«Οι άλλοι δεν  θα θέλουν  να με δουν»

Όλος ο πλανήτης περιμένει την θεραπεία του κοροναϊού, εκτός βέβαια από τους αρνητές του. Μέχρι σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι έχουν νοσήσει. Ευτυχώς οι περισσότεροι ξεπέρασαν την ασθένεια, δεν γλίτωσαν όμως από το στίγμα που την συνοδεύει.

Το στίγμα μπορεί  να εκδηλωθεί προς ένα άτομο που έχει νοσήσει ακόμη και μετά τη λήξη της καραντίνας, ακόμα κι όταν δεν μπορεί πλέον να μεταδώσει τον ιό σε άλλους.

Οι άνθρωποι που νόσησαν δεν είναι οι μόνοι που στιγματίζονται. Στιγματίζονται επίσης τα άτομα που πρόσφατα έχουν ταξιδέψει στο εξωτερικό ή προέρχονται από χώρα, που θεωρείται ότι εκδηλώθηκε αρχικά ο ιός ή από χώρες που θεωρούνται υψηλού κινδύνου.

Επιπλέον, μερικοί εργαζόμενοι στην πρώτη γραμμή (π.χ. γιατροί, νοσηλευτές, εθελοντές κ.ά.) ενδέχεται να βιώσουν εξοστρακισμό από την οικογένεια ή την κοινότητά τους, λόγω του φόβου που υπάρχει .

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Έρευνας και Θεραπείας της Συμπεριφοράς, αυτός ο στιγματισμός μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στους ίδιους, τους φροντιστές τους, τις οικογένειές τους, τους φίλους τους.

Το στίγμα μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται ένοχοι ή κακοί, επειδή νοσούν από τον ιό («Έπρεπε να ήμουν πιο προσεκτικός. Οι άλλοι δεν θα θέλουν να με δουν, θα με κατηγορούν, είμαι πηγή μικροβίων», «Μου αξίζει αυτό που έπαθα, εγώ φταίω»).

Η εκδήλωση στίγματος που σχετίζεται με τον COVID-19 βασίζεται σε τρεις κύριους παράγοντες: Είναι μια ασθένεια που είναι νέα και για την οποία παραμένουν ακόμη πολλά στοιχεία άγνωστα,  συχνά φοβόμαστε το άγνωστο,  είναι εύκολο να συσχετίσουμε αυτόν τον φόβο με τους «άλλους».

Είναι κατανοητό ότι οι άνθρωποι αισθανόμαστε σύγχυση, άγχος και φόβο, υπό συνθήκες πρωτόγνωρες και απρόβλεπτες. Δυστυχώς, αυτοί οι παράγοντες τροφοδοτούν τα επιβλαβή στερεότυπα.

Τι μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε την εξάπλωση του στίγματος;

Το Ινστιτούτο σημειώνει:

  • Αναφερόμαστε σε «ανθρώπους, που έχουν κοροναϊό», «ανθρώπους, που λαμβάνουν θεραπεία για τον κορονοϊό» ή «άνθρωπους που αναρρώνουν από τον κοροναϊό».
  • Δεν αναφερόμαστε σε ανθρώπους που έχουν νοσήσει ως άτομα που «μεταδίδουν την COVID-19», «μολύνουν τους άλλους» ή «εξαπλώνουν τον ιό», καθώς υπονοείται σκόπιμη μετάδοση και υποδηλώνει κατηγορία.

Μιλάμε για τον ιό με ακρίβεια και επιστημονικά δεδομένα και δεν μοιραζόμαστε ανεπιβεβαίωτες φήμες ούτε χρησιμοποιούμε υπερβολική γλώσσα που δημιουργεί φόβο.

Δεν δίνουμε έμφαση και δεν εστιάζουμε στα αρνητικά ή σε μηνύματα απειλής. Πρέπει να συνεργαστούμε για να βοηθήσουμε τους πιο ευάλωτους για να νιώσουν και να παραμείνουν ασφαλείς”.