Νομίζω ο δήμος Ηρακλείου δεν την τίμησε ούτε με το να πάρει το όνομά της ένα μικρό δρομάκι, εκεί κάπου στους Επτά Μπαλτάδες όπου ήταν το πατρικό της

Σ’ αυτή τη δουλειά ένα μεγάλο μέρος της προίκας μας είναι οι άνθρωποι  που γνωρίζουμε. Άλλοι από τη συνάφεια απομυθοποιούνται κι άλλοι   γίνονται φάροι  και πυξίδες που δείχνουν δρόμους  που οι πολλοί δεν είχαν φανταστεί.

Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν η Μαρίκα Φρέρη, μια χαρισματική γυναίκα  και συγγραφέας και μια άξια εκπαιδευτικός, που πραγματικά χαίρομαι που την γνώρισα από κοντά και με τίμησε με τη φιλία της.

“Κάνε ένα θέμα με τη Μαρίκα Φρέρη, είναι  συγγραφέας και είχε γνωρίσει τον Καζαντζάκη και τους Αλεξίου” μου είπε ο Νίκος Ψιλάκης, διευθυντής τότε της εφημερίδας “Δημοκράτης”, που ήταν και η πρώτη μου δουλειά. Το googlaρισμα δεν υπήρχε ουτε ως επιστημονική φαντασία, ενώ αργότερα ήρθε στη ζωή των δημοσιογράφων το περίφημο φαξ.

Η Μαρίκ, το γένος Βουρδουμπάκη, είχε έρθει για να παρουσιάσει ένα από τα βιβλία της με θέματα από την πλούσια ζωή της  κι ερώτηση στην ερώτηση, ξεδιπλώθηκε μια φωτεινή προσωπικότητα.

Γεννημένη το 1907 στο Μεγάλο Κάστρο, γνώρισε σημαντικές προσωπικότητες της εποχής ξεκινώντας, όπως μου είχε πει από τον Αρθουρ Έβανς, τον οποίο θυμόταν ως μικρό παιδάκι. Σε διπλανό σπίτι από το δικό της έμενε ο μικρός τότε Οδυσσέας Αλεπουδέλης, που αργότερα ως Ελύτης έγινε ο σπουδαίος μας ποιητής.

Είχε συγγένεια με τους Αλεξίου κι έτσι πολλές φορές ως νεαρή  κοπέλα βρέθηκε στο Κράσι κάνοντας παρέα με τη Γαλάτεια, την Ελλη, τον Καζαντζάκη αλλά και τον Βελισάριο Φρέρη, που αργότερα έγινε ο αγαπημένος της συζυγος με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά.

Η Μαρίκα κατάφερε να σπουδάσει δασκάλα κι έμεινε για 40 ολόκληρα χρόνια στην πρώτη τάξη σε εκπαιδευτήριο στην Αθήνα οπου ζούσε μόνιμα πλέον. Με ευγένεια, λεπτότητα αλλά και περισσή αγάπη έδινε την πρώτη ώθηση σε χιλιάδες παιδιά,κάνοντας ν΄αγαπήσουν την γνώση και τον σχολείο.

Από τους τελευταίους μαθητές της ήταν ο Στέφανος Κορκολής, ο οποίος είχε μιλήσει γι’ αυτήν με τα πιο θαυμάσια  λόγια, αλλά και ο σημερινός πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, Οδυσσέας Ζώρας, ο οποίος όπως μου είχε πει η ίδια σ΄ένα από τα τηλεφωνήματά μας, την εγχείρησε όταν ανακάλυψε ότι είχε καρκίνο.

Η Μαρίκα είναι ένα λαμπρό παράδειγμα ότι η ζωή  είναι πολύτιμη  και η ψυχή δεν γερνά. Ξεκίνησε να γράφει μετά τα 70 της,  όταν πήρε σύνταξη, παρακινημένη από την Έλλη Αλεξίου που ήταν η καθημερινή της παρέα. Πολλά από τα βιβλία της με άρωμα μιας Κρήτης που έχει χαθεί έχουν δυστυχώς εξαντληθεί και δεν κυκλοφορούν πλέον κι αναρωτιέμαι αν κάτι πρέπει να κάνει η Βικελαία γι’αυτό. Μετά τα 80 της νομίζω ήταν 86, αποφάσισε να γιορτάσει τα γενέθλια της στην Κουάλα Λουμπούρ της Μαλαισίας. Εκεί την είχε προσκαλέσει τότε μια από τις αγαπημένες της μαθήτριες που είχε παντρευτεί τον Ελβετό πρέσβη. Μου έλεγε τα ταξίδια της και τις περιπέτειες της στο τηλέφωνο  κι εγώ τη θαύμαζα για το θάρρος, το κουράγιο και την μαχητικότητα της. Θυμάμαι τη χαρά της όταν την τίμησαν τα γυναικεία σωματεία του Ηρακλείου γιορτάζοντας τα 90 της γενέθλια σε μια αξέχαστη  βραδιά. Μιλώντας  τότε με τη Μαίρη Παχιαδάκη σχολιάζαμε πόσο όμορφη και γεμάτη ζωντάνια ήταν. “Έφυγε γεμάτη, χορτασμένη από εμπειρίες και αγάπη στα 97 της χρόνια.

Δεν το ξέρω με σιγουριά, αλλά νομίζω ότι ο Δήμος Ηρακλείου, δεν την τίμησε ούτε με το να πάρει το όνομα της ένα μικρό δρομάκι, εκεί κάπου στους Επτά Μπαλτάδες όπου ήταν το πατρικό της. Αν όχι κάτι πρέπει να γίνει για  αυτή την προσωπικότητα που ήταν ένα με την ιστορία του Μεγάλου Κάστρου για πολλά χρόνια. Ούτως ή άλλως, θα είναι πάντα ένας φάρος για όσους τη γνωρίσαμε.