Είναι πολλά περισσότερα από άσκηση θάρρους, η αναψηλάφηση σε κοινή θέα της αφόρητα εξαντλητικής ψυχικής οδύνης της σεξουαλικής κακοποίησης.

Έχω την ειλικρινή απορία, μέχρι τις 8 του Μάρτη που είναι η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, ποιο θα είναι το καταστάλαγμα της θύελλας που έχει ξεσπάσει μετά τη δημόσια εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου.

Δανείζομαι τον συμβολισμό της συγκεκριμένης μέρας, αλλά και το ικανό χρονικό διάστημα που μεσολαβεί, αδημονώντας με μια βαθιά εσωτερική αγωνία, για το ποιο θα είναι το αποτύπωμα που θα αφήσει στη συλλογική μας μνήμη, ένα συγκλονιστικό γεγονός που έφερε σε δημόσια θέα το ανεπούλωτο τραύμα μιας φλέγουσας πληγής που χάραξε τη ζωή μιας γυναίκας.

Είναι πολλά περισσότερα από άσκηση θάρρους, η αναψηλάφηση σε κοινή θέα της αφόρητα εξαντλητικής ψυχικής οδύνης της σεξουαλικής κακοποίησης. Ειδικά όταν απευθύνεσαι σε μια κοινωνία που έχει συνηθίσει να κάνει πως δε βλέπει, πως δεν ακούει, πως δε θυμάται… Είναι ακριβώς αυτό που είχε πει ο Μπρεχτ: «οι άνθρωποι παραείναι ανθεκτικοί, αυτό είναι το πρόβλημα. Είναι σε θέση να κάνουν υπερβολικά πολλά σε βάρος του εαυτού τους. Αντέχουν υπερβολικά πολύ».

Ο καμβάς της σεξουαλικής κακοποίησης της γυναίκας που ανέβαζε τη χώρα μας στο πιο ψηλό ολυμπιακό βάθρο, είναι πλεγμένος από τη βίαιη κατάχρηση εξουσίας όσων κρατούσαν τα σκήπτρα και διαχειρίζονταν τον πακτωλό των χρημάτων της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας, και από τη διαχρονική και θεσμοθετημένη πολιτική υποκρισία όσων έδειξαν τη βολική ανοχή τους σε αυτό το απαράδεκτο σκηνικό.

Και οι μεν και οι δε είναι το άθροισμα του συστήματος του «επαγγελματικού αθλητισμού» που έχει δομικά στοιχεία του τον εξαναγκασμό των αθλητών σε ένα ξέφρενο ανταγωνισμό με αυτοσκοπό την επίδοση, ντοπαρισμένη και μη, με το… «καρότο» της χορηγίας. Μέσα σε αυτό το αφόρητο περιβάλλον του αδιάκοπου εξαναγκασμού και της καταπίεσης, ο βιασμός έρχεται σαν αναπότρεπτο αποτέλεσμα μιας ανεξέλεγκτης, βίαιης, αλαζονικής και αχόρταγης εξουσίας που ζητά όλο και περισσότερα.

Η Σοφία Μπεκατώρου, βρήκε τις αντοχές και τη δύναμη να μιλήσει δημόσια, έχοντας γνώση, ότι η κορυφαία αθλητική διαδρομή της και το προσωπικό κύρος της, δεν την καθιστούν άτρωτη στη λεκτική κακοποίηση του χολερικού κουτσομπολιού της συντήρησης και της νοσηρότητας.

Όμως το έκανε και τώρα πια κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν ξέρει. Κάπου εδώ λοιπόν ανοίγει ένα μεγάλο κεφάλαιο που μας αφορά όλους, διότι η γνώση είναι ευθύνη. Την οποία ή θα αναλάβουμε ή θα τη ρίξουμε στο άπατο κενό του «δε βαριέσαι». Ή θα διαλέξουμε το δρόμο του «σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω, σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο…

Μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή(!)» όπως λέει ο Αζίζ Νεσίν, ή θα ακολουθήσουμε το φθόγγο, τον ψίθυρο, το τραύλισμα, την κραυγή που λέει: ΜΙΛΑ!