“Η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται φωνάζοντας “ειρήνη”
Πριν από έναν χρόνο, το περσινό Πάσχα, η θεία μου, μια γυναίκα μεγάλη σε ηλικία που έχασε τον αδερφό της στην Κατοχή, χωρίς να ξέρει ποτέ, πού και πώς έφυγε από τη ζωή, φεύγοντας από το σπίτι μαζί με τις καθιερωμένες ευχές ‘’και του χρόνου”, “να ‘μαστε καλά με υγεία”, μας ευχήθηκε ακόμα ‘’να έχουμε ειρήνη’’.
“Μα τι εύχεται;” σκέφτηκα βλακωδώς. “Υπάρχει περίπτωση να μην έχουμε ειρήνη;” Ούτε τη λέξη πόλεμος δεν μπορούσα να πω…
Και να που ο καλός γείτονας σε λιγότερο από ένα χρόνο, φρόντισε να βάλει την ευχή αυτή στα χείλη όλων που μαγκωμένα τη λένε με επωδό ‘’μ’ αυτόν τον μπιπ… που μπλέξαμε…’’.
Οι αρχαίοι μας πρόγονοι που τα είχαν πει όλα και μακάρι εμείς οι νεώτεροι να γνωρίζαμε το παρελθόν μας όχι με τον γελοίο τρόπο που τον διδάσκει το ελληνικό σχολείο, αυτό είναι άλλο. Στίγμα της ημέρας, είχαν μια παροιμία που έλεγε “Φθονερόν αεί των γειτόνων όμμα’’.
Και του δικού μας γείτονα που θελει να γίνει χαλίφης και σουλτάνος, το μάτι είναι παραπάνω από φθονερό. Αλλάζει την ιστορία, τους θύτες και τα θύματα, τους διωγμένους και τους διώκτες. Μιλά για τις πατρίδες της καρδιάς και της ψυχής του που δεν ξέρω πού φτάνουν, και εγώ σκέφτομαι ότι όπου και να σκάψεις στη γειτονική χώρα βρίσκεις σημάδια των Ελλήνων από αρχαιοτάτων χρόνων.
Σκέφτομαι την Καππαδόκισσα γιαγιά μου και τον παππού μου από τη Σελεύκεια. Όχι δεν θέλω τίποτα από τον γείτονα, δεν διεκδικώ, κι ας πάει η πατρίδα της ψυχής μου σε μεγαλύτερα βάθη μέσα στον χρόνο. Δεν είμαι πολιτικός, δεν είμαι διπλωμάτης, είναι απλώς μερικά λόγια που βγαίνουν έτσι, λόγω και των μικρασιατικών μου καταβολών.
Κι ας θυμόμαστε αυτό που έλεγε ο Βοναπάρτης «Η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται φωνάζοντας “ειρήνη”».