Εκείνος ο φιλόξενος βυθός της πρώτης μου νιότης γινόταν ο υγρός τάφος της φοιτήτριας
Όταν δεν έχεις κλείσει τα 20 και σε ξυπνούν άγαρμπα, άγρια χαράματα, για να σε στείλουν με την «καναδέζα» στο Γκίνας, τότε ο τελευταίος οικισμός πριν το χωματόδρομο που οδηγεί στο απομακρυσμένο φυλάκιο, εκεί ψηλά στην άκρη του πουθενά, μένει για πάντα χαραγμένος στη μνήμη σου.
Πόσο μάλλον όταν για ένα εξάμηνο οι Πεύκοι της Ρόδου, περί ων ο λόγος, θα είναι η μόνη διέξοδός σου προς τον πολιτισμό!
Τότε οι Πεύκοι ήταν ένα μικρό χωριουδάκι πάνω στη θάλασσα με ελάχιστα καταλύματα και μετρημένα στα δάχτυλα τους ενός χεριού τα café και τα bar. Φαινόταν όμως ότι θα αναπτυσσόταν σαν ένας άλλος πόλος δίπλα στην εμβληματική Λίνδο.
Τότε, μπορεί να τα λέγαμε και μπανιερά. Τα φοράγαμε και πέφταμε στα καταγάλανα νερά των Πεύκων. Πάντα ξέφευγα από την ομήγυρη και με την μάσκα που είχα φροντίσει να προμηθευτώ, βουτούσα δίπλα στα βράχια της «Φώκιας» και χάζευα τον βυθό. Ο βυθός ήταν για μένα ο παράδεισος, και των Πεύκων ο βυθός ένα παραπάνω.
Μακάρι το ίδιο να μπορούσε να πει και η Ελένη… Μόνο που εκείνη τον γνώρισε για δευτερόλεπτα και κάτω από τραγικές συνθήκες. Οι δήμιοί της αφού της είχαν προκαλέσει θανατηφόρα τραύματα, την πέταξαν σ’ εκείνο το σημείο για να εξαφανίσουν το πτώμα της. Και ας ήταν ακόμα ζωντανή!
Και ας εκλιπαρούσε να την πάνε στο νοσοκομείο! Εκείνος ο φιλόξενος βυθός της πρώτης μου νιότης γινόταν ο υγρός τάφος για την περίπου ίδιας ηλικίας φοιτήτρια, τριάντα χρόνια μετά. Και αν στη ζωή μας τα επόμενα του στρατού χρόνια μονολογήσαμε πολλές φορές «για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη», διαπιστώνοντας ότι οι αγώνες και οι δήθεν κατακτήσεις μας ήταν κενού περιεχομένου, για τούτη εδώ την Ελένη δεν θα βρεθεί κανένα πουκάμισο για να πολεμήσει άδικα! Χωρίς σάρκα τι να το κάνει το πουκάμισο;
Ούτως ή άλλως οι δυο νεαροί δράστες εκείνο το πουκάμισο της Ελένης, το πέταξαν μαζί με τα άλλα ρούχα της στη θάλασσα. Ούτε καν η χαροκαμένη μάνα δεν θα το παραλάβει μαζί με τα προσωπικά αντικείμενα της αδικοχαμένης φοιτήτριας, να το έχει να το μυρίζει και να σκουπίζει τα δάκρυά της στις πολλές άγρυπνες νύκτες που ακολουθούν…
Η τελευταία εικόνα που έχουμε από την Ελένη ήταν το τατουάζ στη γάμπα της. Τριαντάφυλλο, ρόδο. Από ρόδο βγαίνει αγκάθι και από αγκάθι βγαίνει ρόδο, δεν λένε; Και δυστυχώς για την Ελένη οι δύο γνωστοί της ήταν αγκάθια. Αγκάθια που ενδεχομένως πρώτα να είχαν γρατσουνίσει την ψυχή της και στη συνέχεια έσκισαν το κορμί της.
Ρόδα δεν ξέρω αν υπάρχουν σε τούτη τη φρικιαστική ιστορία της Τοπαλούδη, εκτός από αυτό στη δερματοστιξία της. Μα σε κάθε περίπτωση το καλό πρέπει ν’ ανθίσει και τα άνθη του κακού να κακοφορμίσουν. Διαφορετικά, η Ελένη δεν θα είναι το τελευταίο θύμα ούτε και ο 19χρονος αλλοδαπός με τον 21χρονο Έλληνα, γόνο επιχειρηματία, θα είναι οι τελευταίοι στυγεροί δολοφόνοι.
Εν δυνάμει «Ελένες» κυκλοφορούν ανάμεσά μας και εν δυνάμει δολοφόνοι είναι πολλοί εκεί έξω. Για το φρικιαστικό περιστατικό όλοι έχουν από μια γνώμη, για να τσακώνονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Όμως κάπου πρέπει να συμφωνήσουμε ή έστω σιωπηρά να παραδεχτούμε: Ακόμα και στο σεξ υπάρχουν κανόνες, γιατί και το παιχνίδι ενίοτε σκοτώνει.
Και δεύτερον, κάποια κακομαθημένα και μυώδη παιδιά πρέπει να μάθουν ότι στη ζωή μας υπάρχει και η ήττα και η απόρριψη και το «δεν γουστάρω».
Και η διαχείρισή τους χρειάζεται balls προκειμένου να ξεχωρίσουν οι άνδρες από τους δήθεν άντρες!