Αυτό που διαπιστώνω σ’ αυτό το «δεύτερο» κύμα, είναι πως ο κόσμος δεν φοβάται τον ιό
Μήπως έχετε ακούσει κατά τύχη το ηχητικό ανέκδοτο που κυκλοφορεί κατά κόρον στο διαδίκτυο, με τον πατέρα και το γιο από γνωστή ορεινή κωμόπολη της Κρήτης; (Σκόπιμα δεν αναφέρεται το όνομα γιατί θίγονται εύκολα εκεί).
Για όσους δεν το γνωρίζουν, ο γιος σπουδάζει στο Ηράκλειο και τον ενημερώνουν πως ο καθηγητής του έχει κοροναϊό. Κάνει λοιπόν το τεστ και οι γιατροί του δηλώνουν πως ενδεχομένως θα πρέπει να υποδείξει τις στενές επαφές του. Ο «μικρός» παίρνει με τη σειρά του τον πατέρα του και τον ενημερώνει πως ίσως θα πρέπει να δηλωθεί ως «στενή επαφή» του φοιτητή.
Ο πατέρας, με ακραίες δόσεις ευγένειας τον στέλνει στο διάολο και του ζητά να μην τολμήσει να ξαναπατήσει τα πόδια του στο χωριό και να μην διανοηθεί να πει ότι ο πατέρας του έχει ενδεχομένως κοροναϊό διότι θα τον σκοτώσει.
Μόλις πρόσφατα μπήκα στον πειρασμό να πιστέψω πως το συγκεκριμένο «ανέκδοτο» δεν είναι ανέκδοτο.
Διότι έτυχε να έρθω πρόσωπο με πρόσωπο με στενή επαφή κρούσματος που έχει κοροναϊό, (τηρώντας αποστάσεις, φορώντας μάσκα και με την ελπίδα πως ο Θεός είναι μεγάλος). Η «στενή επαφή» ασφαλώς και κυκλοφορούσε χωρίς μάσκα, γιατί πώς αλλιώς θα κάπνιζε το μισοτελειωμένο τσιγάρο που συγκρατούσαν απλά τα ούλα του, αφού δόντια δεν υπήρχαν;
Κι ας το αφήσουμε στην άκρη αυτό. Κάπνιζε. Πώς να φοράει μάσκα και να καπνίζει; Ήταν όμως κι έξω. Έκοβε βόλτες παντού. Γιατί;
Μα για να πει ότι ο ίδιος είναι καλά και πως το συγγενικό του πρόσωπο έχει απλά πνευμονία κι όσα λέγονται είναι… συκοφαντίες. Στο μεταξύ, παραδίπλα ο ΕΟΔΥ είχε αρχίσει ήδη Rapid Tests.
Σας το είπα…; Όποιος γλιτώσει από τον κοροναϊό στην Κρήτη, έχει σίγουρα το κοκαλάκι του παγκολίνου.
Για να επιστρέψουμε λίγο στην πραγματικότητα και να φύγουμε από τα αστεία:
Δυστυχώς λόγω ιδιότητας, κινούμαι αναγκαστικά. Αρκετά περιορισμένα, με όλα τα μέτρα προφύλαξης και χωρίς να είναι επιλογή μου 100 %. Αναγκαστικά επίσης συνεργάζομαι με πολύ κόσμο.
Αυτό που διαπιστώνω σ’ αυτό το «δεύτερο» κύμα, είναι πως ο κόσμος δεν φοβάται τον ιό. Ίσα ίσα μάλιστα, που όσο περισσότερο ακούει για κρούσματα δεξιά κι αριστερά κι ο ίδιος δε νοσεί, αισθάνεται ολοένα και πιο δυνατός και ολοένα και πιο ελεύθερος.
«Αφού ρε συ στο πρώτο κύμα μας είχαν ψαρώσει τρελά» μου είπε ένας καλός φίλος, που μου άνοιξε τα μάτια. Το πρώτο κύμα ήταν σαν τις πρώτες μέρες στο στρατό. Λίγο φόβος. Λίγο άγνοια. Λίγο να ακούσουμε τους ανωτέρους.
Το δεύτερο όμως κύμα, είναι «ξεψάρωμα» μετά το κέντρο εκπαιδεύσεως.
Μόνο που αυτό το κύμα δεν είναι οι … διακοπές μας σε κάποια μη προβλεπόμενη μονάδα. Είναι η ζωή μας που αξίζει ακριβά! Για μας. Γιατί όπως αντιλαμβάνομαι, για τους περισσότερους δεν αξίζει ούτε ένα χιλιοστό του ευρώ.