδιών η τάξη κι έτσι όμορφα και χαλαρά ξεκινούσε το μάθημα. Όταν μια μέρα τον ρωτήσαμε “Μα κύριε γιατί κάθε πρωί μας λέτε αστεία;” η απάντηση του ήταν αυτή που μου δημιουργησε μια ολόκληρη κοσμοθεωρία.
”Παιδιά ξεκινάμε με ένα ανέκδοτο, γιατί πιο πολύ ψωμί τρώγεται με το μέλι παρά με το ξύδι”. Αυτή η απάντηση μού έγινε το σπουδαιότερο μάθημα, πέρα από τις πολλές γνώσεις που αποκομίσαμε από αυτόν τον δάσκαλο, αφού όλοι προσπαθούσαμε να είμαστε σωστοί απέναντί του.
Δεν είναι τυχαίο ότι όταν φύγαμε για το γυμνάσιο, την ημέρα της γιορτής του ,μια ομάδα από παιδιά που πηγαίναμε στο 3ο Γυμνάσιο, μαζευτήκαμε και πήγαμε στο παλιό μας σχολείο για να του ευχηθούμε.
Ο κακός δάσκαλος δεν έχει όνομα. Ήταν στριφνός, χωρίς πολλά -πολλά με τα παιδιά μέσα ή έξω από την τάξη. Ήταν αυτός που με έκανε να σιχαθώ τα μαθηματικά, όταν σε ένα λάθος που έκανα, σε μια άσκηση, με έπιασε από τα μαλλιά.
Δεν ήταν ο πόνος, αλλά ο πληγωμένος εγωισμός μου που με έκανε να μην θέλω να ξαναπάω σχολείο αν και ήμουν καλή μαθήτρια. Να μου τραβάει τα μαλλιά μπροστά σε όλη την τάξη ήταν για μένα μεγάλη προσβολή. Επίσης επειδή μου έβαλε 9 στην αριθμητική έχασα τη σημαία, με αποτέλεσμα να ρίξω το κλάμα της ζωής μου. Τόσα ήξερε, τόσα έκανε…
Η επόμενη εκπαιδευτικός που με επηρρέασε θετικά ήταν στην Β’ Λυκείου. Η κυρία Ελευθερία, ήταν η φιλόλογος που με έκανε να αγαπήσω την ελληνική γλώσσα, τους μεγάλους μας ποιητές και να πάρω κι ένα μεγαλοπρεπές 20άρι στην Έκθεση.
Την ένοιαζαν -τότε δεν ήταν και πολύ συνηθισμένο- και οι εκδηλώσεις και τα αφιερώματα. Όπως αυτό για τον μεγάλο μας ποιητή Κωστή Παλαμά, όπου είπα κι ένα ποίημα, στο κατάμεστο αμφιθέατρο του 3ου Λυκείου.
Ακόμα θυμάμαι λίγους στίχους κι ας ήμουν έτοιμη να λιποθυμήσω από το στρες της έκθεσης στο κοινό… Η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα».